Νέα δεδομένα για το εγχώριο banking μετά την ολοκλήρωσή του
Του Μιχαήλ Γελαντάλι
Η διαδικασία αποεπένδυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από τις συστημικές τράπεζες έχει ως αποτέλεσμα την είσοδο νέων ξένων επενδυτών στο μετοχικό κεφάλαιο των Eurobank, Alpha Bank, Εθνικής και Πειραιώς, την αναδιάταξη θέσεων μεταξύ υφιστάμενων μετόχων και τη δημιουργία κλίματος για την προσέλκυση νέων. Μετά τη 14ετή… οδύσσεια του τραπεζικού συστήματος, με τις, λίγο ως πολύ, γνωστές φάσεις συγκέντρωσης – κεφαλαιακής ενίσχυσης, η επάνοδος προς την επενδυσιμότητα βασίζεται σε ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό.
Η αυλαία της αποχώρησης του Ταμείου άνοιξε με τη Eurobank, όταν η διοίκηση επαναγόρασε το 1,4% του μ.κ. από το ΤΧΣ. Η επαναγορά έγινε στην τιμή των 1,80 ευρώ/μτχ., με το συνολικό τίμημα να μην ξεπερνά τα 100 εκατ. ευρώ.
Πλέον στο μ.κ. της τράπεζας είναι η Fairfax Financial Holding, ως βασικός μέτοχος (με 32,93%), και θεσμικοί επενδυτές του εξωτερικού (με 47,73%), ενώ ισχυροί μέτοχοι μειοψηφίας το Capital Group Companies (με 5,05%) και η Helikon Investments (με 5%). Ακολούθησε η Alpha Bank, με τον ιταλικό όμιλο UniCredit να αποκτά το 8,97% του Ταμείου, συνιστώντας επί της ουσίας την πρώτη ξένη τράπεζα που έπειτα από 17 χρόνια επένδυσε άμεσα στο εγχώριο σύστημα. Στο 9,06% ανήλθε η συμμετοχή των Ιταλών. Σε ποσοστό μεγαλύτερο του 10% με 12% υπολογίζεται ότι έχει η πλευρά Reggeborgh/Holterman. Σε Norges, Allianz, Lazard, Paulson κ.ά. ανήκουν μειοψηφικά ποσοστά.
Ωστόσο, η πρώτη θεαματική ανταπόκριση της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας ήρθε με το placement της Εθνικής. Με discount 2,75% επιτεύχθηκε η υπερκάλυψη κατά οκτώ φορές και η διεύρυνση του ενδιαφέροντος σε νέους παίκτες. Στους διεθνείς επενδυτές κατανεμήθηκε το 80% των προσφερόμενων μετοχών, ενώ το υπόλοιπο 20% των μετοχών προσφέρθηκε στην εγχώρια αγορά. Στη 10άδα των long term funds συμπεριλαμβάνονται: Fidelity, BlackRock, Capital, Norges, Lazard, Allianz, GIC, Wellington, RWC και Robeco.
Πλέον, το ΤΧΣ έχει μείνει με το 18,39% του μ.κ. της Εθνικής, με τη διοίκηση Μυλωνά να προχωρά (την περασμένη Τρίτη) σε διαδικασία επαναγοράς ομολόγων Tier 2 -ύψους 400 εκατ.- ταυτόχρονα με νέα ομολογιακή έκδοση.
Η νέα έκδοση λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο του ΜREL. Το προηγούμενο ομόλογο είχε εκδοθεί το 2019 και λήγει το 2029. Ωστόσο, στην πενταετία αρχίζει το δικαίωμα της έκδοσης νέων τίτλων και της αντικατάστασής τους, εφόσον διαπιστώνει η τράπεζα ότι οι συνθήκες της αγοράς είναι πολύ καλύτερες. Το mandate δόθηκε σε Commerzbank, Goldman Sachs Bank Europe SE, Intesa Sanpaolo S.p.A, J.P. Morgan SE, Morgan Stanley Europe SE και Natixis, για την έκδοση τίτλου με ωρίμανση σε 11,25 χρόνια και δικαίωμα ανάκλησης στα 6,25 χρόνια. Ο κύκλος κλείνει με τη διάθεση του 27% του μ.κ. της Πειραιώς, που κατά γενική ομολογία ήταν από τις θεαματικότερες πανευρωπαϊκά.
