Ενας από τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας οι οποίοι βίωσαν τις βαρύτερες απώλειες κατά τη διάρκεια της μακράς ύφεσης ήταν το λιανικό εμπόριο ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών. Ομως, έστω και αν η μεγάλη κρίση «έφυγε» έπειτα από τόσα χρόνια, το συγκεκριμένο κομμάτι της αγοράς δεν φαίνεται να την έχει… ξεπεράσει ακόμη, τουλάχιστον όχι εντελώς.
Του ΜΙΧΑΛΗ ΚΟΣΜΕΤΑΤΟΥ
Πέρα από τις διακυμάνσεις που εξακολουθούν να διαπιστώνονται από χρήση σε χρήση στους τζίρους, προκύπτει μια αρκετά σημαντική διαφορά του «τότε» με το «τώρα».
Τα διαθέσιμα στοιχεία για τις πωλήσεις του συνόλου των εταιριών του τομέα δείχνουν ότι το 2024 έφτασαν αθροιστικά στα 2,93 δισ. ευρώ, μειωμένες σε ποσοστό 3,7%, έναντι των 3,04 δισ. ευρώ του 2023 (Πηγή: Εταιρία GfK).
Προ κρίσης, το 2008, σύμφωνα με μετρήσεις, ο κλάδος «έγραφε» στα κοντέρ του κύκλους εργασιών 3,6 δισ. ευρώ (κατά άλλους κοντά στα 4 δισ. ευρώ, με τα κλιματιστικά και τις μπαταρίες) και άρχισε σταδιακά να χάνει όσο πλησίαζαν τα… Μνημόνια, με τον πήχη να πέφτει το 2009 στα 3,4 δισ. και μέχρι την «καρδιά» της ύφεσης να κατεβαίνει από το όριο των 2 δισ. ευρώ, με αρνητικό ρεκόρ τα 1,72 δισ. ευρώ του 2013.
Με λίγα λόγια, η εγχώρια αγορά ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών απώλεσε κατά την κρίση περίπου το 50% της αξίας της από το 2008 έως το 2013, σε μια 5ετία, και σε άλλη μια 11ετία, το 2024, κατάφερε φαινομενικά να ανακτήσει το… 75% των πωλήσεων του 2008 και να υπολείπεται -κατά προσέγγιση- ενός 25%.
ΤΖΙΡΟΙ-ΑΣΑΝΣΕΡ
Διαφωτιστικά θεωρούνται τα στοιχεία και των επιμέρους χρήσεων: το 2010 οι πωλήσεις συρρικνώθηκαν στα 2,68 δισ. ευρώ, το 2011 στα 2,17 δισ. ευρώ και το 2012 στα 1,84 δισ. ευρώ, πριν από τη χειρότερη χρονιά, το 2013, των 1,72 δισ. ευρώ.
Από το 2014 φάνηκε μια… αχτίδα αισιοδοξίας για τον κλάδο, που ανέβηκε στα 1,85 δισ. ευρώ (αύξηση 7,3%) και το 2015 (πάνω στα capital controls) στα 1,985 δισ. ευρώ.
Ακολούθησαν οι χρήσεις του 2016 με 2,108 δισ. ευρώ, μια νέα πτώση το 2017 με 2,067 δισ. ευρώ, νέα άνοδος το 2018 με 2,18 δισ. ευρώ, το 2019 με 2,23 δισ. ευρώ, το 2020 (στην πανδημία) με 2,09 δισ. ευρώ και ούτω καθ’ εξής, με… το «ασανσέρ» να σταματά σήμερα πάνω κάτω στα 3 δισ. ευρώ.
Με τον πληθωρισμό και τα αυξημένα κόστη να πιέζουν τις κερδοφορίες των αλυσίδων, ο κλάδος πέρασε «από 40 κύματα», αν αναλογιστεί κάποιος ότι τον ρόλο τους διαδραμάτισαν κατά περιόδους η αποδιοργάνωση της εφοδιαστικής αλυσίδας κατά τον κορονοϊό, η ενεργειακή κρίση, η άνοδος στις τιμές των υλικών κ.λπ.
