Κράτος… δεν πληρώνω. «Θηλιά» που σφίγγει για την αγορά και την κοινωνία
Αποτελούν μία τεράστια πληγή για την αγορά και χτυπάνε «κόκκινο», καθώς διπλασιάστηκαν την τελευταία τετραετία. Ο λόγος για τα κρατικά φέσια προς ιδιώτες πολίτες, άρα κυρίως επιχειρήσεις και επαγγελματίες.
Τα τελευταία επίσημα στοιχεία του ΥΠΕΘΟ τα αυξάνουν ξανά σε 3,5 δισ. ευρώ στα τέλη Οκτωβρίου, έναντι μόνο 1,9 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019. Ουσιαστικά το κράτος δεν πληρώνω, μετά το τέλος των Μνημονίων και της ενισχυμένης εποπτείας, απλώνει ξανά τα δίχτυα του, δημιουργώντας μια άτυπη στάση πληρωμών που επηρεάζει από προμηθευτές του Δημοσίου και όσους συμμετέχουν σε δημόσια έργα μέχρι πολίτες και συνταξιούχους, προκαλώντας πλήγμα στην οικονομική τους κατάσταση και στη ρευστότητα στην αγορά.
Το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο, καθώς δημιουργείται σε εποχές κανονικότητας, δηλαδή αφού έχει περάσουν η υγειονομική κρίση (που προκαλούσε λογικές πιέσεις στα χρέη των νοσοκομείων) και οι εποχές των Μνημονίων, όταν δυσλειτουργίες στην αγορά είχαν οδηγήσει τα κρατικά φέσια σε ύψος ρεκόρ, άνω των 8 δισ. ευρώ. Οι θεσμοί από το πρώτο Μνημόνιο έβαλαν αναλυτικό χρονολόγιο για τη μείωση και τον μηδενισμό τους, το οποίο ποτέ δεν τηρήθηκε, ούτε τον καιρό των Μνημονίων ούτε στη μεταπρογραμματική εποπτεία ούτε ακόμη και σήμερα.
Ο μηδενισμός των ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους προς ιδιώτες είναι ίσως πλέον o μεγαλύτερος «καημός» των θεσμών που επιτηρούν την ελληνική οικονομία. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, αποτελούν ένδειξη πως δεν έχουν παταχθεί οι πηγές σπατάλης και πως δεν έχουν νοικοκυρευτεί πραγματικά τα δημόσια οικονομικά. Γι’ αυτό και η Κομισιόν συνεχίζει και πιέζει και στην τελευταία έκθεση για τη μεταπρογραμματική εποπτεία.
Να σημειωθεί πως ληξιπρόθεσμες είναι οι υφιστάμενες υποχρεώσεις προς τρίτους (εκτός γενικής κυβέρνησης) που δεν εξοφλήθηκαν μετά την παρέλευση 90 ημερών από την ημερομηνία οφειλής. Αν στον λογαριασμό προστεθούν και οι οφειλές που δεν έχουν συμπληρώσει ακόμα τρεις μήνες, τότε το πρόβλημα μεγαλώνει κι άλλο.
Μάλιστα, σύμφωνα με διεθνείς οργανισμούς, η Ελλάδα, εξαιτίας αυτής της δυστοκίας στο να περιορίσει τα κρατικά φέσια, έχει τεράστιο πρόβλημα ακόμα και στην προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, καθώς αποτελεί έναν παράγοντα αβεβαιότητας στην οικονομική δραστηριότητα. Στο πεδίο αυτό συνεχίζει να «φιγουράρει» στους παγκόσμιους δείκτες ανταγωνιστικότητας σε μία διόλου ευχάριστη θέση αναφορικά με τις ημέρες που χρειάζεται για να πληρωθούν υποχρεώσεις του Δημοσίου προς τον επιχειρηματικό κόσμο.
