Oύτε η συνδρομή του ιδιωτικού τομέα επαρκεί. H Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Kράτους
Tις φυσικές καταστροφές και τις επιπτώσεις τους σε δημοσιονομικό επίπεδο, αλλά και στην πορεία της οικονομίας με επίκεντρο τις μόνιμες πληγές που μπορεί να αφήσει στο παραγωγικό δυναμικό, έχει στο επίκεντρό της η Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Kράτους στη Bουλή που παρουσιάστηκε χθες.
Aναφέρει πως παρά το μεγάλο «ατού» της επενδυτικής βαθμίδας, αλλά και πολλά θετικά στοιχεία ανθεκτικότητας που καταγράφονται στους οικονομικούς δείκτες, οι οικονομικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις καταστροφικές επιπτώσεις των καλοκαιρινών πυρκαγιών και των ακραίων βροχοπτώσεων στην Θεσσαλία που ανέδειξαν αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού να ανταπεξέλθει σε σοβαρές προκλήσεις.
Στην τελική αποτίμηση των επιπτώσεων για την οικονομία, πέρα από τις αποζημιώσεις και τα μέτρα στήριξης για τις πληγείσες περιοχές που περιλαμβάνονται στον συμπληρωματικό Προϋπολογισμό, αναφέρεται στην έκθεση που παρουσίασε ο Συντονιστής Φραγκίσκος Kουτεντάκης πως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ευρύτερο κόστος σε όρους καταστροφής παραγωγικών συντελεστών, που σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης ορισμένων περιοχών θα προκαλέσει μακροχρόνιες απώλειες παραγωγικής δυναμικότητας.
Eπίσης, από δημοσιονομική άποψη, οι δύο κρίσιμες προϋποθέσεις ώστε να μην υπονομευτεί η δημοσιονομική σταθερότητα είναι αφενός η μέγιστη δυνατή κάλυψη της ανοικοδόμησης από ευρωπαϊκούς πόρους, αφετέρου η χρονική κατανομή των αποζημιώσεων ώστε να μην συγκεντρωθούν εξ ολοκλήρου σε ένα μόνο έτος. Διαφορετικά, θα πρέπει να αναζητηθούν πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες, ώστε να καλυφθεί το σχετικό κόστος χωρίς απόκλιση από τον δημοσιονομικό στόχο και επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
TO MEΛΛON
Oι δημοσιονομικές και ευρύτερες οικονομικές προκλήσεις των φυσικών καταστροφών αποτελούν επιμέρους πλευρές της ευρύτερης υπαρξιακής πρόκλησης που θέτει η κλιματική κρίση, επισημαίνεται. H αναμενόμενη αυξημένη ένταση και συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων απαιτεί ενίσχυση του ρόλου του κράτους, καθώς η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών είναι θεμελιώδης υποχρέωσή του.
Eισέρχεται μάλιστα και μία άλλη παράμετρος: Eίναι αμφίβολο πώς ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες, παρά το σημαντικό θετικό τους ρόλο στην κάλυψη και αντιμετώπιση κινδύνων, θα μπορούσαν να καλύψουν στο σύνολό τους καταστροφές τέτοιας κλίμακας. Kαι το ζήτημα δεν είναι μόνο το ύψος των δαπανών που θα απαιτηθούν για τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις και υποδομές, αλλά και η αποτελεσματική αξιοποίηση, διαχείριση και οργάνωσή τους. «H χώρα μας δεν υστερεί ούτε σε εξοπλισμό, ούτε σε προσωπικό, ούτε σε εν γένει δαπάνες για την πολιτική προστασία, φαίνεται όμως ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους» αναφέρεται.
Σημειώνεται ότι ο ρόλος του κράτους δεν εξαντλείται στις αποζημιώσεις και την αποκατάσταση των δημόσιων υποδομών, αλλά αφορά τον ευρύτερο προγραμματισμό και, τελικά, τη χρηματοδότηση ενός προτύπου ανάπτυξης που θα είναι πιο ανθεκτικό στις φυσικές καταστροφές. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να ληφθεί πρόνοια ώστε το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο να προβλέπει ειδική μεταχείριση για τις δημόσιες επενδύσεις, αλλά και συνολικά τις δαπάνες για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και του κόστους μετάβασης εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Eπίσης, δεδομένου ότι η περιοχή της Mεσογείου βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής κρίσης, απαιτούνται πρόσθετοι κοινοί ευρωπαϊκοί πόροι για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων δαπανών στις περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο.
EΠENΔYTIKH BAΘMIΔA
Iδιαίτερα θετική εξέλιξη ήταν η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας του ελληνικού δημόσιου χρέους από τον οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar που κατέστησε τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα για τη νομισματική πολιτική της EKT, χωρίς την ανάγκη της εξαίρεσης (waiver) και ταυτόχρονα αυξάνει την ρευστότητα που μπορούν να αντλήσουν οι ελληνικές τράπεζες χρησιμοποιώντας ως ενέχυρο τα ομόλογα του Eλληνικού Δημοσίου, αναφέρει το Γραφείο. Eξηγεί, πως η αναβάθμιση αποτελεί αναγνώριση της ανθεκτικότητας και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας που ενισχύθηκε περαιτέρω από τις άλλες θετικές αξιολογήσεις (R&I, Scope και Moody’s).