«Αντίβαρα» σε όλα αυτά τα προβλήματα αποτέλεσαν οι επιδοτήσεις μέσω χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων για την εκτεταμένη αντικατάσταση παλαιών ηλεκτρικών οικιακών συσκευών, η Black Friday κάθε χρονιάς και οι εορταστικές περίοδοι, όταν κατά κανόνα ο κόσμος ψωνίζει περισσότερο, οι μεταδόσεις κορυφαίων αθλητικών διοργανώσεων που συνήθως προσφέρουν «ώθηση» στις πωλήσεις τηλεοράσεων, οι νέες τεχνολογίες που «έλκουν» ένα μεγάλο ποσοστό του καταναλωτικού κοινού σε νέες αγορές οικιακού εξοπλισμού κ.λπ.
ΑΠΟ ΤΑ ΛΟΥΚΕΤΑ, ΣΤΑ DEALS
Πέρα από τους αριθμούς και τους τζίρους των δισ., η ελληνική αγορά των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών σημαδεύτηκε και από μια σειρά γεγονότων, που άρχισαν από τον… αφανισμό μιας σειράς επιχειρήσεων του κλάδου, από πτωχεύσεις και λουκέτα, με την καθεμία από αυτές να καταρρέει μετά την άλλη και κατέληξαν στα μεγάλα deals των τελευταίων ετών.
Πιο χαρακτηριστικό όλων ότι και οι δύο μεγαλύτεροι μέχρι πρότινος «παίκτες» της, η Κωτσόβολος και η MediaMarkt, πουλήθηκαν. Και λέει κανείς «μέχρι πρότινος», διότι η δεύτερη ενσωματώθηκε στο δίκτυο των καταστημάτων Public, του Ομίλου Olympia (με ιδρυτή τον Πάνο Γερμανό).
Παραδοσιακά, η Κωτσόβολος «προηγείτο» ανέκαθεν στις συνολικές πωλήσεις του κλάδου, με ηγετικά μερίδια της τάξης του 24%-26% στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, με «double score» από τον δεύτερο (11%-12% κατέγραφε η MediaMarkt προτού αλλάξει χέρια, παρουσιάζοντας ζημίες και χρειάστηκε οικονομικές «ενέσεις» από την πρώην γερμανική μητρική της). Ωστόσο, και αυτή οδηγήθηκε σε «αλλαγή σελίδας», αφού το 2024 η βρετανική Currys εκκίνησε διαγωνιστική διαδικασία για την πώλησή της, με τελικό «νικητή» τον Ομιλο ΔΕΗ (CEO Γιώργος Στάσσης).
Την Κωτσόβολος διεκδίκησε και ο Ομιλος Quest, με επικεφαλής του τον Θεόδωρο Φέσσα, αλλά η έκβαση της υπόθεσης έφερε τη δυναμική είσοδο ενός νέου «παίκτη» στον κλάδο, με ένα ενεργειακό group, με την εμβέλεια της ΔΕΗ να επιτυγχάνει με αυτό τον τρόπο την επέκταση των δραστηριοτήτων της στο λιανικό εμπόριο των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών. Η ΔΕΗ πλειοδότησε, μάλιστα, με προσφορά ύψους 200 εκατ. ευρώ για την εξαγορά της Κωτσόβολος.
Βέβαια, και η Quest αντέδρασε και προχώρησε σε ένα άλλο deal, εξαγοράζοντας πριν από λίγους μήνες το 70% της ιστορικής Μπενρουμπή, αντί 27 εκατ. ευρώ, με πρόβλεψη και για το υπόλοιπο 30%.
Οι ισχυροί της αγοράς ανασυντάσσονται πλέον και ξεκινούν έναν νέο «αγώνα δρόμου», με στόχο να ανακτήσουν πλήρως τα χαμένα έσοδα, από τις υψηλές απώλειες πωλήσεων στα χρόνια της κρίσης. Με νέα καταστήματα, με αναβάθμιση των υπηρεσιών τους, με το λανσάρισμα νέων προηγμένης τεχνολογίας συσκευών και κάθε άλλο θεμιτό μέσο για την προσέλκυση πελατών στα φυσικά ή ηλεκτρονικά καταστήματά τους.
Οι κατά καιρούς προσφορές και η πρόσβαση σε ποιοτικές συσκευές, με προσιτές τιμές και με τα κατάλληλα χρηματοδοτικά προγράμματα να τίθενται στη διάθεση των καταναλωτών, βοηθούν σαφώς στην προσπάθεια για να αποδώσει η εμπορική πολιτική των αλυσίδων.
Τι θα φέρει το 2025 έπειτα από την περσινή, μικρή σχετικά πτώση; Εν αναμονή.
