Τι εξετάζουν στις Βρυξέλλες για τη ρήτρα διαφυγής

Πόρισμα του Ευρωκοινοβουλίου αποκαλύπτει ότι το ίδιο αεροσκάφος κοστίζει 215 εκατ. ευρώ στη χώρα μας και 131 εκατ. ευρώ για τη Φιλανδία

Παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις και λόμπινγκ κυβερνήσεων κρατών εκτός Ε.Ε., μεταξύ των οποίων είναι και η Τουρκία, αλλά και μεγάλων αμυντικών βιομηχανιών κορυφώνονται εν όψει της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις αμυντικές δαπάνες, που σχεδιάζεται να ανακοινωθεί την προσεχή Τετάρτη, με έναν τρόπο που να μην αποκαλύπτει όλες τις λεπτομέρειες, αλλά μόνο τα σημεία στα οποία υπάρχει σύγκλιση. Και αυτό για να αρχίσει ένας νέος γύρος πολιτικών ζυμώσεων για τα «ψιλά γράμματα» που συνδέονται άμεσα με τα συμφέροντα της Ελλάδας σε πάρα πολλά επίπεδα και αμυντικά/γεωπολιτικά και δημοσιονομικά.

Στην ουσία η θέση της Ελλάδας ακόμα δεν είναι διασφαλισμένη στο πεδίο της εθνικής ρήτρας διαφυγής. Δηλαδή, παρά την επισήμανση της Συνόδου Κορυφής για μια ρήτρα που θα ωφελήσει όλα τα κράτη, την οποία επικαλείται η κυβέρνηση, οι νέου τύπου συμμαχίες που διαμορφώνονται εντός της Ε.Ε. μπορεί να οδηγήσουν σε «ατύχημα» μηδενικής ή πολύ μικρής δημοσιονομικής διευκόλυνσης. Επιπλέον, καθώς το χρέος της χώρας παραμένει πολύ υψηλό και κάθε κίνηση θα το επιβαρύνει (δεν υπάρχει εξαίρεση για το χρέος), η δυνατότητα κινήσεων είναι περιορισμένη. Ενας νέος κύκλος ζυμώσεων θα αρχίσει μετά τις ανακοινώσεις της προσεχούς Τετάρτης και έως τη σύνοδο υπουργών Οικονομικών (ECOFIN) του Απριλίου, με στόχο μια τελική συμφωνία το αργότερο έως τον Μάιο και μετά στην έκδοση των εθνικών συστάσεων.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να υπάρξει ένα «ταβάνι» ή ένα «πάτωμα» στο ύψος των δαπανών. Ο άξονας Ιταλίας – Ισπανίας ζητά να πριμοδοτούνται οι δαπάνες έως το όριο 2% του ΑΕΠ που θέτει το ΝΑΤΟ, κάτι που προφανώς καταδικάζει η Αθήνα, που ήδη δαπανά σχεδόν τα διπλάσια, αφού, αν περάσει, δεν κερδίζει τίποτα. Συντάσσεται με τη Γερμανία, που ζητά το αντίθετο: να διευκολύνεται η άνοδος των δαπανών από ένα ποσοστό και πάνω. Συμφωνεί και με την πολωνική πρόταση για αναδρομική ισχύ (από το 2021) στο μέτρο. Το μόνο που επισήμως έχει συμφωνηθεί είναι στις τελικές συστάσεις να δίνεται η δυνατότητα ανόδου των αμυντικών δαπανών έως κατά 1,5% του ΑΕΠ ετησίως.