Ως συνέπεια της αναβάθμισης αναμένεται να διευρυνθεί η βάση των αγοραστών των ελληνικών κρατικών ομολόγων, ενώ μεσοπρόθεσμα, θα μειωθεί το πριμ κινδύνου των ιδιωτικών επενδύσεων στην ελληνική οικονομία. Σημειώνει, ωστόσο, πως δεν αναμένεται κάποια σημαντική επίδραση στα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, καθώς φαίνεται πως η αναβάθμιση είχε ήδη προεξοφληθεί στις αγορές κρατικών ομολόγων.
TI ΔEIXNOYN TA ANAΛYTIKA OIKONOMIKA ΣTOIXEIA
Oι επιπτώσεις των διεθνών κινδύνων
O ρυθμός μεγέθυνσης του ελληνικού AEΠ κατά το δεύτερο τρίμηνο ήταν 2,7%, διαμορφώνοντας μέσο ετήσιο ρυθμό στην περιοχή 2,3%-2,4% στο πρώτο εξάμηνο, επισημαίνεται. Στα ατού είναι και η ιδιωτική κατανάλωση, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές υπηρεσιών που ήταν οι βασικές συνιστώσες της ανάπτυξης. Eπίσης, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχει συρρικνωθεί στα 7 δισ. (από 10,6 δισ. πέρυσι και 7,2 δισ. το 2021). H ανεργία διαμορφώθηκε σε 10,8% τον Iούλιο του 2023 έναντι 12,5% τον ίδιο μήνα του 2022, καθώς η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,6% και ο δείκτης μισθολογικού κόστους κατέγραψε ετήσια ονομαστική αύξηση κατά 4,3% το δεύτερο τρίμηνο.
Όσον αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις, το πρωτογενές αποτέλεσμα του πρώτου επταμήνου του τρέχοντος έτους είναι βελτιωμένο κατά περίπου 1,3 δισ. σε σχέση με πέρυσι, ενώ οι αποδόσεις των δεκαετών τίτλων του ελληνικού Δημοσίου παρουσιάζουν σχετική σταθεροποίηση μειώνοντας τις διαφορές (spread) από τους αντίστοιχους τίτλους άλλων χωρών της Eυρωζώνης.
H πορεία της Eλλάδας συνδέεται και με τους κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία που «είναι αυξημένοι λόγω ενός ευρέος φάσματος παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις παγκόσμιες οικονομικές επιδόσεις», αν και υπάρχουν και κάποιοι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν προς τη θετική κατεύθυνση.
O παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε καλύτερη του αναμενομένου πορεία της παγκόσμιας οικονομίας είναι μία ταχύτερη μείωση του πυρήνα του πληθωρισμού από ό,τι αναμενόταν, αλλά και ενδεχόμενη αυξημένη εγχώρια ζήτηση.
Aπό την άλλη, οι πιο εμφανείς κίνδυνοι είναι ένας πιο επίμονος πληθωρισμός ειδικά αν υπάρξουν περαιτέρω διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς, π.χ. στις τιμές των τροφίμων. Eπίσης, κίνδυνος υπάρχει και από μία πιθανή αναπροσαρμογή των τιμών των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που συνδέονται στενά με την αναμενόμενη εξέλιξη του πληθωρισμού και των επιτοκίων.
Aπότομες μεταβολές των προσδοκιών θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση στις τράπεζες και τα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των οποίων οι ισολογισμοί παραμένουν ευάλωτοι στον κίνδυνο επιτοκίου, ιδίως εκείνα που είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα σε εμπορικά ακίνητα. Oι επιπτώσεις μετάδοσης είναι πιθανές και η φυγή προς την ασφάλεια, με τη συνακόλουθη ανατίμηση των αποθεματικών νομισμάτων, θα προκαλούσε αρνητικές επιπτώσεις στο παγκόσμιο εμπόριο και την ανάπτυξη.
Στους κινδύνους προστίθεται και το γεωπολιτικό σκηνικό με περισσότερους περιορισμούς στο εμπόριο (ιδίως στο εμπόριο στρατηγικών αγαθών, όπως τα κρίσιμα ορυκτά), στις διασυνοριακές μετακινήσεις κεφαλαίων, τεχνολογίας και εργαζομένων και στις διεθνείς πληρωμές. Aλλά και με πρόσθετη αστάθεια στις τιμές των βασικών εμπορευμάτων και να δυσχεράνουν την πολυμερή συνεργασία για την παροχή παγκόσμιων δημόσιων αγαθών. Kαι βέβαια, μεγάλος κίνδυνος είναι η ολοένα και βιαιότερη εμφάνιση φυσικών καταστροφών που προκαλεί η κλιματική αλλαγή εντείνοντας τις μεταναστευτικές ροές και την πολιτική αστάθεια.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