Οι ειδικοί αναλύουν το νέο μεταβαλλόμενο περιβάλλον
Του Μιχαήλ Γελαντάλι
Με τις τελευταίες εξελίξεις στο γεωπολιτικό πεδίο να αποτυπώνονται στο επιχειρηματικό περιβάλλον, οι επενδυτές προεξοφλούν ότι η συνέχεια θα χαρακτηρίζεται από αυξημένο ρίσκο και μεταβλητότητα. Μέσα σε αυτή την «κινούμενη άμμο», η «Dealnews» δημοσιεύει έναν «επενδυτικό οδηγό», με αναλύσεις ειδικών, σε σχέση τόσο με τα τεκταινόμενα όσο και με όσα ακολουθούν, με στόχο την παροχή κρίσιμων πληροφοριών για όσες και όσους επιθυμούν να προβούν σε επενδυτικές πράξεις το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Στα «χαμηλά» το Χρηματιστήριο, αλλά… με θετικούς οιωνούς
«Ρηχό» το Χρηματιστήριο Αθηνών -ούτε καν στα 100 δισ. η αποτίμηση συνολικά των εισηγμένων-, δίχως μηχανισμό αντιστάθμισης, χωρίς προοπτική εμβάθυνσης σε εύλογο χρόνο και με σημαντική έκθεση σε hedge funds, η συνέχεια εξαρτάται από την τακτική που θα ακολουθήσουν διαχειριστές ξένων χαρτοφυλακίων και «ισχυρά χέρια».
Τα οικονομικά αποτελέσματα του 2023, που ανακοινώνονται αυτές τις ημέρες, οι προοπτικές μεγάλων ομίλων για το 2024 (και το 2025), οι διεργασίες συνδυαστικά με τις κυοφορούμενες συμφωνίες και η δυναμική αρκετών εταιριών της μεσαίας κεφαλαιοποίησης προϊδεάζουν για θετικό «ταμείο» και φέτος.
Σε συνέχεια των προηγούμενων τριών ετών σταθερής ανοδικής πορείας, το 2024, παρά το ασταθές διεθνές περιβάλλον και τις εγγενείς παθογένειες, προοιωνίζεται με κερδοφορία-ρεκόρ σε νευραλγικούς κλάδους και τομείς δραστηριότητας της εγχώριας επιχειρηματικότητας.
Προφανώς, η (παρ)όξυνση της κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής -ζωτικός χώρος για τα ελληνικά συμφέροντα- δεν επιτρέπει εφησυχασμό -τουναντίον, οι προειδοποιήσεις των Moody’s, JPMC και, τελευταία, του ΔΝΤ (χαμηλώνει τον πήχη για ανάπτυξη στο 2%…) απαιτούν αυξημένη ετοιμότητα. Κλειδί για τη στάση των ξένων funds, η μεταρρυθμιστική δυναμική (που έχει μετριασθεί τελευταία), η μέτρια απορροφησιμότητα πόρων (κυρίως) από το RRF, επιβράδυνση των εξαγωγών, συν η πολιτική παράμετρος, που θα κρίνουν εάν θα κλίνει προς την πλευρά των πωλητών ή των αγοραστών.
Με θετική μεταβολή 5% -για τον Γ.Δ.- από την αρχή του έτους, με τον τραπεζικό κλάδο να ενισχύεται 8,84%, έναντι 5,81% των blue chips, οι Λουκάς Παπαϊωάννου και Γιώργος Λαγαρίας αποτιμούν τις διεθνείς και τις εσωτερικές εξελίξεις. Εκτιμούν την κατάσταση ως έχει σήμερα, καθώς και «τι ακολουθεί».
Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση
Λουκάς Παπαϊωάννου, Economist / Corporate Advisor
Οταν ο Μάο Τσετούνγκ είχε πει τη φράση «Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση», σίγουρα δεν είχε στο μυαλό του τις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις, που άγονται και φέρονται από τις σφοδρές γεωπολιτικές συγκρούσεις σε πολλά μέτωπα, αλλά και τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών σχετικά με τη νομισματική πολιτική και το ύψος των επιτοκίων.