Το πόρισμα-σοκ

Η αμυντική θωράκιση της Ευρώπης αποκαλύπτεται διάπλατα σε πόρισμα του Ευρωκοινοβουλίου, το οποίο δείχνει όχι μόνο τη μεγάλη ευαλωτότητα, την εξάρτησή της και τις μεγάλες ανάγκες που υπάρχουν, αλλά και το πόσο μπορεί να ωφεληθεί η Αθήνα όχι μόνο από τα πεδία τα οποία κυριαρχούν στη δημοσιότητα (δηλαδή με την ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής ή με τον φθηνό δανεισμό από την Ε.Ε. για αγορά ευρωπαϊκών συστημάτων άμυνας), αλλά και από άλλες πτυχές της πρότασης της Κομισιόν όπως είναι οι κοινές προκηρύξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τις προμήθειες αμυντικού εξοπλισμού. Να σημειωθεί πως στην πράξη προμήθειες σε επίπεδο Ε.Ε. ήδη υπάρχουν, αφού το ένα τρίτο των κρατών της Ε.Ε. χρησιμοποιεί ήδη αυτήν την επιλογή, αλλά (παραδόξως) η Ελλάδα (που είναι πρώτη σε αμυντικές δαπάνες χρόνια τώρα, ξεπερνώντας κατά πολύ και του στόχους του ΝΑΤΟ) απέχει, πληρώνοντας, σύμφωνα με το πόρισμα, πολύ μεγάλο τίμημα.

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΠΩΛΕΙΕΣ

Το πόρισμα καταγράφει τις τεράστιες δημοσιονομικές απώλειες της Ελλάδας διαχρονικά, καθώς πληρώνει πάρα πολύ ακριβά τις αγορές για να διασφαλιστεί η εξοπλιστική της επάρκεια. Σύμφωνα με το πόρισμα Improving the quality of European defence spending, για συγκεκριμένο τύπο αεροσκάφους (F-35) η Ελλάδα πλήρωσε 215 εκατ. ευρώ, πιο πολλά από κάθε άλλο κράτος, όταν κόστισε 131 εκατ. ευρώ στη Φινλανδία ή 143 εκατ. ευρώ στην Πολωνία. Αν, λοιπόν, ο διαγωνισμός γινόταν με όρους Φινλανδίας για τα 40 αεροπλάνα που αγόρασε η Ελλάδα, με κόστος 8,6 δισ. ευρώ, θα είχε κερδίσει 3,35 δισ. ευρώ ή αν γινόταν με όρους Πολωνίας 2,85 δισ. ευρώ!

Τα ποσά αν τα κάνουμε αναγωγή σε όλο το κόστος των εξοπλισμών της χώρας δείχνουν τα κέρδη από μια «κεντρικοποίηση» των προμηθειών, τα οποία τώρα που γίνεται η «κουβέντα» για την εξαίρεση δαπανών άμυνας ή για πιο φθηνό δανεισμό γίνεται φανερό πως είναι πολλαπλάσια από τα οφέλη που θα προκύψουν από τις εν λόγω διευκολύνσεις…

Αναφέρεται πως η αδυναμία των ευρωπαϊκών κρατών να επικοινωνήσουν μεταξύ τους για να υπάρχουν οικονομίες κλίμακας έχει μεγάλες επιπτώσεις. Η ενδεικτική περίπτωση της αγοράς αεροσκαφών F-35 από τις ΗΠΑ επισημαίνεται και ως εξής: αν είχαν ενεργήσει από κοινού τα κράτη θα είχαν αγοράσει τουλάχιστον 261 αεροπλάνα F-35, που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη παραγγελία μετά τον αμερικανικό στρατό! Υπό αυτές τις συνθήκες, με αυξημένη διαπραγματευτική ισχύ, η τιμή που αποκτήθηκε θα μπορούσε να ήταν ακόμα χαμηλότερη…

Επίσης, εάν τα ευρωπαϊκά κράτη είχαν εκπληρώσει τις προηγούμενες υποχρεώσεις τους για έρευνα, η αμυντική βιομηχανική βάση θα ήταν ισχυρότερη και πιο ανταγωνιστική. Επίσης, αναφέρεται πως «τα ευρωπαϊκά κράτη εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την υποστήριξη των ΗΠΑ στον στρατιωτικό τομέα, τόσο για στρατιωτικό εξοπλισμό όσο και για στρατιωτική οργάνωση και ηγεσία»…

Βεβαίως, σε επίπεδο Ε.Ε., μια κοινή απόκτηση αμυντικού εξοπλισμού θα αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις και ζητήματα, όπως η εφαρμογή μιας κοινής στρατηγικής απόκτησης που απαιτεί προσεκτικό συντονισμό και διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών-μελών για την ευθυγράμμιση των χρονοδιαγραμμάτων προμηθειών, των κατανομών του προϋπολογισμού και των στρατηγικών προτεραιοτήτων. Απαιτεί, επίσης, «την υπέρβαση πολιτικών και γραφειοκρατικών εμποδίων, καθώς και την αντιμετώπιση των ανησυχιών σχετικά με την κυριαρχία και την εθνική αμυντική αυτονομία»…

