«Πολεμικά ομόλογα» και ενοποίηση αποταμιεύσεων και επενδύσεων ως κερκόπορτα οριστικού εκτροχιασμού της ευρωπαϊκής ενοποίησης

Η έκδοση «πολεμικών ομολόγων» κινδυνεύει να αναδείξει με μεγαλύτερη ένταση την επικοινωνιακή ενοποίηση, οδηγώντας την πραγματική στις καλένδες της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση επέλεξε να απαντήσει σπασμωδικά στη νέα πολιτική Τραμπ, με εξαγγελίες για γιγάντιο δανεισμό χρηματοδότησης άμυνας και υποδομών. Η υπό συζήτηση έκδοση κοινού χρέους με τη μορφή που παρουσιάζεται -αν γίνει χωρίς ειδικό πλαίσιο διαπραγμάτευσης με τις επιμέρους χώρες- κινδυνεύει, αντί να μειώσει, να εντείνει τις στρεβλότητες εντός της Ε.Ε. Η έκδοση «πολεμικών ομολόγων» κινδυνεύει να αναδείξει με μεγαλύτερη ένταση την επικοινωνιακή ενοποίηση, οδηγώντας την πραγματική στις καλένδες της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας.

Του Ηρακλή Ρούπα*

Η ταχεία προώθηση ενός νέου χρηματοδοτικού πεδίου, που μπορεί να δράσει ως συνέχεια του Ταμείου Ανάκαμψης με τη στόχευση που εξαγγέλλεται, είναι δυνατόν να οριστικοποιήσει -χωρίς δυνατότητα διόρθωσης- τη λάθος κατεύθυνση των κονδυλίων που λαμβάνουν χώρες όπως η Ελλάδα. Η κυοφορούμενη «υποκατάσταση» των κονδυλίων που απέτυχε να απορροφήσει η χώρα μας για πραγματικά αναπτυξιακούς σκοπούς θα οδηγήσει σε οριστική μελλοντική αδυναμία νέων στρατηγικών ανάπτυξης από τις επόμενες κυβερνήσεις. Οι όποιες αποφάσεις με την προκάλυψη του επείγοντος θα «εγκλωβίσουν» οριστικά τη διαχειριστική ικανότητα, καθώς και το αναπτυξιακό μέλλον της χώρας. Ο νέος υπουργός Οικονομικών καλό θα ήταν να πάρει θέση άμεσα.

Απορίας άξιο πώς με αφορμή την κρίση στην Ευρώπη, καθώς και τη νέα πολιτική Τραμπ η αναπτυξιακή της σωτηρία προγραμματίζεται μέσα από την ευρηματική στόχευση της ανάδειξης της αμυντικής βιομηχανίας ως πρωτεύουσας διεξόδου. Μία στόχευση που με τον τρόπο που επικοινωνείται όχι μόνο υπονομεύει την πορεία ενοποίησης των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά επιπρόσθετα φαίνεται να λειτουργεί ακόμα μία φορά ως μαξιλάρι διάσωσης για τις κυρίαρχες οικονομίες, προεξάρχουσας της Γερμανίας.

ΑΝΥΠΑΡΚΤΟ ΑΦΗΓΗΜΑ ΤΗΣ Ε.Ε.

Στο πλαίσιο της ενίσχυσης του μέχρι σήμερα ανύπαρκτου ενοποιημένου αναπτυξιακού αφηγήματος της Ε.Ε., η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πρόταξε μια φαινομενικά ακίνδυνη στρατηγική, την Ευρωπαϊκή Ενωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων. Ως αιτιολογία αυτής της θεωρητικής ενοποίησης αναδεικνύεται η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και ασφάλειας. Κατά την κυρία Φον ντερ Λάιεν, «πρόκειται για μία πρωτοβουλία που θα περιλαμβάνει μια σειρά εργαλείων, απλουστεύσεων και κινήτρων, που στοχεύουν να δώσουν διέξοδο στα τρισεκατομμύρια των ευρωπαϊκών αποταμιεύσεων, ώστε να κατευθυνθούν σε επιλογές επενδύσεων και αποδόσεων εντός Ευρώπης».

