Παραδείγματα-σοκ για τις επιπτώσεις των πρόσφατων φορολογικών μέτρων
Στην εξόντωση των μικρομεσαίων, στον «θάνατο του εμποράκου», οδηγεί το νέο φορολογικό πλαίσιο, το οποίο νομοθέτησε πρόσφατα η κυβέρνηση, επιβάλλοντας τεκμαρτό εισόδημα για τις επιχειρήσεις, τους αυτοαπασχολουμένους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, υπογραμμίζει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών και Εμπόρων του νομού Θεσσαλονίκης (ΟΕΕΘ) Γιώργος Μουτσογιάννης.
Ο κ. Μουτσογιάννης μιλά χωρίς φόβο και πάθος στην «DEALnews» για το σύνολο των θεμάτων που απασχολούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) και τους ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στο «επιχειρείν». Τονίζει ότι ο «καιρός των Μνημονίων» και η κρίση του κορονοϊού «επηρέασαν αρνητικά όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και σε ολόκληρη την Ελλάδα» και εκτιμά πως φέτος ούτε η περίοδος του Πάσχα στάθηκε από άποψη κατανάλωσης ικανή για να δώσει μια «ανάσα» στις ΜμΕ.
Οσον αφορά το νέο φορολογικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί μετά τις τελευταίες νομοθετικές παρεμβάσεις, ο πρόεδρος της ΟΕΕΘ σημειώνει ότι η πρόσφατη επιβολή οριζόντιων φορολογικών κριτηρίων «αποδεικνύει την πλήρη αποτυχία των μέτρων αυτών», ενώ -παρουσιάζοντας παραδείγματα που σοκάρουν- ο κ. Μουτσογιάννης αναφέρει ότι η υποχρεωτική εφαρμογή τους από τις ΜμΕ οδηγεί στη σημαντική οικονομική επιβάρυνσή τους. «Είναι λοιπόν φανερό», προσθέτει, «ότι μόνο κακό προκαλεί η επιβολή του τεκμαρτού εισοδήματος τόσο στις ΜμΕ όσο και στην εικόνα της κυβέρνησης».
Στο ίδιο πλαίσιο, ο κ. Μουτσογιάννης αναφέρει ότι οι εφαρμοζόμενες από την «περίοδο των Μνημονίων» μέχρι και σήμερα πολιτικές επί της ουσίας στηρίζουν τις μεγάλες επιχειρήσεις και υπονομεύουν τις μικρομεσαίες. Ωστόσο, δεδομένης της δημιουργίας μονοπωλιακών καταστάσεων, ο πρόεδρος της ΟΕΕΘ θεωρεί ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν αποτελεί κέρδος για τον καταναλωτή, αλλά και για την Πολιτεία, καθώς μειώνεται ο πλούτος και κατ’ επέκταση τα έσοδα του κράτους.
Για το μείζον θέμα της ακρίβειας, ο κ. Μουτσογιάννης αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι είναι αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης επί περίπου 14 χρόνια οικονομικής κρίσης που έχει οδηγήσει στη μείωση των εισοδημάτων και στην αύξηση του κόστους παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων. «Οι ΜμΕ δεν μπορούν να επηρεάσουν με οποιονδήποτε τρόπο αυτόν τον κύκλο» αναφέρει και σε σχέση με τους μεσάζοντας τονίζει «πως δεν μπορούν να ελέγξουν και να διαμορφώσουν τις τιμές της ενέργειας, τους περιορισμούς στις εμπορικές συναλλαγές και την αύξηση του κόστους παραγωγής».
