Αύξηση στο χαρτοφυλάκιο κατά 12,25% σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Petrofin Research
Οι ναυτιλιακές εταιρίες ελληνικών συμφερόντων έχουν απορροφήσει από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα το ποσό των 11,515 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που είναι ενθαρρυντικό στοιχείο για το μέλλον της μελλοντικής χρηματοδότησης των Ελλήνων εφοπλιστών για την ενδυνάμωση και την ανανέωση του στόλου τους.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ετήσιας έρευνας της Petrofin Research, οι ελληνικές τράπεζες αύξησαν το χαρτοφυλάκιο των ελληνικών ναυτιλιακών δανείων κατά 12,25%, διατηρώντας την ανοδική πορεία από το 2017. Αντίθετα, μείωση κατά 9,59% εμφανίζει το ποσό που χορήγησαν οι διεθνείς τράπεζες προς τις ελληνικές ναυτιλιακές εταιρίες.
Αναλυτικότερα, στα 50,89 δισ. δολάρια διαμορφώθηκε ο συνολικός τραπεζικός δανεισμός προς τις ελληνικές ναυτιλιακές εταιρίες το 2023, από 51,9 δισ. δολάρια που ήταν το 2022, παρουσιάζοντας μείωση κατά 2%. Ωστόσο, ο δείκτης που μετρά τη χρηματοδότηση της ελληνικής ναυτιλίας, με βάση το 100, από το 2001 συνέχισε την πτωτική του πορεία και διαμορφώθηκε στις 308 μονάδες το 2023, από 314 μονάδες το 2022.
ΜΕΡΙΔΙΑ
Η Eurobank κατέχει το μεγαλύτερο ναυτιλιακό χαρτοφυλάκιο μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, με 4,003 δισ. δολάρια, και βρίσκεται στη δεύτερη θέση της συνολικής κατάταξης, μετά τη UBS (Credit Suisse), με 5,1 δισ. δολάρια. Η κυρία Χριστίνα Μαργέλου, η οποία είναι επικεφαλής της Μονάδας Ναυτιλίας στη Eurobank από το 2014, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην αύξηση της χρηματοδότησης προς τους Ελληνες εφοπλιστές.
Ακολουθούν η Τράπεζα Πειραιώς με ελληνικά ναυτιλιακά δάνεια 3,7 δισ. δολάρια, η Alpha Bank με 3,69 δισ. δολάρια και η Εθνική Τράπεζα με 3,32 δισ. δολάρια. Η Aegean Baltic Bank έχει χαρτοφυλάκιο ελληνικών δανείων ύψους 414 εκατ. δολαρίων και η Ελληνική Τράπεζα έχει διαθέσει 220 εκατ. δολάρια.
Σύμφωνα με την έρευνα, αξιοσημείωτη είναι και η δυναμική είσοδος της Παγκρήτιας Τράπεζας στα ελληνικά ναυτιλιακά δάνεια, με 74 εκατ. δολάρια. Επίσης, σε αυτά τα ποσά θα πρέπει να προστεθούν και άλλα 320 εκατ. δολάρια που έχει δώσει και η Bank of Cyprus προς Ελληνοκύπριους εφοπλιστές.
ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ
Επισημαίνεται από την έρευνα, ότι στο τέλος του 2023 οι Ελληνες εφοπλιστές είχαν συγκεντρώσει σημαντική ρευστότητα. Κάποιοι τη χρησιμοποίησαν για να προχωρήσουν σε νέες παραγγελίες πλοίων, ενώ πολλοί άλλοι για να μειώσουν τα «ακριβά» τραπεζικά δάνεια. Επομένως, οι τράπεζες διαπίστωσαν ότι, παρόλο που ο όγκος των δανείων αυξήθηκε κατά το 2023, δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν τα χαρτοφυλάκια δανείων τους, λόγω πρόωρων αποπληρωμών και αποσβέσεων.
Ενα βασικό χαρακτηριστικό του 2023 ήταν η αυξημένη δημοτικότητα των συμφωνιών Sale and Leaseback, δηλαδή πώληση και επαναμίσθωση πλοίων, καθώς και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη χρηματοδότηση πλοίων από funds. Πάροχοι θα μπορούσαν να προσφέρουν ανταγωνιστικές τιμές, αλλά τις περισσότερες φορές υψηλότερο δείκτη δανείου προς αξία (LTV) και μακρύτερης διάρκειας αποπληρωμές, κάτι που βρήκαν ελκυστικό οι Ελληνες εφοπλιστές.
Ομολογουμένως, οι συμφωνίες Sale and Leaseback (SLB) ήταν πιο διαδεδομένες μεταξύ των δημόσιων εταιριών ή/και των μεγάλων ναυτιλιακών, που αναζητούσαν την ευκαιρία να απελευθερώσουν κεφάλαια όπου ήταν απαραίτητο ή να χρηματοδοτήσουν νέες εξαγορές ή νεότευκτα πλοία, χρησιμοποιώντας λιγότερα δικά τους κεφάλαια.
Αυτός ο ανταγωνισμός έγινε έντονος και στέρησε από τις τράπεζες που χρηματοδοτούσαν τη ναυτιλία την ευκαιρία να συνάψουν περισσότερες συμφωνίες, αναφέρει η έρευνα της Petrofin.
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ SLB
Η εξαίρεση στον κανόνα
Η εξαίρεση στον κανόνα ήταν οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες κατάφεραν να αναπτυχθούν παρά τον ανταγωνισμό των SLB. Οι εγχώριες τράπεζες είχαν πλεονέκτημα, αφού διατηρούν μακροχρόνιες στενές σχέσεις με Ελληνες πελάτες, καθώς και οφέλη από παράλληλες υπηρεσίες.
