Στη χειρότερη θέση των τελευταίων τριών δεκαετιών κινείται πλέον ο κατασκευαστικός κλάδος της χώρας μας, ενώ σε ό,τι αφορά τα δημόσια έργα, η κατάσταση έχει επιστρέψει στην προ του 1998 εποχή όπως επισημαίνει σε ανακοίνωσή του ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ανωνύμων Τεχνικών Εταιριών (ΣΑΤΕ), σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τη νέα εξαμηνιαία έκθεση του Συνδέσμου.
Πρόκειται για ένα «εξαιρετικά δυσμενές κλίμα στο οποίο έχει περιέλθει ο κατασκευαστικός κλάδος στη χώρα μας» αναφέρει χαρακτηριστικά ο ΣΑΤΕ, ενώ όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, «Οι βραχυπρόθεσμες και οι συνολικές υποχρεώσεις ανά εργοληπτική εταιρεία αυξήθηκαν περαιτέρω, ενώ ταυτόχρονα μειώθηκε ο κύκλος εργασιών τους, με συνέπεια μια στις πέντε εταιρείες να εμφανίζει ζημιές, με βάση τα δεδομένα τα οποία καταγράφηκαν στην διάρκεια του 2010».
Είναι χαρακτηριστικό ότι η ανεργία στον κατασκευαστικό τομέα αυξήθηκε κατά 15,3%,σε σύγκριση με τον τρίτο τρίμηνο του 2009, εξέλιξη που προσέθεσε άλλους 57.500 ανέργους.
Ο ΣΑΤΕ υπογραμμίζει τη σημασία των δημοσίων επενδύσεων στην οικονομική κατάσταση της χώρας, αφού, όπως επισημαίνει, μπορούν, ακόμη και άμεσα, να αποτελέσουν το αναπτυξιακό αντίβαρο στην μείωση της κατανάλωσης που προκαλεί αναπόφευκτα η δημοσιονομική προσαρμογή», ενώ διαπιστώνει:
– «Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του έτους 2010 μειώθηκε τέσσερις συνεχόμενες φορές και από 10,3 δισ. € που προϋπολογίζονταν το 2010 κατέληξεσε8,5 δις. € στα τέλη του 2010, παρά το γεγονός ότι επανειλημμένα έχει επισημανθεί ότι η περικοπή των παραγωγικών δημόσιων επενδύσεων με σκοπό την μείωση του ελλείμματος τελικώς έχει τα αντίθετα αποτελέσματα».
– «Αντί να επιχειρηθεί επίσπευση των ρυθμών απορρόφησης του ΕΣΠΑ, παράλληλα με την χρονικήανακατανομή της κοινοτικής συγχρηματοδότησης προς τα εμπρός και με την μεγαλύτερη εμπλοκή της ΕΤΕΠ, στο τέλος του 2010 είμαστε στην 17η θέση από πλευράς απορρόφησης σε σύνολο 27 Χωρών».
– «Χρονίζοντα προβλήματα τα οποία θα επιλύονταν με το νέο θεσμικό πλαίσιο που θα αναμόρφωνε τα δημόσια έργα, δεν έχουν ακόμη ξεπεραστεί αφού το εν λόγω νομοσχέδιο παρουσιάζει πολύμηνη καθυστέρηση που επιδρά αρνητικά στις επιχειρηματικές δράσεις στον κλάδο δυσχεραίνοντας ολοένα και περισσότερο την ανταγωνιστικότητα των εγχώριων τεχνικών εταιρειών. Ως χαρακτηριστικότερο παράδειγμα σημειώνεται αυτό του τρόπου καθορισμού των τιμών προϋπολογισμού των δημοσίων έργων, ο οποίος εδώ και τουλάχιστον έξι έτη γίνεται εντελώς αυθαίρετα με πλήρη απουσία έστω και ενός στοιχειώδους κοστολογικού συστήματος παρακολούθησης των μεταβολών των τιμών των σχετικών προϊόντωνκαι εργασιών».
«Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο κλάδος των δημοσίων έργων δοκιμάζει τις χειρότερες επιδόσεις των τελευταίων τουλάχιστον δώδεκα ετών, ενώ ο κλάδος των ιδιωτικών έργων είναι στην χειρότερη θέση, από πλευράς παραγγελιών και δραστηριότητας, των τελευταίων τριάντα ετών», αναφέρει ο ΣΑΤΕ, ενώ ενδεικτικάαναφέρεται ότι στο τρίτο τρίμηνο του 2010 καταγράφηκαν τα εξής:
– «Ο δείκτης παραγωγής στις κατασκευές (σύνολο κλάδου) εμφανίστηκε μειωμένος κατά 36,5% έναντι του Γ’ τριμήνου 2009, λαμβάνοντας την χαμηλότερη τιμή του από το 2000»
– «η συνολική απασχόληση στον κλάδο μειώθηκε κατά 15,3%έναντι του Γ’ τριμήνου 2009, ήτοι 57,5 χιλιάδες»
– «η συμμετοχή του κλάδου στην δημιουργία του ΑΕΠ κατέγραψε την χαμηλότερη τιμή της τα τελευταία 12 έτη, μόλις 3,6%, έναντι 4,0% του Γ’ τριμήνου του 2009»
– «οι συνολικές ακαθάριστες επενδύσεις σε κατασκευές παρουσίασαν μείωση κατά 15%, έναντι του Γ’ τριμήνου 2009»
– «ο δείκτης παραγωγής έργων πολιτικού μηχανικού (δημόσια έργα) εμφάνισε μείωση κατά 31,3%, έναντι του Γ’ τριμήνου του 2009»
– «ο δείκτης παραγωγής οικοδομικών έργων (ιδιωτικά έργα) εμφάνισε μείωση κατά 46,9%, έναντι του Γ’ τριμήνου του 2009, λαμβάνοντας την χαμηλότερη τιμή των τελευταίων δέκα ετών».
Έτσι, οι οικοδομικές άδειες που εκδόθηκαν στο πρώτο δεκάμηνο του 2010 ήταν μειωμένες κατά 24,8% σε σύγκριση με το 2009, όταν και είχαν μειωθεί κατά 28,3% σε σχέση με το 2008. Επίσης, όπως αναφέρει ο ΣΑΤΕ, «κατά το 2010 παγιώθηκε ο μειωμένος συνολικός προϋπολογισμός των δημοπρατούμενων έργων προϋπολογισμού άνω των 2 εκ. ευρώέναντι των ετών 2005 (-39,3%) και 2006 (-51,4%), ύψους 3,54 δισ. ευρώ, δηλαδή, στα επίπεδα του 2009 (3,49 δισ)».
«Αρνητική εικόνα προκύπτει και από την εξέταση των χρηματοοικονομικών δεδομένων των εταιρειών 3ης – 7ης τάξης, αφού ο κύκλος εργασιών ανά εργοληπτική εταιρεία μειώνεται από 13,3 εκ. ευρώτο 2008 σε 12,1 εκ. το 2009, ενώ αύξηση παρουσιάζουν τα μεγέθη των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων από 7,2 εκ. ανά εργοληπτική εταιρεία το 2008 σε 8,4 εκ. το 2009 και των συνολικών υποχρεώσεων από 10,1 εκ. το 2008 σε 11 εκ. το 2009. Τέλος,μία στις πέντε εργοληπτικές εταιρείες 3ης – 7ης τάξης του ΜΕΕΠ παρουσιάζει ζημία το 2009» καταλήγει η έκθεση.