Ερ.: Περίπου 14 χρόνια μετά το πέρασμα στην «εποχή τω Μνημονίων» και περίπου πέντε χρόνια μετά την τυπική, έστω, έξοδο από τα ασφυκτικά προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, ποια είναι η εικόνα που παρουσιάζουν το λιανικό και το χονδρικό εμπόριο στη Θεσσαλονίκη;
Απ.: Τη δημοσιονομική κρίση που άρχισε με την περίοδο των Μνημονίων, ακολούθησαν η υγειονομική κρίση, που κράτησε σχεδόν τρία χρόνια, και η ενεργειακή κρίση που βιώνουμε μέχρι σήμερα. Αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης επί 14 χρόνια κρίσης είναι η συσσώρευση υποχρεώσεων και χρεών προς τους προμηθευτές, το Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες, που οδήγησαν αφενός μεν στο κλείσιμο χιλιάδων ΜμΕ και αφετέρου πολλές ΜμΕ να υπολειτουργούν πλέον. Η κατάσταση αυτή είναι προφανές ότι επηρέασε αρνητικά όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Ερ.: Υπήρξε κίνηση κατά την περίοδο του Πάσχα ικανή, ειδικά για τους μικρομεσαίους, να «ρεφάρει» ικανοποιητικά τις ζημίες των προηγούμενων μηνών;
Απ.: Ουσιαστικά η αγορά την περίοδο του Πάσχα κινήθηκε δυο τρεις ημέρες και φυσικά αυτό δεν είναι ικανοποιητικό σε καμία περίπτωση για τις επιχειρήσεις, καθώς δεν μπόρεσαν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους που προέρχονται από το παρελθόν, αλλά ακόμα και τις τρέχουσες.
Ερ.: Δεδομένου ότι ο χρόνος για τις φορολογικές δηλώσεις μετρά αντίστροφα για την υποβολή τους, πόσο θετικό ή αρνητικό είναι το περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί για τις ΜμΕ με δεδομένες και τις αλλαγές που πρόσφατα προωθήθηκαν και την επιβολή τεκμαρτού εισοδήματος;
Απ.: Πριν από λίγους μήνες η κυβέρνηση ψήφισε το νέο φορολογικό νομοσχέδιο και επέβαλε το τεκμαρτό εισόδημα. Εμείς αλλά και όλοι οι παραγωγικοί φορείς ήμασταν και είμαστε αντίθετοι στην επιβολή του μέτρου και την οριζόντια φορολόγηση όλων των επιχειρηματιών και επαγγελματιών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι ΜμΕ φορολογούνται υπέρμετρα από το πρώτο ευρώ χωρίς να τους αναγνωρίζονται φορολογικές απαλλαγές, όπως π.χ. για τους μισθωτούς. Δεν πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε ότι για την πάταξη της φοροδιαφυγής η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια έλαβε πληθώρα μέτρων (υποχρεωτική λειτουργία POS, ηλεκτρονικό τιμολόγιο κ.λπ.), που, όπως διακήρυττε, οδηγούν στην καταστολή της φοροδιαφυγής.
Με αυτά τα δεδομένα, η επιβολή οριζόντιων φορολογικών κριτηρίων αποδεικνύει την πλήρη αποτυχία των μέτρων αυτών, ενώ η υποχρεωτική εφαρμογή τους από τις ΜμΕ οδήγησε και στη σημαντική οικονομική επιβάρυνσή τους. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι μόνο κακό προκαλεί η επιβολή του τεκμαρτού εισοδήματος τόσο στις ΜμΕ όσο και στην εικόνα της κυβέρνησης.
Ερ.: Θα μπορούσατε να μας αναφέρετε κάποια παραδείγματα σε σχέση με την επιβάρυνση που δέχονται οι μικρομεσαίοι;
Απ.: Για να γίνει κατανοητό πόσο παράλογος είναι ο νέος φορολογικός νόμος και ότι αυτός δεν αφορά περιπτώσεις επιχειρηματιών και επαγγελματιών με εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ, όπως πρόβαλλε και προβάλλει η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ, αναφέρω το εξής παράδειγμα. Εστω ατομική επιχείρηση που δηλώνει εισόδημα 12.000 ευρώ, δηλαδή πάνω από 10.000 ευρώ, και συνεπώς δεν ανήκει σε αυτούς που κατά την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ φοροδιαφεύγουν. Αυτή η επιχείρηση απασχολεί έναν υπάλληλο με πλήρη απασχόληση και αμοιβή 1.000 ευρώ μεικτά και συνολικά 14.000 ευρώ ετησίως, συμπεριλαμβανομένων των δώρων και επιδομάτων. Στην περίπτωση αυτή το φορολογητέο εισόδημα του επιχειρηματία δεν θα προσδιοριστεί με βάση το πραγματικό, των 12.000 ευρώ, αλλά με βάση τα 14.000 ευρώ, που είναι η αμοιβή των εργαζομένου. Σε περίπτωση, δε, που υπάρχουν περισσότεροι εργαζόμενοι, π.χ. δύο, τότε το φορολογητέο εισόδημα θα προσδιοριστεί από το σύνολο των αμοιβών αυτών, ήτοι 28.000 ευρώ. Επομένως, η επιβολή τεκμαρτού εισοδήματος δεν έγινε με σκοπό την πάταξη της φοροδιαφυγής, αλλά την αύξηση των φορολογικών εσόδων του κράτους και την εξαθλίωση των επιχειρηματιών και επαγγελματιών.