Ακόμα πιο απότομη είναι η άνοδος, αν αφαιρεθούν οι φορολογικές υποχρεώσεις (εκκρεμείς επιστροφές φόρων) και φανούν οι υποχρεώσεις στο σύνολο της γενικής κυβέρνησης δηλαδή κεντρικού κράτους, αλλά και νομικών προσώπων, δήμων, ασφαλιστικών ταμείων και νοσοκομείων. Το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών φτάνει στα 2,84 δισ. ευρώ τώρα, από 1,3 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019 και από 2,24 δισ. ευρώ στο τέλος του 2023.
Η κυβέρνηση και για το 2025 στον νέο Προϋπολογισμό αναφέρει πως με γνώμονα τη διασφάλιση της ταμειακής ρευστότητας των φορέων της θα προχωρήσει σε καταβολή μέχρι την 20ή Ιανουαρίου του ενός τετάρτου της προβλεπόμενης ετήσιας επιχορήγησης ή χρηματοδότησης από φορείς της κεντρικής διοίκησης. Ως μέτρο για να κλείσουν τις εκκρεμότητες του παρελθόντος.
Ωστόσο, και το ίδιο το κεντρικό κράτος συνεχίζει να παράγει παραπάνω νέα φέσια. Στον Κρατικό Προϋπολογισμό τα φέσια διογκώθηκαν σε 231 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο του 2024, από 88 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν και 55 εκατ. ευρώ το 2019. Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η άνοδος στο επενδυτικό πεδίο, παρά τα δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης που εισρέουν στην Ελλάδα και… κάθονται, όπως αποδεικνύεται και από αυτή την πλευρά.
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων φτάνουν στα 213 εκατ. ευρώ, από μόλις 80 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2023 και 6 εκατ. ευρώ το 2019.
Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των ΟΤΑ διαμορφώνονται στο ποσό των 359 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, δόθηκε πρόσφατα και επιπλέον επιχορήγηση, ποσού ύψους 90 εκατ. ευρώ, με σκοπό τη μείωση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων. Εναν χρόνο πριν οι οφειλές των ΟΤΑ ήταν μόνο 149 εκατ. ευρώ.
Οσον αφορά τους ΟΚΑ, το ύψος των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων διαμορφώνεται στο ποσό των 687 εκατ. ευρώ. Ενα μέρος τους συνδέεται με ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του κλάδου εφάπαξ παροχών του e-ΕΦΚΑ, κατόπιν της επιτάχυνσης εκκαθάρισης των κύριων συντάξεων, η οποία συμπαρασύρει τον ρυθμό εκκαθάρισης των εφάπαξ παροχών, αναφέρει το ΥΠΕΘΟ. Παρ’ όλα αυτά, πέρυσι το άνοιγμα ήταν 525 εκατ. ευρώ.
Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των νοσοκομείων, συμπεριλαμβανομένης και της ΕΚΑΠΥ, λαμβάνοντας υπόψη και τα ποσά clawback και rebate, υπολογίζονται σε 1.255 εκατ. ευρώ. Εναν χρόνο πριν το ποσό ήταν 1.319 εκατ. ευρώ, αλλά το 2019 ήταν μόνο 344 εκατ. ευρώ.
ΚΑΜΠΑΝΑΚΙ ΚΟΜΙΣΙΟΝ – Οι δήμοι στο στόχαστρο
Η επιτροπή έπειτα από διαπραγμάτευση που έγινε κατά την ενισχυμένη εποπτεία μετρά διαφορετικά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές: βγάζει από τον λογαριασμό αυτές που δεν πρόκειται ποτέ να εισπραχθούν. Ετσι υπολογίζει ότι το απόθεμα των οφειλών της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε κατά 19% από τον Ιανουάριο του 2024, από 880 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2024 σε 709 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2024. Μιλά για άνιση πρόοδο λόγω της μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών των νοσοκομείων που αντιστάθμισε την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών που συσσωρεύτηκαν στους ΟΤΑ και στις εφάπαξ συντάξεις. Από τον στόχο που τέθηκε η απόκλιση είναι σημαντική, στα 542 εκατ. ευρώ.
