Η καθιερωμένη πλέον ζώνη διακυμάνσεων 4,35%-4,70% των αποδόσεων του αμερικανικού κρατικού 10ετούς ομολόγου ουδόλως πλέον ανησυχεί τις αγορές
Φτάνοντας στην εβδομάδα όπου αναμένεται η ανακοίνωση του κρίσιμου για την Fed δείκτη πληθωρισμού Pce Core Απριλίου, οι αγορές εκτιμούν πλέον ότι το παρεμβατικό επιτόκιο της Fed στο τέλος του 2024 θα είναι περίπου 0,3% χαμηλότερο από το τρέχον επίπεδο.
Σύμφωνα με την ανάλυση της HellasFin, η καθιερωμένη πλέον ζώνη διακυμάνσεων 4,35%-4,70% των αποδόσεων του αμερικανικού κρατικού 10ετούς ομολόγου ουδόλως πλέον ανησυχεί τις αγορές, οι οποίες με τον καιρό αρχίζουν να εμπεδώνουν τη συνθήκη του υψηλότερου πληθωρισμού.
Μια σειρά από παράγοντες δημιουργούν συνθήκες υψηλότερου πληθωρισμού, όπως η επαναβιομηχάνιση των ΗΠΑ, η συνεχιζόμενη δημοσιονομική επέκταση και η επαναστρατιωτικοποίηση των χωρών, η αναδόμηση του παγκόσμιου εμπορίου, οι κεφαλαιακές ανάγκες για τη νέα πράσινη οικονομία και το υψηλότερο ενεργειακό κόστος, λόγω της αναδιάρθρωσης των δικτύων διάθεσης και των επενδύσεων σε κατασκευή νέων υποδομών.
Το θετικό, σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι ότι τα δημοσιονομικά ελλείμματα παράγονται πλέον σε περιβάλλον περισσότερο οικονομικής άνθησης παρά ύφεσης.
Σε εταιρικό επίπεδο, η κερδοφορία του α’ τριμήνου 2024 σε ΗΠΑ και Ευρώπη ήταν υψηλότερη των εκτιμήσεων και επιβεβαιώνεται και στην τρέχουσα συγκυρία ότι οι μετοχές σε πληθωριστικό περιβάλλον είναι η κατεξοχήν κερδισμένη επιλογή όσον αφορά την απόδοσή τους (από το 1870 οι μετοχές στις ΗΠΑ αποδίδουν αποπληθωριμένα κατά μέσο όρο 7% ετησίως).
Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι εταιρίες μπόρεσαν για άλλη μια φορά να μετακυλίσουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής, διατηρώντας ή ακόμα και αυξάνοντας το περιθώριο κέρδους τους. Το επίπεδο των επιτοκίων δεν φαίνεται να επηρεάζει ακόμη την κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Με τέτοιες συνθήκες, λοιπόν, η HellasFin επαναλαμβάνει την εκτίμησή της ότι στο διαμορφούμενο μακροοικονομικό πλαίσιο η αποφυγή μιας ύφεσης και η επιβεβαίωση της προβλεπόμενης αύξησης της κερδοφορίας κατά 10% εντός του 2024 θα οδηγήσουν προσεχώς τον S&P 500 στην περιοχή των 5.500 μονάδων.