Η αναφορά σε «μόχλευση» που χρησιμοποιεί η κυρία Φον ντερ Λάιεν, ως βάση δημιουργίας πλούτου για τους πολίτες, αποτελεί επικοινωνιακή και παρελκυστική προώθηση της ιδέας ενός μηχανισμού «δομημένων ομολόγων» που ακόμα δεν υπάρχει, αλλά και που δύσκολα θα ενδιέφερε τον μέσο πολίτη. Ισως, επειδή, εντελώς ξαφνικά, η «κοινωνική στήριξη» των ίδιων πολιτών που θα «προστρέξουν» στις αγορές, κατά την πρόεδρο, μετατοπίζεται στο πεδίο επενδυτικής ευημερίας της πολεμικής βιομηχανίας. Η μέχρι πριν από λίγες ημέρες «βιώσιμη ανάπτυξη» μετατρέπεται σε ανάπτυξη μέσω βιώσιμης χρηματοδότησης εξοπλιστικών προγραμμάτων. Εύκολη «μετάβαση», τη στιγμή που με την ίδια ευκολία ο εκπρόσωπος της γερμανικής Scope Ratings δηλώνει πως «η ασφάλεια και η άμυνα είναι ευρωπαϊκά δημόσια αγαθά».

Αν λάβουμε ως δεδομένο ότι μέχρι σήμερα όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες είχαν τη δυνατότητα πρόσβασης σε όλες τις αγορές, η πρόταση «ενοποίησης» εγείρει ερωτήματα. Εκ πρώτης όψεως τα μόνα κράτη που ωφελούνται είναι εκείνα στα οποία δραστηριοποιούνται ισχυρά τραπεζικά συστήματα, ασφαλιστικά ταμεία και δυναμικές κεφαλαιαγορές. Τυχόν ενοποίηση, χωρίς τη λεπτομερή διαπραγμάτευση από πλευράς των ασθενέστερων χωρών, αναδεικνύει τον κίνδυνο πλήρους επικράτησης των πολιτικών των ισχυρών έναντι των αδύναμων της Ε.Ε. στους νευραλγικούς τομείς τραπεζών και κεφαλαιαγορών. Κατά τούτο, η κυβέρνηση και ο κ. Πιερρακάκης δεν πρέπει να συνηγορήσουν χωρίς ουσιαστική διαπραγμάτευση και «δομημένα» ανταλλάγματα.

Η αποτύπωση τις «πίεσης» κάποιων χωρών της Ε.Ε. για την αναζήτηση μεθόδων εξεύρεσης εξοπλιστικών κονδυλίων προσφέρει ένα εξαιρετικό πεδίο επαναδιαπραγμάτευσης δεδομένων του χρέους της χώρας μας. Δεν είναι δυνατό να αναδεικνύεται η σωτηρία χωρών όπως η Γερμανία και να μην τίθενται οι βάσεις συνολικής προσέγγισης του χρέους των υπερδανεισμένων χωρών της Ε.Ε. Αλλωστε το κόστος χρηματοδότησης της πολεμικής βιομηχανίας θα αυξήσει το κόστος δανεισμού των χωρών, καθώς «δομημένη» χρηματοδότηση, εντός «δημοσιονομικού πεδίου», θα εντείνει τις πιέσεις στις αγορές ομολόγων. Η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο κατά συνέπεια να «μπει» στη συζήτηση αυτή των προθύμων, τη στιγμή που δαπανά άνω του 3,5% του ΑΕΠ της στην άμυνα.

ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

Με δεδομένη τη μέχρι σήμερα αποτυχία ενοποίησης, τόσο του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος όσο και των κεφαλαιαγορών, η επιχειρούμενη εξεύρεση λύσης ανάγκης για τη μέσω ενοποίησης αποταμιεύσεων και επενδύσεων δημιουργία χρηματοδοτικής βάσης έκδοσης «δομημένων» ομολογιών χρηματοδότησης των αμυντικών βιομηχανιών αναδεικνύει ακόμα μία φορά τις διαχρονικές παθογένειες και αδυναμίες της Ε.Ε. Εξυφαίνεται σχέδιο χρέους που θα απευθύνεται προς την «υποχρεωτικά» διευρυμένη και ενοποιημένη βάση αποταμιευτών και επενδυτών, προκειμένου ως «χρέος ειδικού» σκοπού να κατευθυνθεί προς τη «συμμαχία των προθύμων».