Αμεση ήταν η ανταπόκριση των ξένων επενδυτών (80%) με σημαντικές νέες εισόδους ονομάτων, μεγέθους των Pictet, Redwheel, Wellington, Singapore, Lazard, Vanguard, Robeco, Fiera, Fine investment, Millenium, Marshal Wace κ.ά. Στο 6,61% κυμάνθηκε η συμμετοχή της Goldman Sachs, ενώ με 18,62% αναδείχθηκε μεγαλύτερος μέτοχος μειοψηφίας ο John Paulson.
Επιστροφή στην επενδυσιμότητα
Επειτα από 16 χρόνια οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν φτάσει στο σημείο της απόδοσης μερίσματος στους μετόχους/επενδυτές. Αποτελεί σημείο καμπής για τα ξένα funds, τα οποία έχουν επιπλέον -και ισχυρό- λόγο για να τοποθετηθούν επενδυτικά.
Σημειώνεται ότι για τη χρήση του 2023 οι συστημικές τράπεζες θα προχωρήσουν το καλοκαίρι στη διανομή μερισμάτων άνω των 800 εκατ. ευρώ και για την τριετία 2024-2026 (σύμφωνα με τα business plan, στόχος είναι η διανομή μερισμάτων άνω των 4 δισ. ευρώ, με την προϋπόθεση πως θα δοθεί η έγκριση από τον επόπτη SSM).
Η ισχυρή οργανική κερδοφορία άνοιξε τον δρόμο για τη διανομή μερισμάτων και οι πρώτες σχετικές συζητήσεις που έχουν κάνει οι διοικήσεις των τραπεζών με την ΕΚΤ δείχνουν ότι οι εποπτικές Αρχές θα δώσουν το πράσινο φως – αν και το θέμα του αναβαλλόμενου φόρου εξακολουθεί να αποτελεί «αγκάθι».
Επί μέρους, η Eurobank, με καθαρά κέρδη (μετά φόρων) που φτάνουν τα 1,14 δισ., αναμένεται να προχωρήσει στη διανομή για το 2023 του 25%, ήτοι 300 εκατ. ευρώ. Το μέρισμα υπολογίζεται στα 0,09 ευρώ/μτχ.
Η Εθνική Τράπεζα, με καθαρά κέρδη (μετά φόρων) στα 1,106 εκατ., θα προχωρήσει στη διανομή ποσού επίσης κοντά στα 300 εκατ. ευρώ (25% με 30% των κερδών). Το μέρισμα αναμένεται να είναι 0,30-0,35 ευρώ/μτχ.
Με καθαρά κέρδη (μετά φόρων) που αναλογούν στους μετόχους 611,3 εκατ., η διοίκηση της Alpha Bank προτίθεται να διανείμει το 20% – περί τα 120 εκατ. ευρώ. Στα 0,05/μτχ υπολογίζεται το μέρισμα.
Τέλος, η Τράπεζα Πειραιώς, με καθαρά κέρδη (μετά φόρων) 788 εκατ., το 2023, θα προχωρήσει στη διανομή μερίσματος που αντιστοιχεί στο 10% των κερδών, δηλαδή σε περίπου 80 εκατ. ευρώ. Το μέρισμα ανά μετοχή υπολογίζεται στα 0,064 ευρώ/μτχ.
Η εκτίμηση
H contrarian JPMC: Από την εκτίμηση πως ο οίκος Moody’s κατά 90% θα απέδιδε το investment grade στην ελληνική οικονομία, στην αιρετική προσέγγιση, διότι δεν… συμφέρει η αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών στην κατηγορία των Αναπτυγμένων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με έκθεση του αμερικανικού οίκου (JPMC), μόνο τρεις από τις εισηγμένες στο Χ.Α. πληρούν τα κριτήρια προκειμένου για να ενταχθούν στον δείκτη DM Europe, έναντι προϋπόθεσης τουλάχιστον πέντε να είναι on track.
