Κατά 50% αυξήθηκε η φορολογία των εταιριών σε μια τετραετία. Ανοδος κατά 30% των εσόδων από ΦΠΑ. Τα έμμεσα «χαράτσια» αποδίδουν το 62% των χρημάτων που μπαίνουν στον Κρατικό Προϋπολογισμό
Η άνοδος των εισοδημάτων αλλά και οι ανατιμήσεις όχι μόνο στα τελικά προϊόντα, αλλά σε όλη την αλυσίδα της παραγωγής, προσέφεραν πρόσφορο έδαφος για μια φορολαίλαπα διαρκείας, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας. Ο λόγος για μια μάστιγα που φέτος αναμένεται ακόμα πιο έντονη, με τα νέα εκκαθαριστικά, και πιο εξοντωτική, ειδικά για την επιχειρηματικότητα.
Τα στοιχεία καταγράφουν άνοδο 50,31% μέσα σε μία τετραετία (2019-2023) στη φορολογία των επιχειρήσεων. Την ίδια περίοδο υπήρξε άνοδος κατά 29,77% στα έσοδα από τον ΦΠΑ, αλλά και κατά 13,1% στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Χαρακτηριστικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι την τελευταία διετία επιχειρήσεις και πολίτες κατέβαλαν 14 δισ. ευρώ σε έμμεσους και άμεσους φόρους, περισσότερα σε σχέση με το σύνολο των φόρων που είχαν αποδοθεί το 2019. Συγκεκριμένα, το 2019 είχαν καταβληθεί συνολικά 51,4 δισ. ευρώ φόροι. Το 2022 και το 2023, από φόρους έφτασαν στα κρατικά ταμεία 55,2 δισ. και 61,6 δισ. ευρώ (από άμεσους και έμμεσους φόρους).
Αναλυτικότερα, τα ετήσια έσοδα από φόρους συνολικά αυξήθηκαν κατά 10,25 δισ. ευρώ ή κατά 19,95%, όταν την ίδια περίοδο (2019-2023) το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές (χωρίς τον πληθωρισμό) αυξήθηκε κατά 27,84 δισ. ευρώ ή κατά 15%. Με άλλα λόγια, η συνολική φοροεπιδρομή ήταν ταχύτερη απ’ ό,τι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας και τα κρατικά ταμεία πήραν ένα μεγάλο μέρος από το επιπλέον εισόδημα που καταγράφεται, τουλάχιστον, στους αριθμούς.
Η αιτία για τα μεγάλο αυτό βαρίδι στα εισοδήματα πολιτών και επιχειρήσεων, που πλήττονται πλέον όχι μόνο από την ακρίβεια, αλλά και από τη νέα έξαρση της ενεργειακής-κλιματικής κρίσης είναι, βέβαια, το γεγονός ότι οι φόροι δεν μειώνονται, παρά ότι τα εισοδήματα αυξάνονται και διευρύνεται η φορολογική βάση.
Δηλαδή, ενώ θεωρητικά το περιθώριο για μείωση των συντελεστών υπάρχει, ειδικά στους έμμεσους φόρους, όπως ο ΦΠΑ, που παραμένουν ιδιαίτερα υψηλοί, αλλά και στη φορολογία εισοδήματος και στα έκτακτα χαράτσια, τούτο δεν συμβαίνει ούτε προβλέπεται στον ορίζοντα.
Αντιθέτως, δημιουργούνται νέα βαρίδια, ιδιαίτερα για τους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι πλήττονται σφοδρά φέτος από το τεκμαρτό εισόδημα, όπως φαίνεται στα πρώτα στοιχεία του Ιουλίου για τα φετινά εκκαθαριστικά, που δείχνουν «υπερέσοδα».
Η εικόνα συμπληρώνεται από τις πάρα πολύ ψηλές ασφαλιστικές εισφορές, με την κυβέρνηση στον σχεδιασμό για το πακέτο της ΔΕΘ, αλλά και για τον πολυετή προϋπολογισμό, τον οποίο θα πρέπει να καταθέσει τις επόμενες εβδομάδες στις Βρυξέλλες, να σχεδιάζει μόνο χειρουργικές κινήσεις – στο καλύτερο σενάριο μία πιο εμπροσθοβαρή μείωση του 1% συνολικά των ασφαλιστικών εισφορών τα επόμενα χρόνια (αν βγει ο λογαριασμός των αμυντικών δαπανών και του κόστους της ενεργειακής κρίσης που επικαλείται ως αιτία για τη στάση της). Αλλά και με κάποια οριακά μερεμέτια, για να διορθωθούν μόνο οι εξόφθαλμες αδικίες στη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών.
