Του Μιχαήλ Γελαντάλι
Χθες βράδυ ολοκληρώθηκε η πανσέληνος Οκτωβρίου, το γνωστό και ως φεγγάρι του κυνηγού, παράδοση που, σύμφωνα με το Oxford English Dictionary, που επικαλείται η NASA, αρχίζει από το 1710.Η ονομασία αυτή αποδόθηκε επειδή στο παρελθόν σηματοδοτούσε τη στιγμή να αρχίσει το κυνήγι και οι άνθρωποι προετοιμάζονταν για τον κρύο χειμώνα που ερχόταν. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το αλμανάκ του αγρότη, αυτή την περίοδο τα φύλλα πέφτουν, τα ζώα παχαίνουν και οι θεριστές έχουν θερίσει τα χωράφια. Ετσι, οι κυνηγοί μπορούν πιο εύκολα να δουν τα ζώα από απόσταση, όπως και οι θηρευτές του ζωικού βασιλείου.
Ο λόγος αναφοράς μας απλός, σχετίζεται δε με τη συνεδρίαση των μελών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Λουμπλιάνα (Σλοβενία), σήμερα Παρασκευή και αύριο Σάββατο, με το governing council να αποφασίζει για τη νέα μείωση των επιτοκίων και την επικεφαλής Κριστίν Λαγκάρντ να ανακοινώνει άλλη μία των 25 μ.β. Τρίτη μείωση των 25 μ.β. (δεύτερη συνεχόμενη), συνολικά 75 μ.β., με τους επενδυτές να την έχουν προεξοφλήσει, ενσωματώσει και «τιμολογήσει» όσον αφορά την επίπτωση που μπορεί να έχει στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Οι 25 μ.β. έχουν «κλειδώσει», είναι σαν να έχει μειωθεί ήδη το βασικό επιτόκιο στο 3,25%, επίπεδο που, κατά γενική εκτίμηση των αναλυτών, παραμένει υψηλό για τη φθίνουσα ευρωπαϊκή επιχειρηματικότητα. Με το μεγαλύτερο μέρος των μεγάλων ευρωπαϊκών ομίλων να είναι δανεισμένο με κόστη χαμηλότερα/φθηνότερα του 0,50%-0,75%, είναι προφανές πως σε περιβάλλον ποσοτικής σύσφιξης -λιγότερου χρήματος-, συναλλαγματικής ρευστότητας και εν όψει προεδρικών εκλογών στις 5 Νοεμβρίου στις ΗΠΑ η συνέχεια προοιωνίζεται εξόχως δύσκολη. Πολύ δε περισσότερο που η Ουάσινγκτον, ασχέτως ποιος θα είναι ο επόμενος/η ένοικος του Λευκού Οίκου, θα συνεχίσει να εφαρμόζει προστατευτικές πολιτικές, είτε άμεση διατήρηση του Inflation Reduction Act είτε έμμεση προστατευτικής λογικής έναντι κινεζικών, ευρωπαϊκών προϊόντων. Επίσης, δύσκολα να αναστραφεί (από την επομένη της 5ης Νοεμβρίου) η τάση… φυγής ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από τη γηραιά ήπειρο προς τις ΗΠΑ. Συν το γεγονός πως η Fed ελέγχει -μέχρι τώρα και για όσο…- το «τύπωμα» του μοναδικού αποθεματικού νομίσματος διεθνώς, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει ανά πάσα στιγμή για την ισοτιμία του ευρώ.
Την ημέρα του φεγγαριού του κυνηγού, λοιπόν, η ανακοίνωση της νέας μείωσης επιτοκίων -υπέρ πανσέληνος Οκτωβρίου- και δεν γνωρίζω εάν και σε ποιον βαθμό θα μπορούσε να επηρεάσει τη Γαλλίδα (σ.σ.: νομικός η Κριστίν Λαγκάρντ, μην το ξεχνάμε) να γίνει πιο σαφής, πιο στοχευμένη στη ρητορική της για την τακτική που προτίθεται να ακολουθήσει η ΕΚΤ στη συνέχεια.