Μια δεκαετία για μια πτώχευση
Η εμπλοκή της Ράδιο Κορασίδης στην επώδυνη και μακρά διαδικασία των πλειστηριασμών μία και πλέον δεκαετία έπειτα από την πτώχευσή της αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των περιπετειών που πέρασαν οι επιχειρήσεις του κλάδου των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών.
Μόλις λίγο πριν από τα τέλη του 2024 απέκτησε νέους ιδιοκτήτες το μεγάλο επαγγελματικό ακίνητο της υπό πτώχευση Ράδιο Κορασίδης στον Πειραιά, έπειτα από δύο πιο πρόσφατους άγονους πλειστηριασμούς, τη 18η Οκτωβρίου και τη 15η Νοεμβρίου.
Η συγκεκριμένη αλυσίδα έφτασε στις δόξες της να κατέχει το δεύτερο μεγαλύτερο δίκτυο καταστημάτων ηλεκτρικών ειδών στην Ελλάδα, αλλά οδηγήθηκε στην κατάρρευση από τα οικονομικά προβλήματά της, τα οποία φαίνεται να άρχισαν πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
Ιδρύθηκε το μακρινό 1947, κυριαρχώντας αργότερα, εισάγοντας την πρώτη έγχρωμη τηλεόραση στην ελληνική αγορά και καθιερώνοντας το mini πλυντήριο πιάτων, όπως θυμούνται οι παλαιότεροι.
Τέθηκε υπό πτώχευση από τον Νοέμβριο του 2014, με τους πρώτους πλειστηριασμούς ακινήτων της να έχουν αρχίζει από το 2019 και χρειάστηκε άλλη μια πενταετία μέχρι τις εξελίξεις του περασμένου Δεκεμβρίου.
Το αξιομνημόνευτο είναι ότι στην Ελλάδα του σήμερα μια πτώχευση μπορεί να διαρκεί ακόμη και μια δεκαετία ή περισσότερο.
Τα λουκέτα για τον κλάδο των ηλεκτρικών ειδών ήταν, δυστυχώς, πολύ περισσότερα, καθώς η μεν Κορασίδης θεωρήθηκε αντίπαλον δέος της Κωτσόβολος, αλλά υπήρξαν και άλλες αλυσίδες οι οποίες είτε προσαρτήθηκαν σε άλλους ομίλους είτε κατέβασαν ρολά.
Η Ηλεκτρονική Αθηνών, το Ράδιο Αθήναι, η Elephant ανήκουν στα brands άλλων εποχών για την ελληνική αγορά.
ΣΤΟ «ΚΟΚΚΙΝΟ» Ο ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ
Από τα κλιματιστικά, στις «έξυπνες» αεροφριτέζες
Η λήξη του προγράμματος «Ανακυκλώνω – Αλλάζω Συσκευή» του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την αντικατάσταση των παλαιών και ενεργοβόρων συσκευών από άλλες καινούργιες, ενεργειακά πιο αποδοτικές προκάλεσε πτώση στις πωλήσεις κυρίως των κλιματιστικών. Οι αλλαγές συσκευών αφορούσαν και άλλες κατηγορίες, όπως ψυγεία, ψυγειοκαταψύκτες κ.λπ. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι πωλήσεις κλιματιστικών σε αριθμό τεμαχίων μειώθηκαν από χρονιά σε χρονιά, από το 2023 στο 2024, σε ποσοστό 15,6%, όταν σε επίπεδο κλάδου (ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη) διαμορφώθηκε σε -0,4%. Ψυγεία και ψυγειοκαταψύκτες «έχασαν» ένα 8,8%.
Πτώση παρατηρήθηκε και στις τιμές πώλησης πλυντηρίων ρούχων και πιάτων.
Συνολικά, πουλήθηκαν 18,8 εκατ. συσκευές, από 18,88 εκατ. την προηγούμενη χρονιά. Τα προϊόντα τηλεπικοινωνιών παρουσίασαν τη μεγαλύτερη αύξηση, σε ποσοστό 5,8%, ήτοι κοντά στα 3 εκατ. τεμάχια, με τα smartwatches να έχουν την τιμητική τους και άλλες κατηγορίες οι οποίες βρέθηκαν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των καταναλωτών να είναι μικρές οικιακές συσκευές, οι φωτογραφικές μηχανές και οι ηλεκτρικές βούρτσες μαλλιών.
