Τι σημαίνει η πολιτική/οικονομική κρίση και πώς επηρεάζεται (και) η η χώρα μας
Του ΜΙΧΑΗΛ ΓΕΛΑΝΤΑΛΙ
Σε εξέλιξη η πολιτική κρίση στη Γαλλία, με άμεση επίπτωση στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Στον «αέρα» ο κρατικός προϋπολογισμός, προς τα άκρα η αντιπαράθεση Μαρίν Λεπέν – Μισέλ Μπαρνιέ, εξέλιξη που «αποτυπώθηκε» σχεδόν αντανακλαστικά στα κρατικά ομόλογα, στις μετοχές, στα ασφάλιστρα κινδύνου. Οι επιθετικές πωλήσεις γαλλικών ομολόγων ανέβασαν το κόστος χρήματος -δηλαδή δανεισμού για το κράτος, χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις-, «ξυπνώντας» μνήμες από το καλοκαιρινό μαζικό ξεπούλημα, όταν ο Εμανουέλ Μακρόν προκήρυσσε πρόωρες εκλογές. Τα λεγόμενα vulture funds (γύπες) είχαν προειδοποιήσει -τότε- το Παρίσι για τη δυνατότητά τους να υπονομεύσουν το γαλλικό χρέος, που ξεπερνάει τα 2,6 τρισ., με «αχίλλειο πτέρνα» την κατοχή του από τα funds σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% (σ.σ.: στο 53,2% τέλος του 2023). Για να έχουμε μέτρο σύγκρισης όσον αφορά την έκθεσή του, σύμφωνα με έκθεση της Barclays και του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, το αντίστοιχο ποσοστό για την Ιταλία είναι στο 28%, για τις ΗΠΑ στο 30%, για την Ισπανία στο 40% και στο 45% για τη Γερμανία.
Συνέπεια της νέας «επίθεσης» των funds στο γαλλικό χρέος ήταν η κατακόρυφη αύξηση της «τιμολόγησής» του, σε σημείο που ξεπέρασε ακόμα και το ελληνικό -οικονομία χώρας με πολύ χαμηλότερη αξιολόγηση- η ένταση της εξόδου/μεταφοράς κεφαλαίων από τη Γαλλία κυρίως προς την αγορά των ΗΠΑ. Και αυτά προτού καν ορκιστεί ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο οποίος όμως έχει φροντίσει να προειδοποιήσει και τους Ευρωπαίους για το τι μέλλει γενέσθαι από την 20ή Ιανουαρίου και μετά. Πώς αντιδρά η ευρωπαϊκή επιχειρηματικότητα; Με την ανακοίνωση προληπτικών απολύσεων, με πάγωμα επενδύσεων, με συγκέντρωση ρευστότητας/κεφαλαίων και σε αρκετές περιπτώσεις με αλλαγή έδρας. Εκρηκτικό καρέ, καθώς σε μόλις μία εβδομάδα οι Γερμανικοί Σιδηρόδρομοι απολύουν 30.000 εργαζομένους, η VolksWagen 10.000, η Deutsche Bank 3.500 κ.ά., ενώ ανάλογα προγράμματα έχουν ανακοινώσει όμιλοι μεγέθους μίας Thyssen Kroup, GSK e.t.c, ενεργοποιώντας το ντόμινο ανεργίας, τη μείωση ζήτησης/παραγωγής, την περιοριστική εισοδηματική τακτική, τη συρρίκνωση κοινωνικού κράτους και πολλών άλλων, που αναμφίβολα έχουν -και θα έχουν- έντονο κοινωνικό αποτύπωμα. Τι σημαίνει το κατέβασμα του μοχλού σε επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας δεν χρειάζεται δα ιδιαίτερη ανάλυση, καθώς τα «απόνερα» θα φτάσουν στην περιφέρεια της Ευρώπης.
