Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συνεχίζει να θεωρείται ένα κλαμπ πλουσίων χωρών, περιορίζοντας έτσι το κατά πόσο άλλα κράτη εμπιστεύονται ως αντικειμενικές τις συμβουλές του, σύμφωνα με έκθεση ανεξάρτητου ελεγκτή του ΔΝΤ που αναμεταδιδει μεταδίδει το Reuters.
Η έκθεση του Γραφείου του Ανεξάρτητου Ελεγκτή του Ταμείου ανέλυσε μελέτες του τις τελευταίας δεκαετίας προκειμένου να διαπιστώσει εάν υπάρχουν κοινά «μοτίβα» στις περιπτώσεις που το ΔΝΤ δεν πέτυχε τους στόχους του.
Το γραφείο επέκρινε επίσης το πόσο καλά επιβλέπει και κατευθύνει το ΔΝΤ το εκτελεστικό του συμβούλιο.
Ο ελεγκτής ανακάλυψε κάποιες περιπτώσεις ξεκάθαρης «ασύμμετρης αντιμετώπισης», σημειώνοντας ότι είναι δύσκολο να μετρηθεί το τι σημαίνει αντικειμενικότητα στην πράξη. Ωστόσο, πολλά από τα μέλη του ΔΝΤ –αριθμεί 188 χώρες μέλη- εξακολουθούν να θεωρούν ότι ο παγκόσμιος δανειστής αντιμετωπίζει τους μεγαλύτερους μετόχους του, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Ευρώπης, με μεγαλύτερη επιείκεια σε σχέση με άλλες χώρες.
Παράλληλα, ο ελεγκτής βρήκε ότι το προσωπικό του ΔΝΤ ορισμένες φορές άσκησε αυτό-λογοκρισία προκειμένου να αποφύγει επικριτικά μηνύματα αναφορικά με τα ρίσκα για τις προηγμένες οικονομίες –σε αντίθεση με τις συμβουλές που έδινε σε μικρότερα και φτωχότερα κράτη.
Η αντίληψη αυτή μεγιστοποιήθηκε όταν το ΔΝΤ χορήγησε δισεκατομμύρια δολάρια σε χώρες της ευρωζώνης –περιλαμβανομένων της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας- με δάνεια που ήταν πολύ μεγαλύτερα από τις οικονομίες των χωρών αυτών.
“Σε τελική ανάλυση, η αντίληψη για την έλλειψη ισορροπίας εδράζεται στην άνιση κατανομή της εξουσίας για τη λήψη αποφάσεων”, προσθέτει το Γραφείο στην ανάλυση του.
Το Γραφείο σημειώνει επίσης ότι το 24μελές Δ.Σ. ορισμένες φορές δεν παρέχει ξεκάθαρες οδηγίες ή εποπτεία στις στρατηγικές κατευθύνσεις του Ταμείου καθώς τα μέλη βρίσκονται συχνά σε δίλλημα για το αν θα πρέπει να δράσουν με βάση το συμφέρον του Ταμείου ή των χωρών που αντιπροσωπεύουν.
Ο ελεγκτής σημειώνει πως το ΔΝΤ θα πρέπει να κάνει καλύτερη δουλειά ως προς την αντιμετώπιση αυτών των επίμονων προβλημάτων, αντί να αντιμετωπίζει τις συμβουλές του Γραφείου ως μια άσκηση που δεν φτάνει στην «καρδιά» των προβλημάτων.