Αναλύοντας κάποια σημεία της πρόσφατης συνέντευξη της προέδρου της Κομισιόν θα διαπιστώσουμε πως ο συνδυασμός της εξαγγελίας χρηματοδότησης με 800 δισ. ευρώ της ανάπτυξης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και της ενοποίησης καταθέσεων και επενδύσεων αναδεικνύει κεκαλυμμένη πρόθεση ελέγχου -ο τρόπος μένει να αποκρυπτογραφηθεί- των ροών χρήματος στην Ευρώπη. Μέσω του ελέγχου αυτού, κατά πάσα πιθανότητα «δομείται» η εξεύρεση των κονδυλίων χρηματοδότης των εξοπλιστικών (ReArm Europe).

Ο έλεγχος αυτός, μέσω επενδυτικού βραχίονα και έκδοσης ευρωομολόγων, είναι δυνατόν να παρακάμψει τις αντιρρήσεις χωρών-μελών για την ένταξη στον μηχανισμό χρηματοδότησης χωρών μη μελών (συμμαχία των «προθύμων»). Το ασφαλές συμπέρασμα, με βάση την επιλογή του χρόνου της «διπλής» εξαγγελίας από την κυρία Φον ντερ Λάιεν, είναι ότι αναζητούνται «ευρηματικοί» τρόποι προκειμένου να καταστεί δυνατή η υποστήριξη μιας εξαγγελίας «επανεξοπλισμού» της Ευρώπης, για την οποία σήμερα δεν υπάρχουν τα κονδύλια.

Μία πιο προωθημένη ανάλυση παραπέμπει στο γεγονός ότι ο τρόπος με τον οποίο σχεδιάζεται η διασύνδεση της χρηματοδότησης των αμυντικών βιομηχανιών και της ενοποίησης αποταμιεύσεων και επενδύσεων αποτελεί κεκαλυμμένο τρόπο να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή ανάπτυξη μέσω ειδικών επενδύσεων στην άμυνα. Ο έμμεσος έλεγχος ροών κεφαλαίων (ιδιωτικών καταθέσεων, καθώς και καταθέσεις και επενδύσεις και η πιθανή ανακετεύθυνσή τους προς τη χρηματοδότηση του συγκεκριμένου εγχειρήματος) θα αλλάξει οριστικά την κατεύθυνση του τι νοείται ως «βιώσιμη» ανάπτυξη, καθώς και την ισορροπία μεταξύ δομημένης ανάπτυξης με γνώμονα την ενίσχυση της κοινωνίας και της διατήρησης των στρεβλοτήτων μέσω των «εύκολων» εξαγγελιών κατεύθυνσης κεφαλαίων προς την αμυντική βιομηχανία.

Οι εξελίξεις αναγκάζουν αναδίπλωση ως προς το Σύμφωνο Σταθερότητας. Την περίοδο της παρούσας κρίσης για τη γερμανική μπαίνει στο τραπέζι, υπό το πρίσμα μιας νέας διευρυμένης ευελιξίας, καθώς, σύμφωνα με τις εξαγγελίες, «θα δοθεί προσοχή σε κάθε περίπτωση κράτους-μέλους». Αυτός είναι και ο λόγος που επιλέχθηκε ως εργαλείο η εθνική ρήτρα διαφυγής και όχι η γενική ρήτρα, όπως είχε συμβεί κατά την πανδημία. Η κυβέρνηση δεν έχει κανέναν λόγο να ενδώσει στη νέα στρεβλότητα, όπως αυτή εξυφαίνεται. Η ενίσχυση των σχέσεων με τις ΗΠΑ θα πρέπει να δράσει ως αντίβαρο στις νέες πολιτικές που μεθοδεύονται από την Ε.Ε.

*Οικονομολόγος

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 21/3/2025)

- Διαφήμιση -
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

spot_img
spot_img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