Οι απανταχού traders, όμως, συμφωνούν απολύτως με τον Μεγάλο Τιμονιέρη όσον αφορά τις αγορές μετοχών, ομολόγων, ισοτιμιών, μετάλλων & αγαθών.
Η κλιμακούμενη κρίση στη Μέση Ανατολή αποτέλεσε άλλο ένα κομμάτι στο puzzle των αγορών, με αβέβαιη εξέλιξη, αυξάνοντας τη μεταβλητότητα σε όλες ανεξαιρέτως τις αγορές. Κυρίως, όμως, όπως συμβαίνει ιστορικά, ωφελημένα βγήκαν τα πολύτιμα μέταλλα και, κυρίως, ο χρυσός, που για άλλη μία φορά αποτέλεσε ασφαλές καταφύγιο.
Τεχνικά, η διάσπαση του 2080$ προϊδεάζει για νέους ανοδικούς στόχους με 1ο επίπεδο το 2350 & επόμενο τη ζώνη 2550-2610$, ειδικά αν το Ισραήλ κλιμακώσει την κρίση ανταπαντώντας με ένα χτύπημα σε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Οσο συντηρούνται οι τιμές πάνω από τη στήριξη του 2380$ και αρκετές κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν να αγοράζουν το πολύτιμο μέταλλο, δεν δημιουργούνται ανησυχίες για το πολύτιμο μέταλλο.
Πέραν του χρυσού, και τα υπόλοιπα μέταλλα ακολουθούν την ανοδική κίνηση, υποβοηθούμενα από τις πρόσθετες κυρώσεις στη Ρωσία, κινούμενα σε νέα υψηλά έτους, διατηρώντας τις πληθωριστικές πιέσεις στη βιομηχανική παραγωγή. Χαρακτηριστικά, το συμβόλαιο αλουμινίου στις ΗΠΑ από την αρχή του έτους έχει ενισχυθεί κατά 21% και όσο διατηρείται άνω των 2400$, αυξάνει τις πιθανότητες να προσεγγίσει το υψηλό του 2023 στα 2672$.
Οσον αφορά τον τομέα των καυσίμων, το πετρέλαιο (crude) από την αρχή του έτους έχει κερδίσει ένα 25%. Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση θα μπορούσε να ήταν αρκετά χειρότερη, αν οι Ιρανοί είχαν κλείσει τα στενά του Ορμούζ, απ’ οπού διακινείται το 30% σχεδόν του παγκόσμιου πετρελαίου, τίποτα δεν αποκλείει μια αναβάθμιση της κρίσης στη Μέση Ανατολή να εκτινάξει την τιμή στα προηγούμενα υψηλά του 2023 (95$), με επόμενο πιθανό στόχο τα 105$. Οσο οι τιμές παραμένουν άνω του ΚΜΟ 200 ημερών expo (78,70$) και η κρίση δεν εκτονώνεται, ο κίνδυνος για έναν νέο κύκλο πληθωριστικών πιέσεων παραμένει αυξημένος για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.
Οι κεντρικές τράπεζες, αναγνωρίζοντας τη δυσκολία τιθάσευσης του πληθωρισμού αλλά και τις γεωπολιτικές κρίσεις που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, αναθεωρούν τις αισιόδοξες προβλέψεις τους για μειώσεις επιτοκίων.
Η μεν FED μας ενημέρωσε ότι είναι νωρίς για τέτοιες σκέψεις, αφού ο πληθωρισμός επιμένει και, μάλιστα, χωρίς να έχουν επιμετρηθεί οι πρόσφατες επιπτώσεις από τη Μ.Α., ενώ η ΕΚΤ περιμένει τα μακροοικονομικά στοιχεία Ιουνίου για να λάβει τις αποφάσεις της.