Οι προειδοποιήσεις των ΗΠΑ και το… ελληνικό «αντικλείδι»
Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού το μήνυμα/προειδοποίηση είναι σαφές και στοχευμένο, ειδικά προς την αυτοκινητοβιομηχανία. Παράλληλα, η νέα διοίκηση της Ουάσινγκτον πιέζει, εκ των προτέρων, για μεγαλύτερη συμμετοχή στις δαπάνες του ΝΑΤΟ, ενόσω η ενεργειακή εξάρτηση της ευρωπαϊκής οικονομίας από την αμερικανική δεν φαίνεται να αλλάζει, καταρχήν το πρώτο 3μηνο του 2025. Στη Γερμανία ο επικρατέστερος για την καγκελαρία Φρίντριχ Μερτς εκτιμά πως η επόμενη κυβέρνηση -κατά πάσα βεβαιότητα συνεργασίας/συμμαχική- δεν θα έχει σχηματιστεί πριν από το τέλος της άνοιξης (2025). Τι σημαίνει αυτό; Πως ούτε στο Βερολίνο υπάρχει πολιτικό δυναμικό για να εγκρίνει τον προϋπολογισμό της ερχόμενης χρονιάς. Ο απερχόμενος Ολαφ Σολτς προτείνει το «πάγωμα» του φρένου χρέους, δηλαδή του ορίου που δεν μπορεί να υπερβεί το Βερολίνο, πρακτικά την αύξηση του ομοσπονδιακού χρέους (της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης).
Προφανώς ζήτημα «τιμολόγησής» του δεν υφίσταται (το rating θα παραμείνει το υψηλότερο/καλύτερο ακόμα και με το αρνητικό ενδεχόμενο), πλην όμως θα είναι μία εντελώς καινούργια κατάσταση. Προσώρας δεν (δια)φαίνεται να προσομοιάζει προοπτικά με την κρίση που ξέσπασε τη 10ετία του 1970, με την κατάρρευση του συστήματος (Bretton Woods), ωστόσο οι προβλέψεις, λ.χ., των Deutsche Bank, IfO για τον ρυθμό ανάπτυξης το 2025 δεν είναι και οι πιο ευοίωνες. Το Βερολίνο προτείνει τη δημιουργία ενός «Ταμείου για την Γερμανία», ύψους 100 δισ., με συμμετοχή ομοσπονδιακών και ιδιωτικών κεφαλαίων. Παράλληλα, η ιδέα δημιουργίας ενός «κοινού καλαθιού» έχει ωριμάσει πλέον αρκετά, δεν αποκλείεται οι ηγέτες της Ε.Ε. να καταλήξουν σε συμφωνία για ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα επενδύσεων για την άμυνα, επί της ουσίας θα πρόκειται για μια μορφή κοινής χρηματοδότησης.
Σε ένα τέτοιο ευρω-περιβάλλον, με τις δύο μεγαλύτερες δυνάμεις σε πολιτική/οικονομική περιδίνηση, εύλογο είναι το ερώτημα μέχρι ποιου σημείου θα επηρεαστεί η «μικρή» ελληνική οικονομία. Δεδομένου ότι με τα μέχρι τώρα στοιχεία καταγράφεται αύξηση του εμπορικού ελλείμματος κατά 10,5% στο 6μηνο -αυξημένο κατά 1,6 δισ.-, τάση που συνεχίστηκε και το δεύτερο, η πορεία πιθανότατα θα παραμείνει φθίνουσα. Στο πρώτο 6μηνο (2024) η αξία των εξαγωγών (εξαιρούμενων των πετρελαιοειδών) προς τα κράτη-µέλη της Ε.Ε. αποτελούσε περίπου το 66% της συνολικής αξίας. Επιπρόσθετα, η επίδραση της μείωσης των τιμών το 2024 σε σύγκριση με το 2023 -λόγω αποκλιµάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων- δεν ήταν η μοναδική αιτία για τη μείωση της αξίας των εξαγωγών. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., οι εξαγωγές της Ελλάδας προς τις χώρες-µέλη της Ε.Ε. υποχώρησαν και ως προς την ποσότητα. Κοινή εκτίμηση πως «κλειδί» για την ελληνική οικονομία θα είναι η κατάσταση στον τουρισμό, με τις προβλέψεις να ξεπερνούν τα 22 δισ. για φέτος, μέγεθος που θα μπορούσε να επαναληφθεί και του χρόνου, εάν επιτευχθεί η αντιστάθμιση των αφίξεων από τις ευρωπαϊκές χώρες (κυρίως Γερμανία, Γαλλία) μέσω αύξησης της κίνησης από τις ΗΠΑ. Συμπληρωματικά με μόχλευση κεφαλαίων (κυρίως) από το RRF κ.ά. ικανών να συντηρήσουν έναν ρυθμό ανάπτυξης το 2025 μεγέθους 2% (σύμφωνα με το ΔΝΤ), 2,6% (EBRD).
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 6/12/2024)