Τη δυνατότητα χρηματοδότησης από ευρωπαϊκά προγράμματα των κινήτρων για την αναβάθμιση παλαιών οχημάτων, προκειμένου να μειωθεί η ατμοσφαιρική ρύπανση που απειλεί το περιβάλλον και την υγεία των Ευρωπαίων, σημειώνει ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν, απαντώντας σε σχετική ερώτηση της ευρωβουλευτή της ΝΔ, Μαρίας Σπυράκη.
Όπως αναφέρεται και στη σχετική ανακοίνωση, σε γενικές γραμμές, ο κ. Μπρετόν τονίζει ότι «το “κλειδί” για να μειωθούν οι ρύποι στην ατμόσφαιρα είναι να δοθούν μεν κίνητρα για την ανανέωση του στόλου των οχημάτων, αλλά ταυτόχρονα να αναβαθμιστούν τα παλαιά και πιο ρυπογόνα οχήματα».
Συγκεκριμένα, στην απάντησή του ο κ. Μπρετόν, υπογραμμίζει ότι «τα κίνητρα για την ανανέωση του στόλου οχημάτων με στόχο τη μετάβαση σε οχήματα μηδενικών εκπομπών και υποδομές φόρτισης ή για τη μετασκευή παλαιότερων οχημάτων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επιτάχυνση της μείωσης των εκπομπών ρύπων, υπό την προϋπόθεση ότι είναι καλά στοχευμένα στα παλαιότερα και πιο ρυπογόνα οχήματα και δεν συνδέονται με την αγορά νέου αυτοκινήτου», προσθέτοντας ότι «ορισμένα συστήματα παροχής κινήτρων μπορούν να υποστηριχθούν αποτελεσματικά από προγράμματα της ΕΕ». Σημειώνει, δε, ότι «τα προγράμματα αυτά στηρίζουν, επίσης, την ανανέωση του στόλου των δημόσιων μεταφορών».
Ωστόσο, αμέσως μετά, διευκρινίζει ότι «ο σχεδιασμός και η χρηματοδότηση τέτοιων συστημάτων παροχής κινήτρων εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των επιμέρους κρατών μελών, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και άλλες ειδικές ανά ταμείο απαιτήσεις, για παράδειγμα, την αρχή της “μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης” στο πλαίσιο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας».
Η κ. Σπυράκη, με την ερώτησή της είχε επισημάνει «τις ανησυχητικές συνέπειες της κυκλοφορίας μεγάλων σε ηλικία αυτοκινήτων στην Ελλάδα», σημειώνοντας ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA, στοιχεία μέχρι το τέλος του 2021), η χώρα μας βρίσκεται «στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ αναφορικά με την ηλικία του στόλου αυτοκινήτων», με τη μέση ηλικία των οχημάτων που κυκλοφορούν στην Ελλάδα να είναι τα 17 έτη και με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κυμαίνεται στα 12 έτη. Για παράδειγμα, στην Εσθονία ο μέσος όρος είναι τα 16,8 έτη, στην Τσεχία τα 15,6 έτη, στη Λιθουανία τα 14,6 έτη, στην Πολωνία και την Ουγγαρία τα 14,5 έτη και στη Σλοβακία τα 14,3 έτη. Επιπλέον, στην ερώτησή της, η κ. Σπυράκη υπογράμμιζε ότι «μετρήσεις του 2022 δείχνουν ότι στην Ελλάδα κυκλοφορούν σχεδόν 910.000 οχήματα παλαιότητας 30 ετών και άνω, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι κακοσυντηρημένα και ανασφαλή για τους οδηγούς και τους γύρω τους, αποτελώντας δημόσιο κίνδυνο».
Τέλος, όσον αφορά τα μέτρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μείωση των ρύπων των αυτοκινήτων, ο κ. Μπρετόν σημειώνει ότι «η ατμοσφαιρική ρύπανση εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για το περιβάλλον και την υγεία στην Ευρώπη», ενώ «αν και η ποιότητα του αέρα έχει βελτιωθεί, σημαντικό ποσοστό του αστικού πληθυσμού της ΕΕ εξακολουθεί να εκτίθεται σε συγκεντρώσεις ρύπων που υπερβαίνουν τα όρια που καθορίζονται στην οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα».
Υπογραμμίζει ότι «η εκ των υστέρων αξιολόγηση Euro 6/VI δείχνει ότι το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τις εκπομπές των μηχανοκίνητων οχημάτων έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση των εκπομπών οξειδίων του αζώτου (NOx) και σωματιδίων από οχήματα στο οδικό δίκτυο της ΕΕ, αλλά εντόπισε επίσης ελλείψεις» και, ως εκ τούτου, «η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή πρότεινε τους νέους κανόνες Euro 7 για τη μείωση των εκπομπών ρύπων από τα μηχανοκίνητα οχήματα και τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα».
Επιπλέον, όπως δηλώνει ο κ. Μπετόν, «η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή έχει προτείνει αυστηρότερα πρότυπα ποιότητας του αέρα με ενισχυμένη στήριξη στις τοπικές αρχές για την επίτευξη καθαρότερου αέρα μέσω της ενίσχυσης της παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα, της μοντελοποίησης και των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα» και «αυτό θα βοηθήσει τις αρχές των κρατών μελών να προτείνουν αποτελεσματικά στοχευμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της ρύπανσης σε τοπικό επίπεδο».
«Η κ. Σπυράκη», όπως αναφέρεται στην ανακοίνωσή της, «ζητά από την Κομισιόν αποτελεσματικότερα μέτρα στο πλαίσιο της εφαρμογής οδηγιών ρύπων, καθώς και τη χρηματοδότηση νέων μέτρων, προκειμένου να καταστεί η ηλεκτροκίνηση οικονομικά προσιτή» και «να δοθούν περαιτέρω κίνητρα στους ιδιοκτήτες, ώστε να αντικαταστήσουν τα παλαιά οχήματα με σύγχρονα και καθαρότερα αυτοκίνητα, που πληρούν το πρότυπο εκπομπών Euro 6 σε όλες τις εκδοχές του».