Αν και εμφανίζεται πιο αισιόδοξη, λόγω πίεσης της οικονομικής ανάπτυξης στην ευρωζώνη, διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας για την ταχύτητα μείωσης, αφού ακόμη είμαστε στην αρχή του φαινομένου και οι επιπτώσεις είναι άγνωστες. Επιπλέον, οι προβλέψεις της στο πρόσφατο παρελθόν απέκλιναν σημαντικά από την πραγματικότητα, συνεπώς η φερεγγυότητά της έχει τρωθεί.
Συνεπακόλουθο της διαφορετικής ρητορικής που ακολουθούν οι 2 μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες, αλλά και της αυξανόμενης γεωπολιτικής αστάθειας είναι η ενίσχυση του $ έναντι σχεδόν όλων των νομισμάτων. Οσον αφορά την ισοτιμία euro/usd, η 1η σημαντική στήριξη επικεντρώνεται στο 1,05. Η ισοτιμία από τις αρχές του 2023 κινείται πλευρικά στο εύρος 1,05-1,12, δίνοντας πολλές ευκαιρίες στους traders για εύκολα κέρδη. Επιβεβαιωμένη διάσπαση ενός εκ των 2 ορίων θα οδηγήσει σε νέα, μεγάλη κίνηση την ισοτιμία.
Οσον αφορά τις χρηματιστηριακές αγορές, η πρόσφατη προσέγγιση ιστορικών υψηλών από το σύνολο σχεδόν των ανεπτυγμένων αγορών αυξάνει τον φόβο και τη μεταβλητότητα για μια πιο βαθιά διόρθωση, ως συνέπεια της καθυστέρησης μείωσης των υψηλών επιτοκίων, των χαμηλών προσδοκιών για ανάπτυξη, αλλά και του φόβου που δημιουργούν οι αλλεπάλληλες γεωπολιτικές κρίσεις σε όλη την υφήλιο.
Συμπερασματικά, οι μεγάλες αναταραχές δημιουργούν και μεγάλες ευκαιρίες για τους κατέχοντες μετρητά σε όλες τις αγορές. Επειδή η αγορά άγεται και φέρεται σε μεγάλο βαθμό από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και οι εμπλεκόμενοι δεν φημίζονται για τη λογική τους, εκτιμούμε ότι το επικείμενο χτύπημα του Ισραήλ πρέπει να θεωρείται βέβαιο και το ερώτημα έγκειται μόνο στο μέγεθος της ανταπόδοσης.
Συνεπώς, η μεταβλητότητα θα έχει συνέχεια και οποιαδήποτε εμπλοκή με οποιαδήποτε αγορά θα πρέπει να συνοδεύεται από τεχνικές stop loss, για μεγαλύτερη προστασία των επενδυτών.
Επιτόκια: Οι κεντρικές τράπεζες θα φυσούν το γιαούρτι για αρκετό καιρό
Γιώργος Λαγαρίας, Chief Economist της εταιρίας Mazars
Τον Σεπτέμβριο του 2021 ο παγκόσμιος πληθωρισμός ανηφόριζε στο 4% με 5%, ένα επίπεδο που οι εθνικές οικονομίες δεν είχαν δει για πολλά χρόνια. Οι κεντρικές τράπεζες ως τότε ήταν επικεντρωμένες στο να μειώνουν το ρίσκο των επενδυτών κρατώντας χαμηλά τα επιτόκια δανεισμού και «τυπώνοντας» φρέσκο χρήμα κάθε φορά που οι γενικοί δείκτες υποχωρούσαν σημαντικά.