Πρωτεία στα Εξοπλιστικά, σαν να υπάρχει σε εξέλιξη εμπόλεμη κατάσταση

Τo 2024, όταν έγινε η ρωσική εισβολή στην Κριμαία, αναφέρει το Ευρωκοινοβούλιο, μόνο τρία κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ εκπλήρωναν το όριο του 2% του ΑΕΠ αμυντικών δαπανών: η Ελλάδα, η Βρετανία και οι ΗΠΑ. Ουσιαστικά, πληρώνουμε σαν να είμαστε σε πόλεμο. «Η χώρα με τον υψηλότερο δείκτη δαπανών ως αναλογία του ΑΕΠ (3,87% τον υπολογίζει το Ευρωκοινοβούλιο) είναι η Ελλάδα. Λίγες χώρες επιτυγχάνουν αυτόν τον στόχο του 2% ακόμη και σε συνθήκες πολέμου: Πολωνία, Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία (χώρες που μοιράζονται κοινά σύνορα με τη Ρωσία). Τα περισσότερα από τα άλλα κράτη της Ε.Ε. εμφανίζουν χαμηλές τιμές συνολικά, στο εύρος 1%-2% του ΑΕΠ» αναφέρει.

Οι κατά κεφαλήν δημόσιες αμυντικές δαπάνες είναι, επίσης, υψηλές. Η Ελλάδα είναι στην ομάδα των χωρών που δίνουν πολλά, πάνω από 700 ευρώ ανά κάτοικο, κάνοντας «παρέα» μόνο με τα εύρωστα κράτη της δυτικής Ευρώπης (Σουηδία, Λουξεμβούργο, Γερμανία, Γαλλία). Οι χώρες με τα χαμηλότερα ποσά είναι η Μάλτα, η Ιρλανδία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία (κάτω από 300 ευρώ ανά κάτοικο).

Πρώτες σε δύναμη

Τουλάχιστον να αποδίδονται σημαντικά εύσημα για την αποτελεσματικότητα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. «Η Ελλάδα είναι η χώρα που διαθέτει το μεγαλύτερο χερσαίο οπλοστάσιο μεταξύ όλων των κρατών της Ε.Ε., όσον αφορά όλα τα είδη όπλων. Τα μεγάλα κράτη (Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία και Ιταλία) διαθέτουν, επίσης, μεγάλα οπλοστάσια αρμάτων μάχης (πάνω από 200), IFV (πάνω από 1.500), τεθωρακισμένα οχήματα (πάνω από 1.000)» αναφέρεται.

Επίσης, «τα μεγαλύτερα κράτη και η Ελλάδα» έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό μαχητικών αεροσκαφών (πάνω από 150), UAV (πάνω από 50) και ελικοπτέρων (πάνω από 50). Το ίδιο ισχύει και για τις φρεγάτες, για τα αντιτορπιλικά αλλά και για την αεράμυνα. Η Ελλάδα και η Ιταλία φαίνεται να διαθέτουν σημαντικό μέρος του προϋπολογισμού των προμηθειών τους σε πλοία, αναφέρεται. «Αυτό πιθανότατα οφείλεται στη γεωγραφική τους θέση, με εκτεταμένες ακτές και στρατηγικά συμφέροντα στη Μεσόγειο Θάλασσα, που απαιτούν ισχυρές ναυτικές ικανότητες για άμυνα και ασφάλεια».

Αποτελεσματικές

«Χώρες με μέγιστη αποτελεσματικότητα (βαθμολογία αποτελεσματικότητας = 1) είναι οι Βουλγαρία, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Σλοβενία» στους δείκτες μέτρησης του κατά πόσο αξιοποιούνται τα όπλα. Συνδέονται με την αποτελεσματική κατανομή πόρων, τη στρατηγική εστίαση και τις επιχειρησιακές πρακτικές. Γενικότερα, η αποτελεσματικότητα συνδέεται και με την ύπαρξη επαρκούς προσωπικού που να χειρίζεται όλο αυτό τον εξοπλισμό. Η Ελλάδα κατατάσσεται σε υψηλή θέση και στο έμψυχο δυναμικό.