Οι έμμεσοι φόροι
Η πιο μεγάλη αδικία είναι η αναλογία έμμεσων φόρων σε συλλογή των εσόδων, που παραμένει στο 62% του συνόλου στην 4ετία, παρά τη μεγάλη αύξηση της εισπραξιμότητας (ή της βάσης) προσέλκυσης εσόδων από τον ΦΠΑ. Σημάδι ότι αποτυγχάνει η προσπάθεια αποκάλυψης διαφυγόντων εσόδων από τη φορολογία εισοδήματος, η οποία θα έδινε ενδεχομένως τον χώρο για μια δικαιότερη άσκηση φορολογικής πολιτικής.
Τα έσοδα από ΦΠΑ από τα 12,3 δισ. ευρώ το 2029 έφτασαν τα 16 δισ. ευρώ πέρυσι (29,77% άνοδος). Συνολικά, οι έμμεσοι φόροι από τα 32,1 δισ. ευρώ ανέβηκαν στα 38 δισ. ευρώ.
Εισοδήματα
Στους άμεσους φόρους τα πράγματα είναι εξαιρετικά άνισα και το «μάρμαρο» το πληρώνουν οι επιχειρήσεις. Ο φόρος εισοδήματος πληρωτέος από φυσικά πρόσωπα από τα 11 δισ. ευρώ αυξήθηκε στα 12,4 δισ. ευρώ (άνοδος 13,07%) και ο φόρος εισοδήματος πληρωτέος από εταιρίες από τα 4,5 δισ. ευρώ αυξήθηκε στα 6,78 δισ. ευρώ (50,31%).
Συνολικά, ο φόρος εισοδήματος από τα 16,7 δισ. ευρώ το 2029 έφτασε πέρυσι στα 20,9 δισ. (25,11% άνοδος). Και τούτο κυρίως από τα νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν αναλάβει πλέον όχι μόνο να τροφοδοτούν τα κρατικά ταμεία, αλλά και την αύξηση των εισοδημάτων, για να πετύχει η κυβέρνηση τον στόχο που έχει θέσει για άνοδο του μέσου μισθού.
Η ΑΑΔΕ στο ενημερωτικό του 2023 αναφέρει πως «τα έσοδα από φόρους εισοδήματος νομικών προσώπων έτους 2023 κατέγραψαν αισθητή αύξηση, καθώς η άνοδος των ακαθάριστων εσόδων που σημειώθηκε το 2022 (περίπου +30% το 2022 σε σχέση με το 2021) μεταφράστηκε σε σημαντικά υψηλότερα φορολογητέα κέρδη.
Στο δελτίο Ιουνίου 2024 εξηγεί πως η αύξηση των εσόδων που παρατηρείται (και φέτος) στους έμμεσους φόρους προέρχεται κυρίως από την αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ, η οποία σχετίζεται εν μέρει με την αύξηση του επιπέδου της οικονομικής δραστηριότητας του πρώτου τριμήνου του τρέχοντος έτους.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το δελτίο Ιουνίου 2024 της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το ΑΕΠ, παρουσιάστηκε αύξηση κατά 2,1% σε σύγκριση με το 1ο τρίμηνο του 2023. Επιπρόσθετα, στα έσοδα της εν λόγω κατηγορίας επιδρούν και τα πληθωριστικά φαινόμενα που καταγράφονται κατά την εξεταζόμενη περίοδο, όπως αναφέρει.
Νέο πλήγμα φέτος
Καμία σκέψη για ελαφρύνσεις στην κυβέρνηση
Τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 7μηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2024 έδωσαν μία πρώτη «αίσθηση» της νέας φοροεπιδρομής. Τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 37 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 2,3 δισ. ευρώ ή 6,7% έναντι του στόχου. Μέρος της υπέρβασης αφορά τη μεγαλύτερη είσπραξη των φόρων του τρέχοντος έτους (1,67 δισ. ευρώ). Τούτο δεν σημαίνει νέα μέτρα. Ηδη τα 1,24 δισ. ευρώ της υπέρβασης έχουν αντισταθμισθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας με πρόσθετες δαπάνες.