Ο Γιώργος Ξηραδάκης, πρόεδρος της Ενωσης Τραπεζικών και Χρηματοοικονομικών Στελεχών Ναυτιλίας και πρόεδρος της XRTC BUSINESS CONSULTANTS, σχολιάζοντας τις εξελίξεις, στα δεδομένα της χρηματοδότησης ναυτιλιακών εταιριών, επισήμανε: «Οι απρόβλεπτες γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή καθώς και στην Ουκρανία συνήθως ευνοούν τη ναυτιλιακή βιομηχανία. Οι τράπεζες, όμως, αντιμετωπίζουν μία νέα κρίσιμη συνθήκη, αυτήν της ασφάλειας των χρηματοδοτούμενων πλοίων.
Σύμφωνα με τις οδηγίες του Γραφείου Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων των ΗΠΑ (OFAC), καθίσταται σαφές ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς σε μια ναυτιλιακή συναλλαγή (ασφαλιστής, τράπεζα, όμιλος εμπορικών συναλλαγών, πάροχος καυσίμων ή οποιοδήποτε άλλο μέρος μιας θαλάσσιας αλυσίδας εφοδιασμού) είναι στο επίκεντρο της ρυθμιστικής Αρχής.
Τα μέτρα συμμόρφωσης περιλαμβάνουν ιστορική και συνεχή ανάλυση των δεδομένων μετάδοσης του Automatic Identification System (AIS) των πλοίων, ρήτρες συμβάσεων που σχετίζονται με το AIS, προσεκτικό έλεγχο των εγγράφων αποστολής και ελέγχους που αφορούν το πλοίο.
Οι τράπεζες θα πρέπει, επίσης, να ελέγχουν τη ναυτιλιακή εταιρία, τυχόν πράκτορες ή τρίτα μέρη που είναι παρόντα στη συναλλαγή και να γνωρίζουν τα λιμάνια προσέλευσης του πλοίου για τη συγκεκριμένη ροή συναλλαγών, όπου είναι δυνατόν.
Χρησιμοποιώντας ναυτιλιακά δεδομένα για να προσδιορίσουν τι καταγράφεται στο δίκτυο OFAC, οι τράπεζες μπορούν να αποκαλύψουν το εύρος της πιθανής δραστηριότητας εξαιτίας των οποίων μπορούν να επιβληθούν κυρώσεις στα υποθηκευμένα πλοία τους.
Αυτά τα μέτρα έχουν γίνει ολοένα πιο περίπλοκα στην εφαρμογή για τις τράπεζες. Οι χρηματοδότες της ναυτιλίας πρέπει να ελέγχουν όχι μόνο τους δανειολήπτες μέσω των εφαρμογών Know Your Client (KYC), αλλά και τα πλοία, προκειμένου να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή τις κινήσεις και τις διαδρομές τους.
Απαιτείται, θα λέγαμε, ένα είδος εφαρμογής «Know Your Ship» (KYS). Υπάρχουν τρόποι για να γίνει αυτό, αλλά απαιτείται το σωστό επίπεδο τεχνολογίας. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν αλγόριθμοι αποστολής με ιδιότητες Τεχνητής Νοημοσύνης και μηχανικής μάθησης.
Οι μεθοδολογίες Τεχνητής Νοημοσύνης που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της έρευνας θαλασσίων κυρώσεων μπορούν τουλάχιστον να κατανοήσουν ποια είναι τα πλοία υψηλού κινδύνου και να προειδοποιούν εγκαίρως τις τράπεζες».
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ
Οι νέες προκλήσεις
Επίσης, απαντώντας στο ερώτημα «η ελληνική ναυτιλία μπορεί να συνεχίσει να είναι ανταγωνιστική και ταυτόχρονα βιώσιμη;», τόνισε: «Η ναυτιλία ως κλάδος χρειάζεται επαρκή κεφάλαια προκειμένου να ανανεώσει τον στόλο της και να επιτευχθούν οι στόχοι της απανθρακοποίησης. Η ελληνική ναυτιλία, με τη μακροχρόνια τεχνογνωσία και τον συλλογικό της δυναμισμό, ήταν πάντα απόδειξη ανθεκτικότητας και προσαρμοστικότητας, συνεχίζοντας την προσπάθεια ισορροπίας μεταξύ περιβαλλοντικής διαχείρισης και επιχειρηματικής κερδοφορίας, που θα αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας.
Η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα, η οποία κατέχει περισσότερο από το 50% του στόλου της Ε.Ε., έχει αντιληφθεί τις νέες προκλήσεις της χρηματοδότησης του κλάδου και, αξιοποιώντας καινοτόμες και ψηφιακές τεχνολογίες, προσπαθεί να συμβάλει στη μείωση των εκπομπών των ρύπων, διατηρώντας παράλληλα την ικανότητά της στην τραπεζική χρηματοδότηση.
Ο δυναμισμός και το μελλοντικό στοίχημα της ελληνικής ναυτιλίας έγκειται στη σημαντική επένδυση στην καινοτομία καθώς και στην υψηλού επιπέδου εκπαίδευση και κατάρτιση των στελεχών και του προσωπικού της. Τέλος, εξαρτάται από τη συνεχή ισχύ και την ικανότητά της στην υιοθέτηση ριψοκίνδυνων επενδύσεων, που οδηγούν την εθνική ναυτιλιακή βιομηχανία να διατηρήσει την ηγετική της θέση».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