Και γίνομαι σαφής: τέλος 2024 η ΕΚΤ σταματά την επανεπένδυση των κεφαλαίων που είχαν χορηγηθεί εκτάκτως λόγω πανδημίας Covid-19, το γνωστό πρόγραμμα ΡΕΡΡ. Πόσα κρατικά, και κατ’ εξαίρεση πολύ λιγότερα εταιρικά, ομόλογα είχε αγοράσει η Κεντρική Τράπεζα; Πάνω από 1,5 τρισ. Σωστά διαβάζετε, περισσότερα από 1,5 τρισ. κυρίως σε γαλλικά, ιταλικά και λίγα δισ. ελληνικά. Προφανώς το πρόβλημα δεν είναι τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, αλλά των 2ης και 3ης μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης. Ειδικότερα δε της Γαλλίας, μετά τις τελευταίες υποβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης.
Πρακτικά, η ΕΚΤ έχει προνοήσει να δημιουργήσει έναν εναλλακτικό μηχανισμό για την επόμενη ημέρα, το λεγόμενο Transmission Protection Instrument (ΤΡΙ), μέσω του οποίου θα παρεμβαίνει στη δευτερογενή αγορά, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα.
Ωστόσο, το ΤΡΙ μέχρι τώρα δεν έχει ενεργοποιηθεί. Το ένα θέμα είναι αυτό, δηλαδή πως η αποτελεσματικότητά του δεν έχει δοκιμαστεί στο πεδίο. Είναι όμως και κάτι άλλο. Η χρήση του προϋποθέτει τη δημοσιονομική συνέπεια, την πειθαρχία της χώρας που θα ζητήσει την ενεργοποίησή του.
Πρακτικά, χρήση μόνο εφόσον δεν υφίστανται εν ενεργεία διαδικασίες υπερβολικού ελλείμματος ή άλλης απόκλισης από τις πολιτικές και τους στόχους του Συμφώνου Σταθερότητας.
Τα επακόλουθα: μπορούν τα κράτη μεγέθους λ.χ. να χρηματοδοτήσουν -με τα επιτόκια στα ύψη- την (ανα)χρηματοδότηση του δημοσίου χρέους; Και, εάν ναι, ποιο θα είναι το υπόλοιπο που θα απομένει για τη χρηματοδότηση λ.χ. κοινωνικών δαπανών, αναπτυξιακών έργων κ.λπ.;
Εν προκειμένω πώς θα χειριστεί το όλο θέμα το Παρίσι, με τα διπλά ελλείμματα της γαλλικής οικονομίας στα ύψη και τον έναν μετά τον άλλο τους οίκους αξιολόγησης να προειδοποιούν. Πρόσφατα ο Οίκος Fitch Ratings υποβάθμισε τις προοπτικές του αξιόχρεου της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας από «σταθερές» σε «αρνητικές», μόλις μία ημέρα αφότου η νέα κυβέρνηση Μπαρνιέ παρουσίασε τον προϋπολογισμό 2025. Αυξημένους φόρους και περικοπές δαπανών ύψους 60 δισ. προβλέπει ο προϋπολογισμός που συνέταξε ο υπουργός Οικονομικών Αντουάν Αρμάν, προκειμένου να περιοριστεί το δημόσιο έλλειμμα σε 5% το 2025, από 6,1% φέτος.
Και έπονται το επόμενο διάστημα αξιολογήσεις (της γαλλικής οικονομίας) από Scope, Moody’s και Standard & Poor’s, που υποβάθμισαν τη Γαλλία (σε ΑΑ- από ΑΑ) νωρίτερα το 2024.
Το πώς θα βγουν όλα αυτά μένει να φανεί στο πεδίο. Με την κοινότητα να προεξοφλεί πως μόνο με απλές μειώσεις (των 25 μ.β.) ο λογαριασμός απλά δεν βγαίνει. Ειδικότερα όταν αφορά οικονομίες μεγέθους της γαλλικής, με δημόσιο χρέος 3,101 τρισ. (τέλος 2023), ήτοι στο 110,6% του ΑΕΠ.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 18/10/2024)