Δήλωσαν, λοιπόν, με κάποια βεβαιότητα ότι «ο πληθωρισμός είναι παροδικός». Γνώριζαν, βέβαια, ειδικά στην Αμερική, ότι το τελευταίος γύρος ποσοτικής χαλάρωσης ήταν διαφορετικός, καθώς τα χρήματα που είχαν τυπωθεί είχαν καταλήξει στους καταναλωτές αυτή τη φορά. Αλλά βασίστηκαν στο ότι αυτοί οι καταναλωτές θα φέρονταν όπως όλη την προηγούμενη δεκαετία: περισσότερες αποταμιεύσεις και λιγότερα έξοδα. Μπορεί και να είχαν δίκαιο. Δεν θα το μάθουμε ποτέ.
Λίγους μήνες αργότερα ξέσπασε πόλεμος στην Ουκρανία. Το πρώτο κύμα πληθωρισμού (πανδημία) επικαλυπτόταν από ένα δεύτερο (Ουκρανία). Οι τιμές εκτοξεύθηκαν. Οι εργαζόμενοι δεν είχαν πλέον εναλλακτική και βρήκαν το θάρρος να ζητήσουν από τις επιχειρήσεις αυξήσεις. Ο πληθωρισμός προσφοράς έκανε μετάσταση σε πληθωρισμό ζήτησης, αναγκάζοντας τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκιά τους επιθετικά.
Με αυτό τον κύκλο πλέον να έχει τελειώσει, οι κεντρικές τράπεζες βρίσκονται με επιτόκια αρκετά υψηλότερα από την ονομαστική ανάπτυξη (ανάπτυξη + πληθωρισμός). Η Ευρώπη αναμένεται να αναπτυχθεί περίπου 0,5% φέτος, με πληθωρισμό κοντά στο 2,2% έως το τέλος του έτους. Αρα, το επιτόκιο δεν θα έπρεπε να είναι υψηλότερο από περίπου 2,75% με 3,25%. Αυτή τη στιγμή, το μικρότερο επιτόκιο, αυτό των καταθέσεων των τραπεζών στην ΕΚΤ, βρίσκεται στο 4%, και το επιτόκιο των βασικών επιχειρήσεων αναχρηματοδότησης στο 4,5%, επίπεδα που σαφώς επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα.
Οι αγορές των ομολόγων προβλέπουν, βέβαια, τρεις μειώσεις επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους, δηλαδή επιτόκια στο 3,25% με 3,75%, αρκετά ψηλότερα απ’ όσο που θα έπρεπε να είναι.
Γιατί οι κεντρικές τράπεζες είναι τόσο συντηρητικές, τη στιγμή, μάλιστα, που πέρασαν μία δεκαετία στο αντίθετο στρατόπεδο, δηλαδή με μηδενικά επιτόκια; Γιατί πολύ απλά νιώθουν ότι στα μάτια των καταναλωτών απέτυχαν να περιορίσουν τον πληθωρισμό το 2021. Η πολιτική ηγεσία δεν δείχνει διατεθειμένη να μοιραστεί το φταίξιμο για τις υψηλές τιμές. Αν νιώσουν ότι απειλούνται οι κυβερνήσεις, μπορούν πάντα να «επιτεθούν» στην κεντρική τράπεζα και να διακυβεύσουν την ανεξαρτησία της.
Μπορεί κάτι τέτοιο να μην έχει συμβεί ακόμη, αλλά με την άνοδο των πιο λαϊκών κομμάτων στην εξουσία της Ευρώπης, η ΕΚΤ θα μπορούσε κάλλιστα να βρεθεί στο στόχαστρο. Το ίδιο ισχύει και για τη Fed. Με δεδομένη και την οικονομική μεταβλητότητα αλλά και τις ευμετάβλητες τιμές του πετρελαίου λόγω της κατάστασης στη Μ. Ανατολή, οι κεντρικοί τραπεζίτες λογικά θα προτιμήσουν την πλευρά της συντήρησης. Να κρατήσουν, δηλαδή, τα επιτόκια υψηλότερα απ’ όσο η θεωρία επιτάσσει. Κοινώς, θα… φυσούν το γιαούρτι για αρκετό καιρό ακόμη.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