Αίσθηση προκάλεσε η πρόσφατη τοποθέτηση του Piero Cipollone πως τα μέλη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πρέπει να επιδείξουν αποφασιστικότητα όσον αφορά στην επιτοκιακή πολιτική. Ο λόγος αυτονόητος, καθώς, σύμφωνα με τον Ιταλό τραπεζίτη, διατηρώντας τα επιτόκια τόσο υψηλά επί μακρόν υπονομεύεται η δυνατότητα ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Ήταν η πρώτη νομισματικού χαρακτήρα εκτίμηση του νεότερου μέλους του Δ.Σ. της ΕΚΤ -εντάχθηκε τον Νοέμβριο του 2023 από την Banca d’ Italia-, δύο εβδομάδες πριν από τη συνεδρίαση της 11ης Απριλίου, για ορισμένους αναλυτές προπομπός της «μάχης» που θα δώσουν τα «περιστέρια» στην προσπάθειά τους να επισπευσθεί η μείωση των επιτοκίων.
Δύσκολο το εγχείρημα, καθώς τα «γεράκια», από την πλευρά τους, δεν φαίνονται διατεθειμένα για… εκπτώσεις στην άτεγκτη μονεταριστική πολιτική τους, την ώρα που το Βερολίνο -και οι αυλικοί του- αρνείται κάθε συζήτηση για ενδεχόμενη αμοιβαιοποίηση χρέους, ακόμα και για αμυντικά ζητήματα (και λόγω Ουκρανίας – Μέσης Ανατολής).
Ο 62ετής Ιταλός (από το Avezzano της L’ Aquila), από τους πιο έμπειρους τραπεζικούς παράγοντες της χώρας του, είναι σε θέση να γνωρίζει, εκ των έσω, τις αντοχές που μπορεί να έχει η ιταλική οικονομία υπό την ασφυκτική πίεση του ακριβού κόστους χρήματος. Μάλιστα, λόγω της πρότερης θητείας του ως μέλος του Δ.Σ. της Παγκόσμιας Τράπεζας, υπεύθυνος για χώρες του Νότου -συμπεριλαμβανόμενης της Ελλάδας- την περίοδο 2011-2014, έχει ενδελεχή γνώση της κατάστασης.
Ο Piero Cipollone εμφανίζεται (27 Μαρτίου – «Financial Times») ανήσυχος για την ανθεκτικότητα των οικονομιών της ευρωζώνης, προφανώς της χώρας του, σε μία συγκυρία κατά την οποία ο Γιάννης Στουρνάρας αναφέρεται στον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού. Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος ήταν σαφής πρόσφατα, προειδοποιώντας πως η ευρωπαϊκή οικονομία έχει εισέλθει σε φάση οικονομικής επιβράδυνσης σε περιβάλλον όπου οι τιμές δεν έχουν αποπληθωριστεί, αλλά αντιθέτως οι πληθωριστικές τάσεις παραμένουν ενεργότατες.
Ολιγοπώλια
Δεν είναι τυχαίο πως η Τράπεζα της Ελλάδος σε μελέτη της αναφέρεται σε ολιγοπώλια στα τρόφιμα, στα καύσιμα, στις τράπεζες και στην ιδιωτική νοσοκομειακή περίθαλψη. «Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερο ανταγωνισμό…» λέει ο Γιάννης Στουρνάρας και, αλήθεια, ποιος μπορεί να διαφωνήσει με τον κεντρικό μας… Βασικοί κλάδοι της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, δείχνοντας με το δάκτυλο και τους υπευθύνους για τον πληθωρισμό, που επιβαρύνει κυρίως τα χαμηλότερα εισοδήματα.
Γι’ αυτό υπεραμύνεται της πολιτικής ουσιαστικής ελάφρυνσης του κόστους χρήματος -μέσω τεσσάρων μειώσεων από 25 μ.β. κάθε φορά, συνολικά 100 μ.β., δηλαδή μία ποσοστιαία μονάδα, προκειμένου το βασικό επιτόκιο να υποχωρήσει στο 4%. Επανήλθε, μάλιστα («Πρώτο Θέμα»), δηλώνοντας: «Εάν ο πληθωρισμός εξελιχθεί σύμφωνα με τις προβλέψεις για τον Μάρτιο και εάν αυτή η τάση συνεχιστεί μέχρι το τέλος του έτους, πιστεύω ότι θα μπορεί να γίνουν μειώσεις στα βασικά επιτόκια από την ΕΚΤ».
Οι απόψεις του δεν απηχούν πλήρως μέχρι στιγμής άλλα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, σημειώνει το Bloomberg. «Αυτή δεν είναι ακόμα μία ενιαία άποψη», όπως παραδέχεται. «Ορισμένοι συνάδελφοι είναι πιο επιφυλακτικοί και πιστεύουν ότι οι μειώσεις των επιτοκίων θα πρέπει να είναι πιο μέτριες» συμπληρώνει.
Ωστόσο, τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό από τη Γαλλία και την Ιταλία υποστήριξαν το επιχείρημα ότι η Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια νωρίτερα παρά αργότερα. Καθώς ο δείκτης τιμών καταναλωτή βυθίζεται πιο κοντά στον στόχο του 2% της ΕΚΤ, οι περισσότεροι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής υποστήριξαν το μήνυμα της προέδρου Christine Lagarde ότι η πρώτη μείωση των επιτοκίων θα γίνει τον Ιούνιο.
