Οι Έλληνες καταναλωτές προσαρμόζουν τις αγοραστικές τους συνήθειες στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Όπως προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία της Circana, οι δαπάνες τους στα σούπερ μάρκετ το 2024 ξεπέρασαν τα 9 δισεκατομμύρια ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 3,1% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Ωστόσο, αυτή η αύξηση οφείλεται αποκλειστικά στις πωλήσεις τροφίμων, καθώς άλλες κατηγορίες προϊόντων, όπως τα είδη προσωπικής υγιεινής και τα απορρυπαντικά, παρουσιάζουν πτώση.
Η αύξηση των πωλήσεων τροφίμων αντικατοπτρίζει την προτεραιότητα που δίνουν οι καταναλωτές στις βασικές ανάγκες, εν μέσω του υψηλού πληθωρισμού και της αύξησης του κόστους ζωής. Αντίθετα, η μείωση των πωλήσεων σε άλλες κατηγορίες προϊόντων υποδηλώνει ότι οι καταναλωτές περιορίζουν τις δαπάνες τους σε αγαθά που δεν θεωρούνται απαραίτητα.
Η τάση αυτή αναμένεται να ενισχυθεί και περαιτέρω με τα στοιχεία του Δεκεμβρίου, καθώς οι αναλυτές εκτιμούν ότι η πίεση στα εισοδήματα των νοικοκυριών θα συνεχίσει να επηρεάζει τις καταναλωτικές τους επιλογές.
Συγκεκριμένα, οι τιμές εμφανίζουν σταθεροποίηση (-0,1%) ενώ ειδικά στις μεγάλες κατηγορίες των προϊόντων προσωπικής φροντίδας και απορρυπαντικών οι τιμές υποχώρησαν ανά προϊόν στους 11 μήνες του 2024 κατά 3,8% και 2,2% αντίστοιχα. Σε αυτές τις κατηγορίες χάθηκαν 5 εκατ. ευρώ και 3 εκατ. ευρώ τζίρου αντίστοιχα στο εξεταζόμενο διάστημα. Αντίθετα, στα τρόφιμα οι τιμές αυξήθηκαν κατά 0,8% και η αξία των πωλήσεων αυξήθηκε κατά 327 εκατ. ευρώ (ξεπέρασαν τα 8,9 δισ. ευρώ σε 11 μήνες του 2024). Επίσης, περίπου κατά 9 εκατ. ευρώ αυξήθηκαν οι πωλήσεις σε άλλες κατηγορίες, όπως π.χ. τα προϊόντα bazaar. Έτσι, η αξία της αγοράς έφτασε στα 10,876 δισ. ευρώ συνολικά στο τέλος Νοεμβρίου από 10,548 δισ. ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2023. Υπολογίζεται ότι με την προσθήκη του τζίρου του Δεκεμβρίου ο τζίρος των σούπερ μάρκετ το 2024 ξεπερνά τα 11 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana, οι καταναλωτές προτιμούν όλο και περισσότερο τα μίνι μάρκετ, μικρά καταστήματα μέχρι 400 τ.μ., των οποίων οι πωλήσεις αυξάνονται με ρυθμό 5,9%. Το μερίδιό τους στο σύνολο της πίτας της αγοράς έχει ξεπεράσει αυτό των hypermarket των οποίων οι πωλήσεις αυξάνονται με ρυθμό 4% (μερίδιο 11,9 και 11,6 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα). Σημειώνεται ότι ο τζίρος και στους δύο αυτούς τύπους σούπερ μάρκετ το 2023 αυξανόταν με διψήφιο ρυθμό. Το μεγαλύτερο μερίδιο πάντως ελέγχουν τα σούπερ μάρκετ από 400 έως 2.500 τ.μ., αν και οι πωλήσεις τους αναπτύσσονται με χαμηλότερους ρυθμούς.
Ισορροπία στην αγορά FMCG: Ανάπτυξη στα τρόφιμα, επιβράδυνση στις υπόλοιπες κατηγορίες
Η αγορά των ταχυκίνητων καταναλωτικών αγαθών (FMCG) παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον μίγμα ανάπτυξης και επιβράδυνσης, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία. Ενώ τα τρόφιμα συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, οι κατηγορίες των προϊόντων προσωπικής φροντίδας και απορρυπαντικών δείχνουν σημάδια κόπωσης.