Οπως αναφέρουν στην «DEALnews» επιχειρηματίες και παράγοντες του κλάδου, έδαφος κερδίζουν τον τελευταίο καιρό και οι λεγόμενες μικρές ηλεκτρικές συσκευές. Κυρίως προϊόντα κουζίνας που εξελίσσονται τεχνολογικά και «γίνονται όλο πιο ηλεκτρονικά», με πιο νέα τάση για τους καταναλωτές τις αεροφριτέζες.
Συσκευές νέας γενιάς, οι οποίες ελέγχονται από κινητά και με WiFi συνδέσεις έχει τη δυνατότητα ένας χρήστης να τις ενεργοποιεί και να τις απενεργοποιεί εξ αποστάσεως. Οι «έξυπνες» αεροφριτέζες προσελκύουν την προσοχή μεγάλου μέρους των καταναλωτών, ωστόσο ακριβέστερη αποτίμηση του «γκελ» που κάνει η προϊοντική αυτή κατηγορία στην αγορά θα φανεί πιο ξεκάθαρα μέσα στο 2025.
ΙΣΧΥΡΑ BRANDS
Το πιο πρόσφατο από τα deals εξαγορών στον εγχώριο κλάδο των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών, του 70% της Μπενρουμπή από τον Ομιλο Quest, βασίστηκε, άλλωστε, σε μεγάλο βαθμό στο προϊοντικό portfolio της με ισχυρά brands (π.χ., IZZY, Babyliss). Γενικότερα η ηγετική θέση της στους τομείς του σχεδιασμού, προμήθειας και διανομής μικρών οικιακών ηλεκτρικών συσκευών (SDA), των προϊόντων προσωπικής περιποίησης (personal care) και των μαγειρικών σκευών (cookware).
Νωρίτερα, το 2022, ο ίδιος όμιλος, η Quest, επένδυσε στην επόμενη μέρα της Γ.Ε. Δημητρίου, η οποία έχει παρουσία στον κλάδο των ηλεκτρικών συσκευών, με τη διανομή προϊόντων των εταιριών Singer, Izola και των κλιματιστικών Toyotomi, αλλά και στις συνεργασίες του με τις Apple και Xiaomi στα ηλεκτρονικά είδη.
Σε συνδυασμό με την αντιπροσώπευση των κλιματιστικών Gree από τη θυγατρική του Clima Quest, ο όμιλος απέκτησε με τη μετοχική του είσοδο στη Γ.Ε. Δημητρίου ισχυρή θέση στην αγορά κλιματιστικών, αλλά το 2024 υπήρξε η προαναφερόμενη πτωτική πορεία για όλη την αγορά.
Υπενθυμίζεται ότι η Quest εισήλθε μέσω μιας ΑΜΚ, ύψους 5 εκατ. ευρώ, στη Γ.Ε. Δημητρίου και ενεργοποίησε ένα ευρύτερο business plan 25-30 εκατ. ευρώ, με στόχο το καθολικό restart της νέας της θυγατρικής. Σε χρονική απόσταση δύο ετών ήρθε η συμφωνία για το 70%+30% της Μπενρουμπή και πλέον το «στοίχημα» είναι να επιτευχθούν τα μεγαλύτερα δυνατά έσοδα και κέρδη μέσα από μια αύξηση των μεγεθών ολόκληρης της αγοράς ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών στην Ελλάδα. Αναμφίβολα το αυξημένο κόστος διαβίωσης, που ψαλιδίζει τα διαθέσιμα εισοδήματα των καταναλωτών, επηρεάζει τις πωλήσεις των εταιριών και των ομίλων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο.
Οι νέες επενδύσεις τόσο του Ομίλου Quest όσο φυσικά και του Ομίλου ΔΕΗ σε εξαγορές αλυσίδων επιβεβαιώνουν ότι οι εξελίξεις στον κλάδο αντιμετωπίζονται με αισιοδοξία. Δεν θεωρείται τυχαία, άλλωστε, ούτε και η είσοδος της ΟΤΕ-Cosmote, ενός ισχυρότατου «παίκτη» των τηλεπικοινωνιών, στην αγορά των μικροσυσκευών, μέσω της αλυσίδας Γερμανός, με έναν άλλον leader, το Πλαίσιο της οικογένειας Γεράρδου, να εκτινάσσει, επίσης, με την παρουσία του τον ανταγωνισμό στα ύψη.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 28/2/2025)