Αυτό ήταν γνωστό, φυσικά, εξαρχής (από τον οικονομικό σύμβουλο του πρωθυπουργού, μέχρι τους επικεφαλής των ΕΧΑΕ, Κεφαλαιαγοράς και λοιπών αρμόδιων Αρχών και φορέων), ότι η ένταξη στις ανεπτυγμένες αγορές δεν αφορά μόνο τυπικά κριτήρια υποδομής, ελέγχου και μεγέθους της αγοράς και των εταιριών, αλλά σημαντικό ρόλο έχουν να παίξουν και οι μεγαλομέτοχοι, κυρίως των μεγάλων εισηγμένων.
Αν δεν αυξηθεί ικανοποιητικά η διασπορά και η εμπορευσιμότητα μιας ικανής ομάδας εισηγμένων εταιριών, δουλειά δεν γίνεται, θα κοπούν στο… ζέσταμα. Κάποιοι μεγαλοεπιχειρηματίες το έχουν καταλάβει αυτό και «σκίζονται». Το θέμα είναι να το καταλάβουν περισσότεροι.
Διότι, εν τέλει, για να γίνει η Ελλάδα μια ανεπτυγμένη αγορά (όπως οι υπόλοιπες αγορές της ευρωζώνης), θα πρέπει συν τοις άλλοις να απαντήσουν θετικά στο σχετικό ερώτημα και οι ίδιοι οι επενδυτές του εξωτερικού.
Ακριβώς σε αυτά (αλλά όχι μόνον) αναφέρονται οι αναλυτές της JPMC, που δίνουν λίγες πιθανότητες η ελληνική αγορά να αναθεωρηθεί, επειδή μόλις τρεις μετοχές (Εθνική Τράπεζα, Eurobank και ΟΠΑΠ) πληρούν τα κριτήρια ένταξης στον MSCI Europe. Τροχοπέδη η κεφαλαιοποίηση της αγοράς και η ελεύθερη διασπορά.
Ποιες εταιρίες πληρούν τους όρους
Ως προς τη χρηματιστηριακή αξία, πέντε εταιρίες πληρούν τους όρους των 5,8 δισ. και 2,9 δισ. σε free float: Εθνική, Eurobank, Alpha Bank, Πειραιώς και Mytilineos.
Ποια είναι τα κριτήρια προσβασιμότητας στην αγορά και ποια η «Διαθεσιμότητα επενδυτικών εργαλείων-μέσων»; Οσον αφορά το μέγεθος, «η Ελλάδα στις αναδυόμενες αγορές έχει συμμετοχή με 10 μετοχές, αλλά αν θα πρέπει να ωθηθεί στο DM Europe (αρνούμαστε να το ονομάσουμε προαγωγή), τότε πιθανότατα θα χάσει επτά συστατικά στοιχεία, μένοντας με τρεις μετοχές κάτω από το ελάχιστο όριο των πέντε για να πληροί τις προϋποθέσεις του DM. Υπάρχει, επίσης, ένα κριτήριο ρευστότητας, το οποίο είναι περίπλοκο, αλλά και οι 10 ελληνικές μετοχές με άνεση το πληρούν» συνεχίζει ο οίκος JP Morgan.
Εύλογα προκύπτουν τα εξής ερωτήματα: Πρώτον, εάν τα ανωτέρω ήταν γνωστά στο πλαίσιο του road show της JPMC στη Νέα Υόρκη, δεύτερον, κατά πόσον η ΕΧΑΕ ήταν ενήμερη και, τρίτον, σε ποιον βαθμό η διοίκησή της είναι αποτελεσματική έπειτα από συμπλήρωση δύο χρόνων από τότε που ανέλαβε ο Γιάννος Κοντόπουλος.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