Τουρκία: Ο ελέφαντας στο δωμάτιο

Η Γαλλία είναι η υπερδύναμη στην Ευρώπη στην παραγωγή οπλικών συστημάτων, αλλά το μέγεθός της ωχριά μπροστά σε αυτό της Τουρκίας, η οποία ανάγεται στον «ελέφαντα στο δωμάτιο». Δηλαδή, ο διασταλτικός ορισμός του τι σημαίνει «Ευρώπη», περιλαμβάνοντας τον ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο (π.χ., Νορβηγία), αλλά και τη Βρετανία, ανοίγει την πόρτα και για άλλες εξαιρέσεις προς… Ανατολάς.

Οι εξαιρέσεις συνδέονται με το αν θα πάρουν τα δάνεια 150 δισ. ευρώ, μέσα από το νέο εργαλείο που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μόνο εξοπλισμοί που παράγονται από βιομηχανίες της Ε.Ε. ή και από βιομηχανίες άλλων κρατών που έχουν συνεργασίες ή δραστηριότητα εντός κρατών της Ε.Ε. Με την Τουρκία να έχει ήδη βάλει «πόδι» μέσω της Ιταλίας.

Ποια σενάρια βρίσκονται στο μικροσκόπιο

Τα οφέλη για την Ελλάδα συνδέονται με το αν θα γίνει δεκτή η συμμετοχή της στη ρήτρα διαφυγής και να εξαιρέσει δαπάνες που θα μπορέσει να διοχετεύσει σε άλλα πεδία από φέτος ή από το 2026. Ή να μπορέσει -αν το θελήσει- να προχωρήσει σε οποιοδήποτε άλλη αύξηση εξοπλιστικών δαπανών στο νέο εξοπλιστικό σχέδιο που έχει προαγγείλει ο πρωθυπουργός.
Τα σενάρια που είναι στο τραπέζι είναι πολλά και εκτείνονται από το… μηδέν, δηλαδή από τη μη εξαίρεση της Ελλάδας ως κράτος με πολύ μεγάλη δαπάνη, έως την εξαίρεση όχι μόνο της ετήσιας αύξησης (δηλαδή ποσού 480 εκατ. ευρώ το 2026), αλλά και ολόκληρης της αύξησης της δαπάνης και αναδρομικά (π.χ., από το 2021).

Αυτό που ζητά η Αθήνα είναι να γίνει με συντονισμένο τρόπο, την ίδια στιγμή από όλα τα κράτη η ενεργοποίηση των εθνικών ρητρών διαφυγής. Ζητά προφανώς να υπάρχουν κοινοί κανόνες, που να μην εξαιρούν την Ελλάδα στο ποιες δαπάνες θα μπορούν να μην εγγράφονται. (δηλαδή να μη διευκολύνονται μόνο επενδυτικές/εξοπλιστικές δαπάνες, αλλά και το επιχειρησιακό κόστος ή επενδύσεις σε υποδομές μεικτής χρήσης). Επίσης, να υπάρχει αναδρομική ισχύς και να μην υπάρξει ανώτατο πλαφόν.

Η Ελλάδα πληρώνει αμυντικές δαπάνες ίσες με 7 δισ. ευρώ ή με το 3% του ΑΕΠ ετησίως, με το 2,6% του ΑΕΠ χωρίς αυτές. Η αύξηση στις δαπάνες είναι 840 εκατ. ευρώ φέτος και 500 εκατ. ευρώ το 2026.

Η εθνική ρήτρα διαφυγής επισήμως προβλέπει πως εξαιρείται μόνο η όποια περαιτέρω αύξηση δαπανών και όχι όλη η δαπάνη. Αυτό είναι και το πρόβλημα στην περίπτωση της Ελλάδας αλλά και άλλων κρατών, όπως η Γερμανία, που έχουν ήδη υψηλές αμυντικές δαπάνες (πάνω από το 2% του ΑΕΠ που ορίζει το ΝΑΤΟ).

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 14/3/2025)

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

spot_img
spot_img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