Πρωτογενές πλεόνασμα 4,096 δισ. ευρώ ή 1,9% του ΑΕΠ εμφάνισε η ελληνική οικονομία το 2023, σχεδόν διπλάσιο του στόχου που είχε τεθεί για 1% και μετά από μηδενικό αποτέλεσμα το 2022, σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ.
Παράλληλα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το ελληνικό χρέος εκτιμάται ότι στα τέλη του 2023 υποχώρησε στα 357 δισ. ευρώ, ή 161,9% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας, από το 172,7% του ΑΕΠ το 2022 (356,8 δισ. ευρώ).
Η ισχυρή αποκλιμάκωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ οφείλεται στη μεγάλη αύξηση του ΑΕΠ στα 220,3 δισ. ευρώ το 2023 από τα 206,62 δισ.
Στο ίδιο κλίμα, το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας μειώθηκε στα 3,508 δισ. ευρώ από τα 5,143 δισ. ευρώ.
Στο 3,6% το μέσο έλλειμμα στην Ευρωζώνη και στο 88,6% του ΑΕΠ το χρέος
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ο λόγος του δημοσιονομικού ελλείμματος προς το ΑΕΠ μειώθηκε από 3,7% το 2022 σε 3,6% το 2023 στην ευρωζώνη, ενώ στην ΕΕ συνολικά αυξήθηκε από 3,4% σε 3,5%.
Δημοσιονομικό έλλειμμα ανέφεραν τα περισσότερα κράτη – μέλη, εκτός της Κύπρου και της Δανίας (και οι δύο +3,1%), της Ιρλανδίας (+1,7%) και της Πορτογαλίας (+1,2%).
Τα υψηλότερα ελλείμματα καταγράφηκαν στην Ιταλία (‑7,4%), την Ουγγαρία (-6,7%) και τη Ρουμανία (‑6,6%), ενώ έντεκα κράτη μέλη είχαν ελλείμματα υψηλότερα από το 3% του ΑΕΠ.
Σχετικά με το χρέος, οι χαμηλότεροι δείκτες ως προς το ΑΕΠ καταγράφηκαν στην Εσθονία (19,6%), στη Βουλγαρία (23,1%), στο Λουξεμβούργο (25,7%), στη Δανία (29,3%), στη Σουηδία (31,2%) και στη Λιθουανία (38,3%).
Δεκατρία κράτη μέλη είχαν δείκτες δημόσιου χρέους υψηλότερους από το 60% του ΑΕΠ, με τους υψηλότερους να καταγράφονται στην Ελλάδα (161,9%), την Ιταλία (137,3%), τη Γαλλία (110,6%), την Ισπανία (107,7%) και το Βέλγιο (105,2%).