Του Γιώργου Λαμπρόπουλου
Τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο και μη εποχικό μοντέλο τουρισμού, που δεν θα ταυτίζεται με τις κάθε χρόνο και λιγότερες μέρες χιονόπτωσης και τις γιορτές/Σαββατοκύριακα, ψάχνουν οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε χειμερινούς/ορεινούς προορισμούς, ενώ προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με την ακρίβεια και τους νέους φόρους. Σύμφωνα με όσα δηλώνουν σε ρεπορτάζ της «DEALnews» πρόεδροι ξενοδοχειακών ενώσεων της ηπειρωτικής Ελλάδας για τις προσδοκίες της επερχόμενης χειμερινής σεζόν αναμένουν και φέτος ελάχιστες μέρες χιονόπτωσης, νιώθοντας απροστάτευτοι και ξεχασμένοι όχι μόνο απέναντι στην κλιματική αλλαγή, αλλά και την έλλειψη υποδομών διημέρευσης, πρόσβασης και διαφήμισης στο εξωτερικό. Η μετάβαση σε ένα βιώσιμο και μη εποχικό μοντέλο τουρισμού παραμένει το μεγάλο ζητούμενο που συναντά ως εμπόδιο την απουσία ενός ολοκληρωμένου σχεδίου από το κράτος, που βολεύεται με τα εποχικά οφέλη που φέρνει η διαφήμιση της χώρας μας ως προορισμού μόνο για «ήλιο και θάλασσα».
Μπορεί να μην είναι και τόσο γνωστό στο εξωτερικό, αλλά η Ελλάδα αποτελεί έναν ελκυστικό προορισμό και τον χειμώνα, λόγω της ιδιαίτερης ορεινής γεωμορφολογίας της. Τα γραφικά πετρόκτιστα χωριά, με τα τζάκια και τη ζεστή φιλοξενία, προσφέρουν μια μοναδική βιωματική εμπειρία, που μπορεί να συνδυαστεί με ποικίλες δραστηριότητες εναλλακτικού, αθλητικού και γαστρονομικού τουρισμού. Ομως για να γίνουν γνωστά αυτά τα προτερήματα και να προχωρήσει στη «νέα εποχή» ο ελληνικός τουρισμός χρειάζεται βελτίωση των υπαρχόντων υποδομών μαζί με οργανωμένη και στοχευμένη προβολή στο εξωτερικό. Ελλείψει όλων αυτών τα ξενοδοχεία της περιφέρειας συνηθίζουν πλέον να λειτουργούν μόνο στις γιορτές και στα τριήμερα, δεχόμενοι ταυτόχρονα τις διαμαρτυρίες των κυρίως Ελλήνων πελατών που… τιμωρούνται για την υπερσυγκέντρωση τουριστών στα νησιά τον Αύγουστο, επωμιζόμενοι τις νέες αυξήσεις στα τουριστικά τέλη που επέβαλε πρόσφατα η κυβέρνηση.
Υπέρογκη επιβάρυνση οι φόροι
«Το τέλος διανυκτέρευσης (σ.σ.: πλέον τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση) είναι υπέρογκο, μέσα σε έναν χρόνο έχει πλησιάσει σε ορισμένες περιπτώσεις το 300% αύξηση και οι περισσότεροι ξενοδόχοι είναι αγανακτισμένοι με αυτή την πολιτική της κυβέρνησης» δηλώνει στην «DEALnews» ο Σπύρος Σουρέλης, πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Ν. Ιωαννίνων, προσθέτοντας ότι «η εξίσωση με όλα αυτά δεν βγαίνει», καθώς ταυτόχρονα έχουν να αντιμετωπίσουν τις αυξήσεις στο τέλος παρεπιδημούντων, το ενεργειακό κόστος και τις πρώτες ύλες.
«Τραγικούς» χαρακτηρίζει τους νέους φόρους η πρώην πρόεδρος του Συλλόγου Ξενοδόχων και Ενοικιαζόμενων Δωματίων Αράχοβας και ιδιοκτήτρια δύο πολυτελών καταλυμάτων στην περιοχή Καλούσα Ναυπακτίτου και αναρωτιέται ποιος θα δίνει 15-20 ευρώ έξτρα σε τετράστερο ξενοδοχείο. «Το 2002, που άλλαξε η δραχμή σε ευρώ, πουλάγαμε το δωμάτιο 18.000 δραχμές (53 ευρώ), τώρα το πουλάμε 60, ό,τι φόρο βγαίνει τον επωμιζόμαστε» δηλώνει η πρόεδρος του Συλλόγου Ξενοδόχων Ευρυτανίας Σοφία Φλέγκα, προσθέτοντας ότι από τα 15 τηλέφωνα τα 10 ζητάνε καλύτερη τιμή «κι ακόμα δεν έχουμε μπει στον χειμώνα, που θα χρειαστούμε θέρμανση». Σύμφωνα με τον Δημήτρη Μάντσιο, πρόεδρο της Ενωση Ξενοδόχων Ημαθίας, δίνεται αυτή τη στιγμή μάχη για να απορροφηθούν οι αυξήσεις και να εξορθολογιστεί η τιμολογιακή πολιτική, ώστε να μη μεταφερθεί το έξτρα κόστος στον πελάτη.