Με αυτά τα δεδομένα, πολύ πιθανά στη συνεδρίαση της προσεχούς Πέμπτης (11 Απριλίου) να αποσαφηνισθεί το σκηνικό, προφανώς με γνώμονα και τα στοιχεία για τον πληθωρισμό Μαρτίου (που ανακοινώθηκαν τις τελευταίες ημέρες).
SSM: «Ναι» στο μέρισμα, αλλά με το… σταγονόμετρο
Πρώτη φορά από το 2008, οι διοικήσεις των τραπεζών θα διανείμουν μέρισμα. Υστερα από μία 15ετία επενδυτικής… ανομβρίας, οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι, Εθνική, Eurobank, Πειραιώς και Alpha Bank, θα ανταμείψουν τους μετόχους/επενδυτές με χρηματική διανομή. Ενέργεια στην οποία θα προχωρήσει και η μη συστημική Optima Bank – και, μάλιστα, από την πρώτη χρήση/παρουσία στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Αρχικά μέσω Bloomberg, στη συνέχεια από τη διοίκηση της ΤτΕ, προεξοφλήθηκε η έγκριση του εποπτικού μηχανισμού της ΕΚΤ, με τη σχετική ανακοίνωση του SSM να αναμένεται μέχρι το τέλος Απριλίου – κάτι σαν δώρο Πάσχα για τους επενδυτές. Αναμφίβολα αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη, επιβεβαιωτική της «αλλαγής σελίδας» του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος, δηλωτική της επιστροφής στην επενδυσιμότητα.
Ομως, το περιβάλλον -διεθνές και εσωτερικό- δεν είναι και το καλύτερο δυνατό: ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού στην ευρωζώνη, η γεωπολιτική αστάθεια, οι εκλογές στις 6-9 Ιουνίου δεν επιτρέπουν εφησυχασμό. Τουναντίον, τα δραματικά γεγονότα στη Μόσχα είχαν άμεση επίπτωση στο οικονομικό πεδίο, αντιστρέφοντας την αποπληθωριστική τάση στις τιμές φυσικού αερίου και επιβαρύνοντας παράλληλα το πετρέλαιο. Επιπρόσθετα, το 2024 η ΕΚΤ θα αποσύρει περί τα 800 δισ. ευρώ από την αγορά (πολλαπλάσια η μόχλευσή τους), με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την ελληνική οικονομία, το εγχώριο banking.
Πρακτικά, σε περιβάλλον κόστους χρήματος 4% με 3% ο ρυθμός ανάπτυξης, ακόμα και με το θετικό σενάριο του 2,9% (βάσει του Προϋπολογισμού), θα υπολείπεται, ενώ στο ενδεχόμενο ενός 1,9% θα είναι σχεδόν στο ήμισυ. Αυτό παραπέμπει σε ένα περιβάλλον στασιμοπληθωρισμού, με κόστος δανεισμού/χρηματοδότησης ενδεχομένως και διπλάσιο του ρυθμού ανάπτυξης, δηλαδή σε πραγματικούς όρους συρρίκνωση ακόμα και με όρους πλήρους λειτουργίας του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Μάλιστα, για ένα πολύ συγκεκριμένο μέρος της εγχώριας επιχειρηματικότητας (της πιο μεγάλης και πιστοληπτικά θετικής), αφήνει εκτός ανταγωνιστικής χρηματοδότησης τις εννέα στις 10 επιχειρήσεις, κυρίως ΜμΕ, που επί της ουσίας αποτελούν τον ιστό του οικονομικού/κοινωνικού ιστού της χώρας.
Σε αυτά, εάν προστεθεί το ανοιχτό πρόβλημα της απαίτησης λόγω αναβαλλόμενης φορολογίας, γίνεται κατανοητή η επιφυλακτική στάση του SSM στη διανομή μερίσματος. Επρεπε να προχωρήσουν εργώδεις επαφές των υπουργείου Οικονομικών και Τραπέζης της Ελλάδος με τη Φρανκφούρτη για να (απο)δεχτεί η νέα διοίκηση του SSM τη διανομή μερίσματος το 2024.
Η Claudia Buch, στη γραμμή του προκατόχου της Andrea Enria, φρόντισε να καταστήσει σαφείς τις επιφυλάξεις του επόπτη, αναγνωρίζοντας όμως και την ανάγκη χρηματικής διανομής, προκειμένου να υπάρξει δέλεαρ για τα πανίσχυρα funds να συμμετάσχουν στην αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις συστημικές τράπεζες. Αποκαλυπτική η «DEALnews»: «Στην παράμετρο της ECB, τα συμφέροντα και γιατί η Γερμανίδα επικεφαλής του SSM θάλπει το εγχώριο σύστημα…», στο προηγούμενο φύλλο της.
Συνεπώς, μέρισμα από τα κέρδη του 2023 θα διανεμηθεί φέτος, αλλά ο πήχης θα είναι πολύ χαμηλότερος. Πόσο; Θα γνωρίζει η κοινότητα το επόμενο διάστημα, με επικρατέστερο το ενδεχόμενο ενός 10% με 15%, ανάλογα με την τράπεζα.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