Συγκεκριμένα, τα προϊόντα με σταθερό barcode, που αποτελούν το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς, και τα χύμα προϊόντα παρουσίασαν παρόμοια αύξηση πωλήσεων κατά 3,1% σε ετήσια βάση. Αυτό υποδηλώνει μια γενικότερη σταθερότητα στην αγορά.
Ωστόσο, η εικόνα διαφέρει σημαντικά όταν εξετάσουμε τις τρεις μεγάλες κατηγορίες των FMCG. Παρά την έντονη προωθητική δραστηριότητα, οι πωλήσεις τροφίμων, προϊόντων προσωπικής φροντίδας και απορρυπαντικών σημείωσαν μικρή μείωση 1,2% σε αξία και όγκο τον Νοέμβριο.
Σε μακροπρόθεσμη βάση, τα τρόφιμα παραμένουν ο κινητήριος μοχλός της αγοράς, καταγράφοντας αύξηση πωλήσεων 3,8% στο ενδεκάμηνο. Αντίθετα, οι πωλήσεις προϊόντων προσωπικής φροντίδας και απορρυπαντικών μειώθηκαν κατά 0,5% και 0,4% αντίστοιχα.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι, αν και οι αξίες των πωλήσεων στις δύο τελευταίες κατηγορίες παρουσίασαν μικρή μείωση, οι όγκοι των πωλήσεων αυξήθηκαν, υποδηλώνοντας πιθανές αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες.
Συνολικά, τα στοιχεία δείχνουν μια αγορά FMCG που βρίσκεται σε μια φάση μετασχηματισμού. Ενώ τα τρόφιμα παραμένουν ανθεκτικά, οι υπόλοιπες κατηγορίες αντιμετωπίζουν προκλήσεις. Οι εταιρείες του κλάδου θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτό το νέο περιβάλλον και να αναπτύξουν καινοτόμες στρατηγικές για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Αλκοολούχα και μη αλκοολούχα ποτά οι πρωταθλητές στη ζήτηση
Ειδικότερα στα τρόφιμα, την μεγαλύτερη αύξηση πωλήσεων καταγράφουν τα μη αλκοολούχα και τα αλκοολούχα ποτά, 6,9% και 6,5% αντίστοιχα. Ακολουθούν τα κατεψυγμένα με 5,3% και τα γαλακτοκομικά με 4,2%. Με όρους όγκου πωλήσεων η κατάταξη διαφοροποιείται ελαφρώς καθώς ηγούνται τα γαλακτοκομικά με 6,8% και ακολουθούν τα αλκοολούχα με 6,6% και μετά τα μη αλκοολούχα ποτά και τα κατεψυγμένα τρόφιμα με αύξηση 5,4% και οι δύο κατηγορίες. Επίσης παρατηρούνται αυξήσεις τιμών κυρίως στα σνακς (3,2%), στα βοηθήματα μαγειρικής και καρυκεύματα (2,5%) και στα αναψυκτικά και μη αλκοολούχα ποτά (1,4%). Στον αντίποδα, οι μεγαλύτερες μειώσεις τιμών σημειώνονται σε είδη προσωπικής υγιεινής (-6,2%), απορρυπαντικά (-3,1%), καθώς και στα γαλακτοκομικά (-2,4%).
Η ιδιωτική ετικέτα κερδίζει έδαφος
Την ίδια ώρα τα τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έχουν αυξήσει το μερίδιό τους σε 26,7% έναντι 73,3% των επώνυμων, με πωλήσεις που αυξάνονται με ετήσιο ρυθμό 4,9% από 2,5% αντίστοιχα. Κρίνεται χρήσιμο να αναφερθεί ότι ενώ στις κατηγορίες προϊόντων προσωπικής φροντίδας και απορρυπαντικών το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας υποχωρεί ελαφρώς κατά 0,8 και 0,1 της μονάδας αντίστοιχα, ήτοι μερίδιο 20% και 25,7% στις αντίστοιχες κατηγορίες, στα τρόφιμα αυξάνεται. Στον ενδεκάμηνο του 2024 το μερίδιο των πωλήσεων τροφίμων ιδιωτικής ετικέτας ήταν 27,4% στο σύνολο των πωλήσεων της κατηγορίας από 26,7% ένα χρόνο πριν.