Ερ.: Γενικά, η κείμενη νομοθεσία στηρίζει τις ΜμΕ; Δεν είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το περιβάλλον ευνοεί τους μεγάλους αλλά όχι τους μικρομεσαίους.
Απ.: Πραγματικά, η κείμενη νομοθεσία ευνοεί τους μεγάλους και όχι τις ΜμΕ. Είναι δηλωμένη η θέση της κυβέρνησης για τη δημιουργία μεγάλων επιχειρήσεων, θέση η οποία ενισχύεται από το πρόσφατο νομοσχέδιο για την επιδότηση στις περιπτώσεις συγχώνευσης ατομικών και μικρών επιχειρήσεων για τη δημιουργία μεγάλων σχημάτων.
Ερ.: Θεωρείτε ότι, εάν συνεχιστεί η συρρίκνωση των ΜμΕ, θα επωφεληθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις ή θα έχουν και αυτές, ως επακόλουθο, αρνητικές συνέπειες;
Απ.: Θεωρούμε ότι πραγματικά η συρρίκνωση των ΜμΕ οδηγεί σε αύξηση του τζίρου των μεγάλων επιχειρήσεων και συνακόλουθα στην περαιτέρω οικονομική τους άνοδο. Ωστόσο, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν αποτελεί κέρδος για τον καταναλωτή και για την ελληνική Πολιτεία, καθώς από τη μια μεριά οδηγεί σε μονοπωλιακές καταστάσεις και από την άλλη μειώνεται ο πλούτος (με την απώλεια εισοδημάτων από το κλείσιμο των ΜμΕ), με αποτέλεσμα τη μείωση των εσόδων του κράτους. Αυτό οδηγεί τελικά και σε αρνητικές οικονομικές συνέπειες και σε βάρος των μεγάλων επιχειρήσεων.
Ερ.: Η ακρίβεια είναι το θέμα των τελευταίων δύο ετών, τουλάχιστον. Ποιες είναι οι αιτίες που την προκαλούν κατά τη γνώμη σας και κατά πόσο επηρεάζει την πορεία των ΜμΕ; Τελικά φταίνε οι μεσάζοντες ή κάτι άλλο πάει στραβά στο «βασίλειο της Δανιμαρκίας»;
Απ.: Οπως ανέφερα και προηγουμένως, η ακρίβεια είναι αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης επί περίπου 14 χρόνια οικονομικής κρίσης που έχει οδηγήσει στη μείωση των εισοδημάτων και την αύξηση του κόστους παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων. Οι ΜμΕ δεν μπορούν να επηρεάσουν με οποιονδήποτε τρόπο αυτόν τον κύκλο και είναι αυτές που υποχρεωτικά «αποδέχονται» και ακολουθούν τα αποτελέσματά της, χωρίς φυσικά να έχουν οποιαδήποτε δυνατότητα διαμόρφωσης. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι στις περιπτώσεις αυτές οι «μεσάζοντες», όπως αναφέρετε, δεν μπορούν να ελέγξουν και να διαμορφώσουν τις τιμές της ενέργειας, τους περιορισμούς στις εμπορικές συναλλαγές, στην αύξηση της φορολογίας, τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών και την αύξηση του κόστους παραγωγής.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε για το ενδιαφέρον σας και τη δυνατότητα που μας δίνετε να εκφράσουμε τις απόψεις, τις θέσεις και ανησυχίες των ΜμΕ και αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών της Ομοσπονδίας μας – 20 ενεργών σωματείων και 5.500 επαγγελματιών που ανήκουν σε αυτά.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