«Περιμένουμε πολλά πράγματα, αλλά εξαρτόμαστε από τον καιρό» μας αναφέρει ο ίδιος για τις προσδοκίες των επόμενων μηνών. Πέρυσι από τον Νοέμβριο έως τον Μάρτιο σημειώθηκε πολύ μικρή χιονόπτωση και, σύμφωνα με την κυρία Φλέγκα, το χιονοδρομικό κέντρο στο Καρπενήσι, όπως και τα περισσότερα στην Ελλάδα, λειτούργησε κανονικά μόνο ένα Σαββατοκύριακο. «Οι προσδοκίες είναι υψηλές, αλλά όχι ιδιαίτερα υψηλές, διότι ζούμε στην Ελλάδα. Εσείς επενδύετε 15 μέρες τα Χριστούγεννα κι άλλα 13 τα Σαββατοκύριακα, 23, άντε 35-40 μέρες τον χρόνο που να είστε full booked» μας αντιστρέφει το ερώτημα η κυρία Ναυπακτίτου. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «DEALnews», προκύπτει ότι πέραν των λίγων προορισμών που έχουν γίνει γνωστοί στο εξωτερικό, οι περισσότεροι βασίζονται μόνο στον εσωτερικό τουρισμό των Σαββατοκύριακων και των γιορτών, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του χειμώνα από Κυριακή μέχρι Παρασκευή είναι άδεια. Τα Ζαγοροχώρια, δε, που είχαν γίνει ιδιαίτερα γνωστά τα τελευταία χρόνια στην ισραηλινή αγορά, αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της πολεμικής κρίσης στη Μέση Ανατολή, με τον κ. Σουρέλη να μας αναφέρει ότι εξαιτίας της αναμένουν πτώση στην επισκεψιμότητα τουλάχιστον 30%. Τη ρευστή αυτή γενική κατάσταση επιβεβαιώνουν τα περσινά στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος για τον μήνα Ιανουάριο, όπου, ενώ παρατηρήθηκε ετήσια αύξηση κατά 0,2% στις διανυκτερεύσεις των αλλοδαπών, για τους ημεδαπούς παρατηρήθηκε μείωση στις αφίξεις και στις διανυκτερεύσεις κατά 1,9% και 2,1%, αντίστοιχα.
Στάσιμα πολλά αναγκαία έργα υποδομών
Οσον αφορά το ζήτημα της ενίσχυσης των υποδομών με τα χρήματα από τις αυξήσεις στο τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση και στο τέλος παρεπιδημούντων, οι περισσότεροι που μιλήσαμε υποστηρίζουν ότι πολλά αναγκαία έργα έχουν μείνει στάσιμα και τονίζουν την ανάγκη περαιτέρω συνδεσιμότητας. Στον νομό Ιωαννίνων αναμένουν την ολοκλήρωση της Ιόνιας Οδού, όπως και το «μεγάλο στοίχημα» του αεροδρομίου και της αύξησης των πτήσεων. Σύμφωνα με τον κ. Μάντσιο, για να διασχίσεις οδικώς τον δρόμο που συνδέει τη Νάουσα με τα 3-5 Πηγάδια «θα χρειαστείς βουλκανιζατέρ», ενώ εκλείπουν και οι διαμονές διημέρευσης στους προορισμούς περιηγητικού τουρισμού. Το ομώνυμο βήμα απ’ όπου πέρασε και ο Απόστολος των Εθνών Παύλος είναι «αφιλόξενο, ακτινοβόλο και χωρίς τουαλέτες». «Στους Δελφούς δεν είναι κανένα σχεδόν ξενοδοχείο ανακαινισμένο, πέρα από δύο τρία» υποστηρίζει η κυρία Ναυπακτίτου, «με αποτέλεσμα από τους ένα εκατομμύριο τουρίστες που έρχονται κάθε χρόνο και επισκέπτονται τους Δελφούς, να μένουν για ένα βράδυ στην περιοχή μάξιμουμ 100.000 κι από αυτούς οι 10.000 στην Αράχοβα. Δεν έχουμε overtourism, έχουμε λάθος programming» δηλώνει χαρακτηριστικά.
