Οι ανατιμήσεις καλά κρατούν και τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛ.ΣΤΑΤ. χθες, επιβεβαιώνοντας και μάλιστα πιο έντονα από ό,τι αναμενόταν τα πρώτα στοιχεία της Eurostat για τον εναρμονισμένο δείκτη. Ο πληθωρισμός τον Σεπτέμβριο κινήθηκε στην Ελλάδα με ρυθμό ανόδου 2,9% (από άνοδο 3% τον Αύγουστο), ενώ ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών είχε άνοδο τον Σεπτέμβριο 3,1%, όταν κατά μέσο όρο στην ευρωζώνη η άνοδος ήταν 1,8%.
Παρά τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τον κλάδο τροφίμων και με το λιανεμπόριο, καταγράφει νέα αύξηση 3,2% ο κλάδος διατροφής, αλλά και 4,4% τα είδη ένδυσης και υπόδησης.
Πιο εντυπωσιακή είναι η άνοδος στην τιμή του ελαιολάδου, με αυξήσεις-φωτιά 38,9% τον Σεπτέμβριο. Να σημειωθεί πως από τον Αύγουστο του 2019 έως τον Αύγουστο του 2024 στα έλαια η άνοδος τιμών στην Ελλάδα είναι 94% για την ίδια περίοδο 60% στην Ε.Ε., δηλαδή η ψαλίδα είναι 34,7%. Επίσης, τον Σεπτέμβριο κατά 10% αυξήθηκαν οι τιμές στα ψάρια, κατά 7,7% στα φρούτα, κατά 6,5% σε μεταλλικό, νερό, αναψυκτικά και χυμούς.
Μεγάλος μοχλός ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων παραμένει η άνοδος τιμών στο φυσικό αέριο (της τάξης του 20,2%), αλλά και στον ηλεκτρισμό, παρά τις επιδοτήσεις (στο 11,3%). Οι αυξήσεις τιμών ήταν ισχυρές και στην εκπαίδευση, με άνοδο 5,4% των διδάκτρων στην Τριτοβάθμια, ενώ κατά 14% αυξήθηκαν τα ασφάλιστρα.
Οι ανατιμήσεις διαχέονται πλέον στο σύνολο της αγοράς, με το τουριστικό προϊόν να δέχεται μεγάλες πιέσεις λόγω νέας τεράστιας ανόδου τιμών 36,4% στις αεροπορικές μεταφορές, αλλά και 5,5% στον κλάδο ξενοδοχεία – καφέ – εστιατόρια. Το τουριστικό πακέτο ανατιμήθηκε επιπλέον κατά 7,3%.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ. και ο γενικός ΔΤΚ κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2024 σε σύγκριση με τον Αύγουστο 2024 παρουσίασε αύξηση 1,8%. Αλλά και ο μέσος ΔΤΚ του δωδεκαμήνου Οκτωβρίου 2023 – Σεπτεμβρίου 2024 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του δωδεκαμήνου Οκτωβρίου 2022 – Σεπτεμβρίου 2023 παρουσίασε αύξηση 3,0%.
Η αύξηση του γενικού ΔΤΚ κατά 2,9% τον μήνα Σεπτέμβριο 2024 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Σεπτεμβρίου 2023 προήλθε κυρίως από τις εξής ομάδες αγαθών και υπηρεσιών:
• κατά 3,2% άνοδος στην ομάδα διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε ψωμί, κρέατα (γενικά), νωπά ψάρια, ελαιόλαδο, φρούτα (γενικά), λαχανικά διατηρημένα ή επεξεργασμένα, ζάχαρη – σοκολάτες – γλυκά – παγωτά, μεταλλικό νερό – αναψυκτικά – χυμούς φρούτων.
• 5,9% στην ομάδα στέγαση, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε ενοίκια κατοικιών, επισκευή και συντήρηση κατοικίας, ηλεκτρισμό, φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης.
• 5,5% στην ομάδα ξενοδοχεία – καφέ – εστιατόρια και 4,4% στην ομάδα ένδυση και υπόδηση.
• 3,7% στην ομάδα υγεία, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε φαρμακευτικά προϊόντα, ιατρικά προϊόντα, ιατρικές – οδοντιατρικές και παραϊατρικές υπηρεσίες, νοσοκομειακή περίθαλψη.
• 3,6% στην ομάδα άλλα αγαθά και υπηρεσίες, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε κομμωτήρια και καταστήματα προσωπικής φροντίδας, άλλα προσωπικά είδη, ασφάλιστρα υγείας, ασφάλιστρα οχημάτων.
• 3,5% στην ομάδα εκπαίδευση, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε δίδακτρα Προσχολικής και Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, δίδακτρα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, δίδακτρα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Θέμα ανταγωνιστικότητας λόγω μείωσης επιτοκίων
Την ώρα που ο πληθωρισμός δείχνει τα δόντια του στην Ελλάδα, οι τιμές στο επίπεδο ευρωζώνης διαμορφώνονται σε χαμηλότερα επίπεδα, με προοπτικές επιστροφής κάτω από το όριο του 2%. Γεγονός που με αρκετή βεβαιότητα ξεκλειδώνει διαδοχικές κινήσεις μείωσης επιτοκίων από την ΕΚΤ. Οι σχετικές προαγγελίες και από τα χείλη του κεντρικού τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, με πρώτο σταθμό τη συνεδρίαση της προσεχούς εβδομάδος, προκαλούν έναν άλλο κίνδυνο: με δεδομένο το κοινό νόμισμα και την αδυναμία άσκησης διαφορετικής νομισματικής πολιτικής είναι απολύτως αναγκαίο να περιοριστούν και να αντιστραφούν οι ανατιμήσεις και για λόγους διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας τόσο σε επίπεδο προϊόντων όσο και σε επίπεδο υπηρεσιών.
Το ίδιο ισχύει και για την εσωτερική αγορά, καθώς, με δεδομένη την απόσυρση των μέτρων κρατικής στήριξης, η ζήτηση για υπηρεσίες και για προϊόντα σχετίζεται άμεσα με το εισόδημα του καταναλωτή και η πίεση έχει αρχίσει να φαίνεται στους οικονομικούς δείκτες, που δείχνουν άνοδο μεν τζίρου, αλλά όχι πάντα όγκου πωλήσεων. Για παράδειγμα, τα στοιχεία του τζίρου λιανικών πωλήσεων δείχνουν πως είχε οριακή πτώση 0,2% τον Ιούλιο (από άνοδο 7,5% τον Ιούνιο), αλλά ο όγκος πωλήσεων μειώθηκε κατά 2,8%. Και η «ψαλίδα» μεταξύ των δύο μεγεθών είναι ο πληθωρισμός.
Από πλευράς αντίδρασης πολιτικής, αυτό που επιχειρείται είναι συμφωνίες κυρίων ειδικά στην αγορά τροφίμων, που δεν συνιστούν μακροχρόνια λύση. Και μένει να φανεί αν θα λειτουργήσει η προσπάθεια ενίσχυσης της λειτουργίας του ανταγωνισμού στην αγορά. Το δεδομένο είναι, σύμφωνα με τα στοιχεία του νέου Προϋπολογισμού, πως κατά μέσο όρο όλα τα επόμενα χρόνια η άνοδος τιμών στην Ελλάδα θα είναι υψηλότερη από το 2% με βάση τα σημερινά δεδομένα…
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 11/10/2024)