Αν και μειώθηκαν φόροι και εισφορές, αυξήθηκαν οι κρατήσεις!
Το βλέπαμε, το λέγαμε, το διαπιστώναμε μήνα με τον μήνα στο εκκαθαριστικό της μισθοδοσίας, τώρα το πιστοποιεί και ο ΟΟΣΑ. Οχι μόνο για την Ελλάδα, να είμαστε ειλικρινείς. Απλώς τα στοιχεία για τη χώρα μας το καταγράφουν πολύ πιο έντονα. Ε, λοιπόν, από το 2021 και έπειτα, στους μισθούς μας το κράτος επιβάλλει αναλογικά περισσότερες κρατήσεις για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.
«Μα, πώς γίνεται αυτό» θα πείτε… Εδώ η κυβέρνηση ανακοινώνει τη μία μείωση φόρου μετά την άλλη. Χαμηλότερος συντελεστής υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, χαμηλότερος συντελεστής για το τμήμα του εισοδήματος μέχρι τα 10.000 ευρώ κ.λπ. Κι όμως. Με τέτοιον πληθωρισμό και τις συνεπακόλουθες ονομαστικές αυξήσεις, καθώς το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα αυξάνεται (σε ονομαστικούς όρους, διότι σε πραγματικούς το τρώει η ακρίβεια), τμήμα του μετατοπίζεται σε ολοένα και υψηλότερο κλιμάκιο, το οποίο προβλέπει και (πολύ) υψηλότερο συντελεστή. Βλέπετε, η κλίμακα στην Ελλάδα προβλέπει άλματα. Το 9% γίνεται 22%, το 22% πάει στο 28% και προτού το καταλάβεις φτάνεις ακόμα και στο 38% ή στο 44%.
Να, λοιπόν, κάτι που δεν γνωρίζαμε, αλλά θα το μάθουμε από την καλή και από την ανάποδη τώρα που αρχίζει και η διαδικασία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων: υπάρχει και… φορολογικός πληθωρισμός, ο οποίος, μάλιστα, τρέχει με πολλαπλάσια ταχύτητα συγκριτικά με αυτήν του δείκτη τιμών καταναλωτή.
Μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων και προκύψει βεβαίωση φόρου άνω των 4 δισ. ευρώ, πρώτη φορά εδώ και πάνω από 20 χρόνια, θα το νιώσουμε. Κάποιος τα πληρώνει τα πρωτογενή πλεονάσματα, δεν βγαίνουν από μόνα τους…
Το… άσπρο πρόβατο
Το νέο πρόγραμμα σταθερότητας -έστω και κουτσουρεμένο, καθώς θα αφορά μόνο τα έτη 2024 και 2025- προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα προσεγγίσει τα 240 δισ. ευρώ στο τέλος της επόμενης χρονιάς, η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα πέσει κάτω από το 150%, ενώ η Ελλάδα θα διατηρήσει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, ο οποίος θα είναι υψηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, και για φέτος και για του χρόνου.
Τι σημαίνουν αυτά στην πράξη;
Οτι η Ελλάδα είτε το 2025 είτε το 2026 θα πάψει να είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στην ευρωζώνη. Εκτός από εμάς, δημοσιεύουν σήμερα πρόγραμμα σταθερότητας και οι υπόλοιπες χώρες, με τα βλέμματα να πέφτουν κυρίως στο πρόγραμμα της Ιταλίας, η οποία την επόμενη 3ετία θα είναι η νέα πρωταθλήτρια χρέους της Ευρώπης.
Οτι η Ελλάδα θα ανακτήσει τα ιστορικά υψηλά του ΑΕΠ σε ονομαστικούς όρους, πιθανότατα το 2025. Ημασταν μέχρι σήμερα η μοναδική χώρα στην Ε.Ε. με χαμηλότερο ΑΕΠ από το 2009 και αυτό θα αλλάξει στο τέλος του επόμενου έτους, αρκεί να μην υπάρξει κάποιο απρόοπτο και πάλι στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Οτι η Ελλάδα δεν είναι πια μέρος του προβλήματος όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιδόσεις. Ειδικά μετά τις ευρωεκλογές, η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που θα κληθεί να επιτηρήσει και το νέο σύμφωνο σταθερότητας, θα κληθεί να κινήσει τις διαδικασίες υπερβολικού ελλείμματος για… 11 κράτη-μέλη της Ε.Ε. Και ποια είναι η έκπληξη; Η Ελλάδα, που πρωταγωνίστησε αρνητικά λόγω των ελλειμμάτων από το 2009 και έπειτα, δεν είναι στον κατάλογο, καθώς εξακολουθεί να εκπλήσσει με το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων της. Για το 2024 και για το 2025 θα είναι από τις ελάχιστες χώρες που θα παραγάγουν πλεονάσματα ικανά να καλύψουν τους τόκους εξυπηρέτησης του χρέους σε ταμειακούς όρους.
«Κλειδί» οι εξαγωγές
«Είμαστε μια ανοικτή οικονομία πολύ ισχυρότερη από όσο πριν από 15 χρόνια. Το μισό ΑΕΠ μας (περίπου 49%) προέρχεται από τις εξαγωγές, από 23% που ήταν παλαιότερα. Και εάν κάποιος δει το μείγμα των εξαγωγών, θα διαπιστώσει ότι εξάγουμε πιο πολλά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, ενώ, παρά τις αυξήσεις των μισθών, δεν πλήττεται η ανταγωνιστικότητα».
