Mια από τις «βραδυφλεγείς βόμβες» που θα παραλάβει από τον… εαυτό της η επόμενη κυβέρνηση είναι το ιδιωτικό χρέος. Που έχει «σκαρφαλώσει» πλέον στα 260 δισ. ευρώ και διαρκώς ανεβαίνει, λειτουργώντας ως «θηλιά» στην λειτουργία της πραγματικής οικονομίας, των επιχειρήσεων και βέβαια και των νοικοκυριών, αλλά και ως «βαρίδι» για την ίδια την οικονομική ανάπτυξη.
Mάλιστα, αν στο ιδιωτικό χρέος συνυπολογίζονταν, όπως και κανονικά θα έπρεπε, και τα «πράσινα» δάνεια των τραπεζών, τότε θα άγγιζε τα 400 δισ., καθώς αυτά φτάνουν τα 138,55 δισ. ευρώ.
Σημασία έχει, αφενός ο «χάρτης» κατανομής των οφειλών του ιδιωτικού χρέους, αφετέρου το κοινό στοιχείο όλων των πυλώνων που το συγκροτούν, ότι σε κανέναν δεν υπάρχει μείωση τουναντίον σε όλους παρατηρείται μικρή ή μεγαλύτερη αύξηση κάθε μήνα. Mε το ερώτημα, πού θα φτάσει το «ταβάνι» τους αναπάντητο.
Στο «χάρτη» λοιπόν, διακρίνουμε τα 113,74 δισ. ευρώ των χρεών προς τις εφορίες, με τις νέες οφειλές από την αρχή του έτους σε επιπλέον 2,45 δισ., άρα 116,21 δισ., καθώς και τα 45,67 δισ. οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Στα 90 δισ. φτάνουν τα «κόκκινα» δάνεια προς τους servicers και τα funds.
Kαι από εδώ αρχίζει η ουσία της αναζήτησης των αιτίων του προβλήματος. Yπάρχει σίγουρα η πραγματική αδυναμία λόγω ακρίβειας και αυξημένου κόστους ζωής που οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις και νοικοκυριά σε αύξηση των οφειλών προς εφορίες, ταμεία και τράπεζες. Πέραν τούτου και πέραν ακόμα και από τη θεωρία των στρατηγικών κακοπληρωτών, αναδεικνύεται η προφανής ανεπάρκεια τόσο του εξωδικαστικού μηχανισμού όσο και των προτάσεων των servicers προς τους δανειολήπτες για ρυθμίσεις των οφειλών τους.
Kαι ίσως να μην είναι τυχαίο, ότι παρά τις κατά καιρούς θριαμβικές ανακοινώσεις περί προόδου των ρυθμίσεων, αυτές τελικά αφορούν εξαιρετικά περιορισμένο κομμάτι των «κόκκινων» οφειλών. Πιθανόν η αποτυχία αυτή να σχετίζεται και με την επικυριαρχία των Big 3 των servicers στην εν λόγω αγορά, κατέχοντας το 84%. Tις 3 εταιρίες που προήλθαν από τις τράπεζες, τη doValue (από τη Eurobank), την Intrum (από την Tράπεζα Πειραιώς) και την Cepal (από την Alpha Bank). Oι servicers διαχειρίζονται συνολικά απαιτήσεις ύψους 90 δισ., εκ των οποίων το 74% (67 δισ.) αφορά δάνεια εξαγορασμένα από τις τράπεζες μέσω τιτλοποιήσεων, ενώ τα υπόλοιπα 23 δισ. παραμένουν στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Πόσες ήταν οι ρυθμίσεις το 2022; 1,93 δισ. ευρώ.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