Το marketing στην Ελλάδα είναι τραγικό
Πέραν των ελλείψεων σε υποδομές διημέρευσης και οδικής συνδεσιμότητας, όλοι οι πρόεδροι των ξενοδοχειακών ενώσεων «χειμερινών» προορισμών, με τους οποίους μίλησε η «DEALnews», συμφωνούν ότι υπάρχει τραγική ανεπάρκεια ως προς την προβολή του ελληνικού ορεινού τουρισμού στο εξωτερικό, ώστε να υπάρξει διαφοροποίηση από το κυρίαρχα προβαλλόμενο από τον ΕΟΤ μοντέλο του «ήλιου και θάλασσα». «Εμείς θέλουμε να προστεθεί και φύση» δηλώνει ο κ. Μάντσιος, εκ μέρους των ξενοδόχων Ημαθίας. Για να δημιουργηθούν ορεινά θέρετρα, που να λειτουργούν όλο τον χρόνο και να μπορούν να υποστηρίζουν χωριά, υποστηρίζει ότι χρειάζονται να υπάρχουν οργανωμένα πακέτα για Σαββατοκύριακα και τριήμερα που να διαφημίζονται στο εξωτερικό, αναλόγως της προβολής που τυγχάνουν οι δημοφιλείς νησιωτικοί προορισμοί.
«Ολοι οι ξένοι όταν τους πεις τι σημαίνει “για σένα Ελλάδα”, θα σου πουν απλά “Μύκονος, Σαντορίνη, Ρόδος, Κέρκυρα, άντε και μια Κρήτη και Αθήνα”» αναφέρει η κυρία Ναυπακτίτου, επισημαίνοντας ότι καταφέρνει σε προσωπικό επίπεδο να διατηρεί full booked από ξένους από Μάιο μέχρι τέλη Νοεμβρίου την επιχείρησή της στην Αράχοβα λόγω καλής διαφήμισης στο εξωτερικό. «Βλέπουμε, λοιπόν, εν πράξει τι κάνει η διαφήμιση. Αν κάνεις σωστή διαφήμιση, είσαι γεμάτος, λείπει το σωστό marketing» μας δηλώνει, προσθέτοντας ότι αυτό όμως δεν μπορούν να το κάνουν μόνα τους τα ξενοδοχεία, αλλά χρειάζεται να το οργανώσουν μαζί με το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο και το κράτος. «Η Περιφέρεια πάει σε εκθέσεις στο εξωτερικό, π.χ. τώρα σε Σικάγο, Ουτρέχτη, και τι κάνει; Βάζουν ένα stand 3-4 τετραγωνικά, βάζουν με τον παλιό τρόπο τα prospectus, που εμείς τους πηγαίνουμε, και… that’s it» αναφέρει χαρακτηριστικά, ζητώντας στρατηγική αλλαγή προσέγγισης ως προς τον τρόπο που χρησιμοποιούνται «οι φόροι μας» για την τουριστική προβολή στο εξωτερικό των πέντε νομών της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Υποστηρίζει, μάλιστα, ότι την περίοδο Covid δόθηκαν 680.000 ευρώ για διαδικτυακή διαφήμιση της Περιφέρειας στο εξωτερικό «και δεν είδαμε τίποτα από αυτά, πέρα από κάτι φωτογραφίες στο Ιnstagram με 30 likes. Τα χρήματα που δίνονται -και τρώγονται θεωρώ- είναι τρελά και δεν υπάρχει ένα αποτέλεσμα». Ιδιαίτερα ξεχασμένος από την Πολιτεία θεωρεί ότι είναι ο νομός Φωκίδας, παρόλο που διαθέτει «ένα σήμα κατατεθέν παγκόσμιο», τους Δελφούς. «Εν ολίγοις, η προσέγγιση του ΕΟΤ, της Περιφέρειας και των εκάστοτε δήμων, οι οποίοι είναι ανύπαρκτοι σε όλη σχεδόν την Ελλάδα, είναι λάθος, το marketing στην Ελλάδα είναι τραγικό» καταλήγει.
