Αδύνατη καθίσταται η εφαρμογή του νομοσχεδίου για την επιλογή προϊσταμένων με τον τρόπο που είναι διαρθρωμένο εκτιμά η Ένωση Αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΝΑΠ της ΕΣΔΔΑ), παρατηρώντας ότι το σχέδιο νόμου αναδιατυπώνει διατάξεις που ήδη βρίσκονται σε ισχύ από το 2010, που έχουν αξιολογηθεί κατά κανόνα ως θετικές, αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί.
Συγχρόνως, υποστηρίζει ότι η εφαρμογή του συγκεκριμένου νομοθετήματος «παραπέμπεται εκ προοιμίου στις καλένδες» καθώς προβλέπεται ότι το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ) θα εκπονήσει ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα μέσω του οποίου θα πιστοποιούνται όλα τα μέλη των συμβουλίων συνέντευξης -ακόμη και «τα πολυδιαφημισμένα «έμπειρα» στελέχη του ιδιωτικού τομέα» όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται.
Η ΕΝΑΠ διερωτάται «ποια η χρησιμότητα της εισαγωγής του σχεδίου νόμου στην παρούσα χρονική συγκυρία, δίχως την προηγούμενη διασφάλιση των προαπαιτούμενων για την εφαρμογή του». Όπως σημειώνει, απαιτείται εύλογο χρονικό διάστημα μέχρι να εκπονηθεί ένα τέτοιο πρόγραμμα και με δεδομένο το χρόνο που θα απαιτηθεί για την πιστοποίηση των μελών των συμβουλίων συνέντευξης.
Επίσης, αμφισβητείται η ετοιμότητα του ΑΣΕΠ να αναλάβει την αξιολόγηση και επιλογή 36.211 προϊσταμένων μεταξύ 138.984 δυνητικών υποψηφίων. Τονίζεται ότι για τη βασική εφαρμογή του νόμου απαιτείται η έκδοση 13 δευτερογενών ρυθμίσεων (Υπουργικών Αποφάσεων και Προεδρικών Διαταγμάτων).
Σημειώνεται ότι το νομοσχέδιο δημιουργεί 32 (κατ’ ελάχιστο) νέα όργανα και επιτροπές αξιολόγησης χωρίς αποσαφηνισμένες αρμοδιότητες. Άρα, για να λειτουργήσει το νέο σύστημα επιλογής προϊσταμένων θα πρέπει να εντοπισθούν, εκπαιδευθούν, πιστοποιηθούν και τοποθετηθούν στα όργανα τουλάχιστον 120 άτομα που θα τα στελεχώσουν.
Εξάλλου, η ΕΝΑΠ στηλιτεύει το γεγονός ότι οι «ιδιώτες – εμπειρογνώμονες» που εντάσσονται στη διαδικασία επιλογής προϊσταμένων, είναι μεταξύ άλλων «συνταξιούχοι δικαστικοί ή συνταξιούχοι ανώτατοι δημόσιοι λειτουργοί ή δημόσιοι υπάλληλοι». «Η αντίφαση μεταξύ λόγων και έργων είναι εμφανής», υποστηρίζει η ΕΝΑΠ, διότι δεν είναι δυνατόν συνταξιούχοι να αξιολογούν τις ικανότητες των υποψηφίων να καινοτομούν.