Αυξημένη κατά 60% αναμένεται να είναι η παγκόσμια ζήτηση για υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) έως το 2040, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Shell. Η πρόβλεψη αυτή, που παρουσιάστηκε στους Financial Times, αποδίδεται κυρίως στην ταχεία οικονομική ανάπτυξη στην Ασία και στην παγκόσμια προσπάθεια για απανθρακοποίηση της βιομηχανίας.
Η νέα πρόβλεψη της Shell είναι κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη από την αντίστοιχη περσινή, γεγονός που καταδεικνύει την αυξανόμενη ζήτηση, ιδιαίτερα από την Ινδία και την Κίνα. Οι δύο αυτές χώρες αναδεικνύονται σε σημαντικούς καταναλωτές LNG, καθώς επιδιώκουν να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες και να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Η αύξηση της ζήτησης για LNG αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά, καθώς θα οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων σε υποδομές LNG και σε αλλαγές στις ροές του φυσικού αερίου.
Η Shell είναι ο μεγαλύτερος έμπορος LNG στον κόσμο, διακινώντας περίπου 60 εκατομμύρια τόνους καυσίμου ετησίως. Η Κίνα, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας LNG παγκοσμίως, «αυξάνει σημαντικά» την εισαγωγική της ικανότητα, προκειμένου να παρέχει συνδέσεις φυσικού αερίου σε 150 εκατομμύρια ανθρώπους έως το 2030, ενώ η Ινδία βελτιώνει τις υποδομές της με στόχο τη σύνδεση 30 εκατομμυρίων ανθρώπων τα επόμενα πέντε χρόνια, αναφέρεται στην έκθεση της Shell.
Το LNG, το οποίο είναι φυσικό αέριο που υγροποιείται ψύχοντάς το στους -162°C, έχει αποκτήσει αυξημένη σημασία για την Ευρώπη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022. Η Ευρώπη έχει γίνει μεγάλος εισαγωγέας καθώς επιδιώκει να αντικαταστήσει τις μειωμένες ροές ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών.
Κατά τη Shell η Ευρώπη θα «συνεχίσει να χρειάζεται LNG μέχρι τη δεκαετία του 2030 για να εξισορροπήσει το αυξανόμενο μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής και να διασφαλίσει την ενεργειακή ασφάλεια» καθώς κινείται προς τον στόχο των μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Οι ευρωπαϊκές χώρες, ειδικά η Γερμανία, έχουν επενδύσει σημαντικά σε υποδομές εισαγωγής LNG κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, και αυτά τα περιουσιακά στοιχεία «θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την εισαγωγή βιο-LNG ή συνθετικού LNG και να επαναπροσαρμοστούν για την εισαγωγή πράσινου υδρογόνου», αναφέρεται στην έκθεση της Shell.
Η Shell και οι ανταγωνιστές της επιδιώκουν να προωθήσουν το φυσικό αέριο και το LNG ως μια καθαρότερη εναλλακτική λύση από τον άνθρακα και ως ένα μεταβατικό καύσιμο για την παγκόσμια αποανθρακοποίηση, παρά το γεγονός ότι η καύση φυσικού αερίου απελευθερώνει σημαντικές ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα.
Το LNG αποτελείται κυρίως από μεθάνιο, το οποίο προκαλεί μεγαλύτερη θέρμανση από το διοξείδιο του άνθρακα, ενώ το εμπόριο LNG έχει επίσης επικριθεί για το αποτύπωμα των εκπομπών του. Η παγκόσμια ζήτηση για LNG θα αυξηθεί σε 630-718 εκατομμύρια τόνους έως το 2040, από 407 εκατομμύρια τόνους πέρυσι, σύμφωνα με τη Shell.
Ένα σημαντικό ποσοστό της νέας προσφοράς αναμένεται να προέλθει από τις ΗΠΑ, αλλά η περαιτέρω ανάπτυξη στη χώρα «συνοδεύεται από κινδύνους», όπως η κανονιστική αβεβαιότητα στο ρυθμιστικό πλαίσιο και το κόστος παραγωγής, επισημαίνει η εταιρεία.