Τα υψηλά επιτόκια δεν είναι αρνητικά για τις τράπεζες, αν ακολουθούμε τραπεζικούς κανόνες διαχείρισης, επεσήμανε ο Φωκίων Καραβίας μιλώντας στο Φόρουμ των Δελφών, σε πάνελ με τον Παύλο Μυλωνά.
Ανέλυσε τα προβλήματα που υπήρχαν στο μοντέλο που ακολουθούσε η SVB και επεσήμανε ότι «δεν μπορώ να αποκλείσω “νέα επεισόδια” στις ΗΠΑ».
Στην Ευρώπη έχουμε ισχυρό ρυθμιστικό σύστημα, stress tests και επιτόπου ελέγχους. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες περισσότερο παραπονιούνται για το ρυθμιστικό κόστος. Αυτό που έγινε στις ΗΠΑ και την Credit Suisse είναι μάλλον απίθανο να το δούμε στην Ευρώπη.
Πρόσθεσε ότι στην ευρωζώνη υπάρχει ισχυρό πλαίσιο παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες. Εχει δοκιμαστεί επιτυχημένα στην ελληνική κρίση. Αντίθετα, στις ΗΠΑ, πρόσβαση σε ρευστότητα της Fed έχουν μόνο οι μεγάλες τράπεζες και αυτό κάνει τη διαφορά σε στιγμές κρίσης.
Υπάρχει μια λεπτή γραμμή μεταξύ της αύξησης των επιτοκίων και του αντίκτυπου στην οικονομία. Είναι δύσκολο για τις κεντρικές τράπεζες να μειώσουν τον πληθωρισμό και παράλληλα να προσγειώσουν ομαλά την οικονομία. Ιστορικά φάνηκε ότι δεν είναι πάντα εφικτό.
Σε ό,τι αφορά την ποιότητα ενεργητικού στην Ελλάδα υπό το πρίσμα της αύξησης των επιτοκίων, τόνισε πως φαίνεται ότι παραμένει «σταθερή». Παρακολουθούμε την κατάσταση πολύ στενά, δεν βλέπουμε σημάδια που μας ανησυχούν. Υπήρξαν θετικά μέτρα για τη στήριξη των δανειοληπτών (σ.σ. στήριξη ευάλωτων και πάγωμα επιτοκίων με ενήμερα δάνεια).
Βλέπουμε ότι οι πιστώσεις γίνονται πιο «σφιχτές». Είδαμε ότι πολλοί πελάτες μας χρησιμοποίησαν ρευστότητα για να μειώσουν τα δάνειά τους. Αρχές του 2023, βλέπουμε αρνητική πιστωτική επέκταση, αλλά πιστεύω ότι τα επόμενα τρίμηνα θα δούμε πιστωτική επέκταση. Κοιτώντας μπροστά, επεσήμανε ότι μια νέα αύξηση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης αντί για 50 από την ΕΚΤ θα έδινε περισσότερα περιθώρια ελιγμών.
Από την πλευρά του, ο Παύλος Μυλωνάς συμπλήρωσε ότι οι ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν τις τοποθετήσεις των τραπεζών σε κρατικά ομόλογα. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, επεσήμανε ότι πρέπει να δούμε πού βρίσκεται στον οικονομικό κύκλο, δεδομένου ότι πέρασε 10 χρόνια κρίσης. Υπάρχει μομέντουμ και γι’ αυτό μπαίνουμε στη σημερινή κρίση με την οικονομία και τις τράπεζες ισχυρές. Είχαμε μεγαλύτερη ανάπτυξη από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αύξηση των τιμών στο real estate.
Ο επικεφαλής της Εθνικής Tράπεζας επεσήμανε ότι ξένες επενδύσεις θα συνεχίσουν να αυξάνουν. Οι τράπεζες θα προσφέρουν ρευστότητα γι’ αυτό. Τα σημάδια είναι θετικά για τον τραπεζικό τομέα, θα δει ισχυρή ζήτηση από τομείς όπως ο τουρισμός και το real estate.
Αναφορικά με τα κόκκινα δάνεια, επεσήμανε ότι το τραπεζικό σύστημα έχει προχωρήσει σημαντικά. Το θέμα των NPEs έχει πλέον «εξαφανιστεί». Υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν ακόμα αλλά δεν αποτελεί πλέον ζήτημα.
Σημειώνεται ότι η συζήτηση διεξήχθη με τον πρόεδρο της Εθνικής Τράπεζας, Γκ. Χαρδούβελη σε ρόλο συντονιστή.
Ο κ. Χαρδούβελης ανέφερε ότι ο πληθωρισμός του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή μειώνεται σημαντικά το 2023 στην Ευρωζώνη, ενώ ο δομικός πληθωρισμός συνεχίσει μια ελαφρά ανοδική πορεία.
Συγχρόνως, συνέχισε, παρατηρούνται κραδασμοί στο τραπεζικό σύστημα εκτός Ευρωζώνης (ΗΠΑ, Ελβετία), δημιουργώντας ανησυχίες για κάτι ανάλογο που δυνητικά θα μπορούσε να εμφανιστεί και στην Ευρωζώνη.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καλείται να αποφασίσει την περαιτέρω πορεία των επιτοκίων παρέμβασής της και αντιμετωπίζει το τριπλό ερώτημα (i) πόσο ακόμα θα αυξήσει τα επιτόκια, (ii) πόσο γρήγορα, και (iii) για πόσο διάστημα θα μπορέσει να τα διατηρήσει υψηλά, χωρίς να δημιουργήσει υφεσιακά προβλήματα στην οικονομία της Ευρωζώνης, τα οποία με τη σειρά τους θα μπορούσαν να πλήξουν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ο Πρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας σημείωσε ότι στην Ευρωζώνη στόχος της κεντρικής τράπεζας είναι η σταθερότητα των τιμών και η σταθερότητα των χρηματοοικονομικού συστήματος. “Για τους πολίτες υπάρχει και ένας τρίτος στόχος, που είναι η οικονομική μεγέθυνση και οι μισθολογικές αυξήσεις. Έτσι το κρίσιμο ερώτημα για τους πολίτες είναι: Έχει η κεντρική τράπεζα τα εργαλεία ώστε να επιτύχει συγχρόνως σταθερότητα τιμών και σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος, χωρίς όμως να προκαλέσει μεγάλη ύφεση? Οι απαιτήσεις των πολιτών είναι μεγάλες. Τι μπορεί να καταφέρει η κεντρική τράπεζα?” κατέληξε.