Το 2024, ο παγκόσμιος τουρισμός και τα αεροπορικά ταξίδια είναι έτοιμα για πλήρη ανάκαμψη στα προ της πανδημίας επίπεδα, όπως τονίζει ο Λύσανδρος Τσιλίδης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ταξιδιωτικών Γραφείων Ελλάδος (Fedhatta). Παράλληλα, όπως σημειώνει η Χριστίνα Τετράδη, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΕΟΞ), η Ελλάδα δημιουργεί μια σταθερή βάση τουριστικών ροών, φτάνοντας σε επίπεδα 30 εκατομμυρίων αφίξεων. Το ορόσημο αυτό επηρεάζει σημαντικά τον επιχειρηματικό σχεδιασμό και την ευρύτερη στρατηγική προσέγγιση του τουρισμού στη χώρα. “Μια περίοδος αυξημένης ζήτησης δεν είναι καιρός για εφησυχασμό, αλλά καιρός για στρατηγικό σχεδιασμό”, σημείωσε η κ. Τετράδη.
Η Ελλάδα προσφέρει πλέον ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό τουριστικό προϊόν, συνυφασμένο με χαρακτηριστικά ασφαλείας, ενώ παράλληλα επιδιώκει να διαφοροποιήσει τις μορφές τουρισμού της για να μετριάσει την εποχικότητα και να ενισχύσει τη διασπορά του εισοδήματος σε όλες τις περιοχές, επισήμανε η κ. Τετράδη. “Αν και οι κρατήσεις φέτος παρουσιάζουν γενικά μια ήπια αύξηση από το 2023, η περίοδος της αυξημένης ζήτησης θα πρέπει να αξιοποιηθεί για στρατηγικό σχεδιασμό. Μόνο έτσι μπορούμε να συνεχίσουμε να στηριζόμαστε στον τομέα μας για το μέλλον”, δήλωσε ο Γιάννης Χατζής, πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Ξενοδόχων, κατά τη διάρκεια πρόσφατης παρέμβασης.
Δύο πρωταρχικές προκλήσεις για φέτος, όπως υπογράμμισε ο κ. Τσιλίδης, είναι οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή μας και οι ελλείψεις προσωπικού. Οι συγκρούσεις αυτές δημιουργούν σημαντική ανησυχία και φόβο στους ταξιδιώτες, επηρεάζοντας άμεσα το ενεργειακό κόστος και κατ’ επέκταση τις λειτουργικές πτυχές των επιχειρήσεων. Το θέμα του προσωπικού, το οποίο παραμένει σημαντικό, οδηγεί πολλά ξενοδοχεία να μην μπορούν να ανοίξουν πλήρως, όπως σκιαγράφησε η κ. Τετράδη, η οποία ανέφερε επίσης ότι το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων ετοιμάζει μελέτη που θα περιγράφει αναλυτικά τα φετινά ζητήματα απασχόλησης στα ξενοδοχεία. Ωστόσο, το λειτουργικό κόστος συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τα ξενοδοχεία, εμποδίζοντάς τα να κάνουν ακριβείς προβλέψεις για τον προϋπολογισμό τους, πρόσθεσε η κ. Τετράδη.
Η κ. Τετράδη επέκρινε την έλλειψη διαφημιστικής καμπάνιας που να συνδέει το ελληνικό Πάσχα με την έναρξη της θερινής περιόδου, μια χαμένη ευκαιρία που θα μπορούσε να προσκαλέσει περισσότερους διεθνείς ταξιδιώτες στην Ελλάδα κατά την περίοδο αυτή. Παράλληλα, ο κ. Μανώλης Τσακαλάκης, πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Κρήτης, σημείωσε ότι η οικονομική κρίση και η σύσφιξη των οικογενειακών προϋπολογισμών θα είναι φέτος ιδιαίτερα εμφανής στους Ευρωπαίους, ιδίως στους Γερμανούς. Ωστόσο, παρατήρησε ότι οι Γερμανοί και οι Βρετανοί έχουν αγκαλιάσει με ενθουσιασμό τα ταξίδια φέτος, λειτουργώντας με την αντίληψη ότι “αν δεν αποταμιεύουν ή δεν επενδύουν, τότε ταξιδεύουν”. Ωστόσο, αναμένει ότι αυτοί οι οικονομικά επιφυλακτικοί τουρίστες πιθανότατα θα ξοδέψουν λιγότερα εκτός των ξενοδοχείων τους, αναμένοντας μια μέτρια δαπάνη από αυτούς αυτή τη σεζόν.
Η κ. Τετράδη τόνισε επίσης τη σημασία της αναβάθμισης των υποδομών στα ελληνικά αεροδρόμια. Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα που ανέφερε είναι το αεροδρόμιο της Ζακύνθου, το οποίο μπορεί να εξυπηρετήσει μόνο τρία αεροπλάνα ανά ώρα, λόγω του πεπαλαιωμένου εξοπλισμού ραντάρ στην Ανδραβίδα, που επηρεάζει τη διαχείριση των εισερχόμενων πτήσεων. Το ζήτημα αυτό αναμένεται να επιλυθεί μέχρι το 2026, παρόμοια με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το αεροδρόμιο των Χανίων.
Εν κατακλείδι, οι κύριες αγορές προέλευσης τουριστών θα συνεχίσουν και φέτος να είναι η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Πολωνία, η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία, μεταξύ άλλων, οι οποίες παρουσιάζουν ισχυρή δυναμική, σημείωσε ο κ. Τετράδης. Επιπλέον, η διευκόλυνση των διαδικασιών έκδοσης βίζας για επισκέπτες από χώρες όπως η Ινδία, η Κίνα, η Ανατολική Ευρώπη και η Λατινική Αμερική θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τις τουριστικές ροές προς την Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Τσιλίδη.