Την έλλειψη κατάλληλης διαφήμισης εκτός ελληνικών συνόρων μάς επισημαίνει ως το πιο ουσιαστικό ζήτημα και η κυρία Φλέγκα, που εκπροσωπεί τους ξενοδόχους ενός νομού (Ευρυτανίας) που λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά με Ελληνες. «Δεν μπορούμε να επιμηκύνουμε άλλο την ελληνική αγορά, είναι αυτή που είναι τα τελευταία 40 χρόνια, δεν έχει αλλάξει φυσιογνωμία». Από τα χωριά της περιοχής θεωρεί ότι «δεν λείπουν οι δραστηριότητες πολιτιστικού, εναλλακτικού και αθλητικού τουρισμού, π.χ. Φεστιβάλ τρύγου, αγώνες ορεινού τρεξίματος, γιορτή κάστανου, γιορτή τσίπουρου κ.ά. Αυτό που φαίνεται ότι λείπει είναι να γίνει γνωστός αυτός ο πλούτος πολιτιστικών δραστηριοτήτων στη διψασμένη για αυθεντικές, βιωματικές εμπειρίες, όπως δείχνουν όλες οι διεθνείς έρευνες παγκόσμια, τουριστική αγορά». «Θέλουμε να μιλάμε όχι για χειμερινό, αλλά για ορεινό τουρισμό» υποστηρίζει ο κ. Μάντσιος, ζητώντας να ξεφύγουμε από μια μη βιώσιμη εποχική προσέγγιση του ελληνικού τουρισμού. «Τα υπάρχοντα χιονοδρομικά για να μπορέσουν να γίνουν βιώσιμα πρέπει να κάνουν δραστηριότητες όλο τον χρόνο, γιατί προφανώς η κλιματική αλλαγή περιορίζει πολύ τις ημέρες για χιονοδρομίες και σκι» δηλώνει και ο κ. Σουρέλης, συμφωνώντας, επίσης, με την ανάγκη καλύτερης προβολής των ελληνικών ορεινών προορισμών.
Γιατί υπό τις παρούσες συνθήκες δεν ωφελούνται οι τοπικές οικονομίες
Από την ενίσχυση και την καλύτερη προβολή του χειμερινού/ορεινού τουρισμού επωφελείται όχι μόνο η τουριστική βιομηχανία, αλλά και πολλά κομμάτια παραγωγών της περιφέρειας, που διαφημίζουν την πρωτογενή, μεσογειακή παραγωγή τους στις διεθνείς αγορές. Ο γαστρονομικός τουρισμός, ο οινοτουρισμός και ο αγροτουρισμός αποτελούν ανερχόμενες εναλλακτικές μορφές τουρισμού και οι ορεινοί προορισμοί διαθέτουν πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα που πολλές φορές μένουν ανεκμετάλλευτα, από την άποψη τουλάχιστον μιας αλληλο-τροφοδοτούμενης οικονομίας, που δεν εξαρτάται από εισαγωγές προϊόντων. Θέτοντας το ερώτημα της πιο οργανικής σύνδεσης της τουριστικής βιομηχανίας με την πρωτογενή παραγωγή, τα στελέχη της ξενοδοχειακής αγοράς συμφώνησαν ως προς την αναγκαιότητα αυτής της αλληλο-τροφοδότησης, αλλά μας επισήμαναν πολλά εμπόδια που συναντούν.
«Χρειάζεται δουλειά από όλους τους εμπλεκομένους, ώστε να μπορέσουμε στους πελάτες να δίνουμε το καλύτερο τοπικό προϊόν και να γίνεται και διαφήμιση, αλλά και κατανάλωση αυτών των προϊόντων» αναφέρει ο κ. Σουρέλης. Ωστόσο, η κυρία Ναυπακτίτου σημειώνει ότι είναι «ευχής έργο να γίνει, αλλά μετά όλοι ρωτάνε οι τιμές θα παραμείνουν ίδιες;», υποστηρίζοντας ότι πρέπει και το τοπικό προϊόν «να είναι ελκυστικό για τους ξενοδόχους, ώστε να μπορούν να το προσφέρουν και να μην είναι δύο φορές ακριβότερο από αντίστοιχα προϊόντα που θα αγοράσεις από μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ». «Φυσικά είμαστε σε αυτή τη λογική, γιατί πρέπει να αλληλοστηριχτούμε» δηλώνει και η κυρία Φλέγκα, για την οποία όμως υπάρχουν δομικοί περιορισμοί στα τοπικά προϊόντα και στις ποσότητες που παράγει η κάθε περιοχή. «Θα πρέπει και ο παραγωγός να ψάξει και τον ξενοδόχο, δεν γίνεται πάντα ο ξενοδόχος να προσπαθεί και οι άλλοι να τα περιμένουν έτοιμα» επισημαίνει.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 11/10/2024)