Στην επισήμανση αυτή προέβη αξιωματούχος του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στο περιθώριο της υποβολής στην Κομισιόν του Προγράμματος Σταθερότητας, θέλοντας να καταδείξει ότι οι εξαγωγές, σε συνδυασμό με τον τουρισμό, τη ναυτιλία και το Ταμείο Ανάκαμψης, μπορούν να οδηγήσουν τη διετία 2024-2025 σε υπερδιπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Το δε καλύτερο του στόχου πρωτογενές πλεόνασμα που σημειώθηκε το 2023 βοηθά στους φετινούς στόχους.
Ωστόσο, ο ίδιος δεν παραγνωρίζει ότι η χώρα δεν βρίσκεται σε μια «γυάλα» και, φυσικά, ότι επηρεάζεται από την αβεβαιότητα που επικρατεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση, τις γεωπολιτικές εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, αλλά και τα υψηλά επιτόκια της ΕΚΤ, τα οποία επίσης οδηγούν τους επενδυτές να τηρούν συγκρατημένη στάση.
Εκ των πραγμάτων, δηλαδή, η δημοσιονομική πειθαρχία θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ, εάν η χώρα επιθυμεί να αποφύγει δυσάρεστες εξελίξεις, όπως μια διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Πολλώ δε μάλλον που το πρόγραμμα σταθερότητας θεωρείται «προσωρινό» και η χώρα θα κληθεί στο τέλος του Σεπτεμβρίου να υποβάλει στην Κομισιόν, όπως και τα άλλα κράτη-μέλη, ένα απολύτως δεσμευτικό μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την τετραετία 2025-2028, οπότε πρωτεύοντα θα είναι ο περιορισμός των δαπανών και η μείωση του χρέους.
Τον Ιούνιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δώσει τετραετείς, απολύτως δεσμευτικές οδηγίες (ανεξαρτήτως τυχόν αλλαγών κυβερνήσεων) προς όλα τα κράτη-μέλη για τα όρια των «καθαρών» δαπανών. Παράλληλα, ανά έτος οι Βρυξέλλες θα ενημερώνουν τα κράτη-μέλη για το ποια θα πρέπει να είναι η αύξηση των «καθαρών» πρωτογενών δαπανών την επόμενη χρονιά. Η αύξηση θα διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα, και θα προκύπτει από μαθηματικό τύπο, ο οποίος θα βασίζεται στις προβλέψεις της Κομισιόν για το ΑΕΠ, τον πληθωρισμό κ.λπ.
Και εάν μια χώρα επιτυγχάνει υπερπλεόνασμα, δεν θα μπορεί να το διαθέτει για φοροελαφρύνσεις ή εισοδηματικές ενισχύσεις, εάν έτσι υπερβαίνει το ετήσιο όριο αύξησης των δαπανών. Εφεξής, με βάση τους νέους κανόνες, όπως αναφέρει ο αξιωματούχος του υπουργείου, ο δημοσιονομικός χώρος θα «μετριέται» με αποκλειστικό κριτήριο τις δαπάνες και θα δημιουργείται μόνο εάν περικόπτονται οι δαπάνες ή εάν γίνονται δημοσιονομικά ισοδύναμες αυξήσεις φόρων.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα καταγράφει εάν κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου έτους επιτυγχάνεται μικρότερη αύξηση δαπανών από τον στόχο ή μεγαλύτερη (με απόκλιση το πολύ 0,3%). Οι αποκλίσεις θα καταγράφονται σε Ειδικό Λογαριασμό (Control Account), ο οποίος ενεργοποιείται ήδη από φέτος. Εάν η χώρα συγκρατήσει τις δαπάνες κάτω από τον στόχο, με το «μαξιλάρι» θα μπορεί να καλύψει υπερβάσεις δαπανών τα επόμενα χρόνια, χωρίς ωστόσο να διαταράσσονται οι δημοσιονομικοί στόχοι και η προοπτική μείωσης του χρέους.
Η μόνη κατηγορία δαπανών με ξεχωριστό στάτους, επισημαίνει ο παράγοντας του υπουργείου, είναι αυτή των αμυντικών δαπανών. Εάν η χώρα παρεκκλίνει από τους δημοσιονομικούς στόχους, οι αμυντικές δαπάνες θα ορίζονται ως παράγων που θα σταθμίζεται για την εισήγηση ή μη για τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος.
«Δεν θα υπάρχει εγγύηση, αλλά μια κατανόηση» διευκρινίζει ο συγκεκριμένος αξιωματούχος, προσθέτοντας ότι «εάν έχεις χάσει τους στόχους και δεν ευθύνονται μόνο οι δαπάνες για άμυνα, θα πρέπει να γίνει μια αξιολόγηση και θα αποφανθούν οι Βρυξέλλες εάν απαιτείται η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Φυσικά, έχουμε και τα θέματα των φυσικών καταστροφών».
Σημειώνεται ότι φέτος είναι μια ειδική χρονιά, καθώς οι αυξημένες κατά 400 εκατ. ευρώ από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού (1 δισ. ευρώ, έναντι 600 εκατ. ευρώ) δαπάνες για τις πληρωμές συντάξεων θα αντισταθμιστούν από την υπεραπόδοση των εσόδων.
Με βάση τα στοιχεία του οικονομικού επιτελείου, περίπου 30.000 περισσότερες συνταξιοδοτήσεις αναμένονται φέτος, γεγονός το οποίο, σύμφωνα με τους αξιωματούχους του οικονομικού επιτελείου, καταδεικνύει και το μέγεθος της πρόκλησης για βιώσιμη διαχείριση του ασφαλιστικού τα επόμενα έτη.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