Στρέφει το βλέμμα της από τα νοσοκομεία στις καθυστερήσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που αυξάνονται σημαντικά από τον Ιανουάριο του 2024, κατά 66%. Αναφέρει την αιτιολογία της Ελλάδας πως ο κύριος λόγος για την αύξηση των καθυστερούμενων οφειλών είναι οι ελλείψεις ρευστότητας, παρά η αύξηση των κρατικών επιχορηγήσεων, που έχουν αυξηθεί κατά 8% το 2024 σε σχέση με το 2023, περίπου κατά ευρώ 250 εκατ.
Το απόθεμα των καθαρών ληξιπρόθεσμων οφειλών των ΟΚΑ αναφέρει πως αντιπροσωπεύει το 32% των συνολικών ληξιπρόθεσμων οφειλών της γενικής κυβέρνησης και αυξήθηκε κατά 50 εκατ. ευρώ από τον Ιανουάριο του 2024, που συνδέεται με τα εφάπαξ κυρίως προς τον ιδιωτικό τομέα. Ο νέος στόχος που ζητήθηκε είναι η πλήρης εκκαθάριση μέχρι το τέλος του μήνα.
Κάλεσμα Ευρωπαϊκής Επιτροπής για αποζημιώσεις, με τόκο 12,75%
Η Ελλάδα δεν είναι μόνο εκτεθειμένη προς τον επιχειρηματικό κόσμο και τους πολίτες της, αλλά και προς τις Βρυξέλλες, καθώς βάσει τη νομοθεσία για τις καθυστερήσεις στις πληρωμές πλέον πρέπει να επιταχύνει για να μην έχει κυρώσεις, αλλά και πρέπει να αποζημιώνει για τις καθυστερήσεις με συγκεκριμένο τόκο (12,25% ισχύει σήμερα).
Με άλλα λόγια, οι επιχειρηματίες που ζημιώνονται από την άτυπη στάση πληρωμών του δημοσίου μπορούν να στραφούν κατά του Δημοσίου. Βεβαίως, εξηγούν πηγές της αγοράς, αυτό δεν συμβαίνει στην πράξη, παρά σπανίως, γιατί θέλουν να μη διαταράξουν τις σχέσεις που υπάρχουν. Ωστόσο, η επιλογή από τις Βρυξέλλες έχει δοθεί και αν κάποιος επαγγελματίας θέλει να ασκήσει τα δικαιώματά του μπορεί…
Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, για οφειλή 1 έτους με ποσό τιμολογίου (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, εάν έχει προστεθεί) 1.000 ευρώ, το σύνολο τόκων είναι περίπου 130 ευρώ, δηλαδή το ποσό που θα οφείλει το κράτος είναι περίπου 1.130 ευρώ.
Τι δικαιούται για έξοδα ανάκτησης
Επιπλέον του οφειλόμενου τόκου, δικαιούται ο πολίτης/ επιχείρηση κατ’ αποκοπή αποζημίωση ύψους 40 ευρώ (ή ισοδύναμη αποζημίωση) για κάθε τιμολόγιο. Επίσης, αν τα έξοδα για την ανάκτηση της οφειλής υπερβαίνουν την αξία αυτή, μπορεί να ζητήσει πρόσθετη εύλογη αποζημίωση (π.χ. για διοικητικά έξοδα, αμοιβή είσπραξης οφειλής ή έξοδα δικηγόρου).
Η ανάκτηση γίνεται με τρεις τρόπους:
·Αποστολή τιμολογίου στον πελάτη με τους τόκους και τις αποζημιώσεις.
·Επικοινωνία με τον εθνικό διαμεσολαβητή ή με εθνικό δικαστή.
·Εάν οι πληρωμές μιας δημόσιας Αρχής είναι συστηματικά εκπρόθεσμες, με επίσημη καταγγελία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή με βάση τη νομοθεσία για τις καθυστερήσεις πληρωμών.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 20/12/2024)