Η γερμανική εταιρεία οπλικών συστημάτων Rheinmetall, ένας από τους κύριους ωφελημένους από την αυξανόμενη ζήτηση για αμυντικό εξοπλισμό στην Ευρώπη μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, ανακοίνωσε εξαιρετικά αποτελέσματα για το τρίτο τρίμηνο του έτους.
Η εταιρεία αναθεώρησε προς τα πάνω τις προβλέψεις της για το λειτουργικό περιθώριο κέρδους, χάρη στις ρεκόρ πωλήσεις της.
Οι πωλήσεις της Rheinmetall για τους πρώτους εννέα μήνες του έτους αυξήθηκαν κατά ένα εντυπωσιακό 36%, φτάνοντας τα 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι Γερμανοί πελάτες αποτελούν ένα σημαντικό μέρος της πελατειακής βάσης της εταιρείας, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το ένα τρίτο των συνολικών πωλήσεων.
Η Rheinmetall εκτιμά ότι θα ξεπεράσει για πρώτη φορά το φράγμα των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ σε ετήσιες πωλήσεις το 2024. Με ένα ανεκτέλεστο υπόλοιπο παραγγελιών που αναμένεται να φτάσει τα 60 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το τέλος του έτους, η εταιρεία έχει θέσει φιλόδοξους στόχους διπλασιασμού των ετήσιων πωλήσεών της στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ μέσα στα επόμενα χρόνια.
Τα λειτουργικά κέρδη της εταιρείας σημείωσαν επίσης σημαντική αύξηση κατά 72%, φτάνοντας τα 705 εκατομμύρια ευρώ. Η Rheinmetall έχει αναθεωρήσει προς τα πάνω τις προβλέψεις της για το λειτουργικό περιθώριο κέρδους, το οποίο αναμένεται να κυμανθεί στο ανώτερο άκρο της προηγούμενης εκτίμησης, στο 14-15% για το 2023, σε σύγκριση με το 12,8% το 2022.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Rheinmetall, Armin Papperger, εξέφρασε την ικανοποίησή του για τα αποτελέσματα, τονίζοντας τη σημαντική συμβολή της εταιρείας στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας. Ο κ. Papperger, ο οποίος φέρεται να υπήρξε στόχος ρωσικής δολοφονικής απόπειρας λόγω της υποστήριξης της Ουκρανίας, χαρακτήρισε την ανάπτυξη της εταιρείας ως πρωτοφανή.
Οι παραγγελίες της Rheinmetall σχεδόν διπλασιάστηκαν από τον Ιανουάριο έως τον Σεπτέμβριο, ξεπερνώντας τα 21 δισεκατομμύρια ευρώ, χάρη σε συμβάσεις με τον γερμανικό στρατό και άλλες που σχετίζονται με την υποστήριξη της Ουκρανίας. Ως αποτέλεσμα, το ανεκτέλεστο υπόλοιπο παραγγελιών της εταιρείας έφτασε σε νέο ιστορικό υψηλό, στα 52 δισεκατομμύρια ευρώ.