Με άλλα λόγια, αν αυτή η εικόνα συνεχιστεί, τα επιπλέον περιθώρια για νέα μέτρα στήριξης προδικάζεται από την κυβέρνηση ότι θα είναι πολύ περιορισμένα. Και δεδομένης της πολιτικής κατάστασης, θα επικεντρωθούν στους «ευάλωτους» και στην οικογένεια.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει ένας κουμπαράς ο οποίος αυξάνεται, ενδεχομένως κοντά στα 450 εκατομμύρια ευρώ, και μπορεί να γίνει κάποια έκτακτη παρέμβαση. Οι προσδοκίες, βεβαίως, παραμένουν περιορισμένες, δεδομένων των τουλάχιστον 2 μετώπων που υπάρχουν: το ένα αφορά τις φυσικές καταστροφές και το κόστος αποζημιώσεων και το δεύτερο αφορά τις τιμές του ρεύματος και μια ενδεχόμενη νέα πίεση, που θα οδηγήσει σε ανάγκη κάλυψης της επιδότησης από τον Κρατικό Προϋπολογισμό τον Σεπτέμβριο, αν οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές.
Σε κάθε περίπτωση τα περιθώρια είναι στενά και για το μέλλον, όπως διαμηνύουν συνεχώς πηγές του οικονομικού επιτελείου, εξηγώντας πως όχι μόνο η κλιματική κρίση, αλλά και η ανάγκη κάλυψης των πολύ υψηλών αμυντικών δαπανών, σε συνδυασμό με τη διαπραγμάτευση για τον νέο Προϋπολογισμό των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και τον νέο κανόνα ορίου στις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες, αφήνει ελάχιστα περιθώρια για τη συνέχεια.
Στις νέες κινήσεις από πλευράς επιχειρηματικών βαρών, προτεραιότητα έχει η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος αλλά και η, ει δυνατόν, εμπροσθοβαρής μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, καθώς είναι μια κίνηση την οποία βλέπουν θετικά στις Βρυξέλλες. Οσον αφορά μία καθαρή μείωση των φορολογικών συντελεστών, ειδικά στους έμμεσους φόρους, οι ελπίδες είναι μάλλον πολύ χαμηλές.
Σε «θηλιά» οι ελεύθεροι επαγγελματίες
Τα σενάρια προσαρμογών εν όψει ΔΕΘ
Η κυβέρνηση επιχειρεί ύστερα από την «αποκάλυψη» των εκκαθαριστικών και της υπεραπόδοσης των εσόδων να υπεραμυνθεί της πολιτικής της φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, αλλά και να μιλήσει για αλλαγές που εξετάζονται και οι οποίες είναι οριακές, με πιθανή ταχύτερη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Επίσης, τα σενάρια περιλαμβάνουν παρεμβάσεις στο κριτήριο του τζίρου, αλλά και του κόστους μισθοδοσίας, που σε κάποιες περιπτώσεις προσαυξάνει σημαντικά το τεκμαρτό εισόδημα. Στο τραπέζι είναι και η πρόταση για συνυπολογισμό του οικογενειακού εισοδήματος, για βελτιώσεις στη διαδικασία αμφισβήτησης αλλά και για μείωση της επιβάρυνσης, που συνδέεται με την άνοδο του κατώτατου μισθού (αποτελεί τη βάση υπολογισμού του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος).
Τα στοιχεία
Στα στοιχεία που ανακοίνωσε το οικονομικό επιτελείο αναφέρουν πως τα αποτελέσματα της εκκαθάρισης δείχνουν αύξηση στα εισοδήματα τόσο των μισθωτών όσο και των συνταξιούχων. Ωστόσο, αναφέρει πως το μέσο δηλωθέν εισόδημα των ελευθέρων επαγγελματιών (13.901 ευρώ) εξακολουθεί -και μετά την επιβολή του τεκμηρίου- να υπολείπεται αυτού των μισθωτών (16.470 ευρώ), παρά την επιβολή του τεκμαρτού φόρου, ενώ ακολουθούν οι συνταξιούχοι (13.333 ευρώ).
Για τον μέσο φόρο επισημαίνεται πως πρώτη φορά παρατηρείται οι ελεύθεροι επαγγελματίες (2.472 ευρώ) να ξεπερνούν τους μισθωτούς (1.816 ευρώ). Ο μέσος φόρος ανέρχεται σε 1.733 ευρώ για όσους καλύπτονται από το τεκμήριο και σε 3.423 ευρώ για όσους το ξεπερνούν.
Η συνολική μέση επιβάρυνση, συμπεριλαμβανομένου του τέλους επιτηδεύματος, το οποίο έχει μειωθεί κατά 50%, ανέρχεται σε 2.058 ευρώ (1.733 ευρώ + 325 ευρώ τέλος επιτηδεύματος) για όσους καλύπτονται από το τεκμήριο και σε 3.748 ευρώ για όσους το υπερβαίνουν.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 23/08/2024)