Οργή της διεθνούς κοινής γνώμης για την πολιτική του Ισραήλ – Εθνική συσπείρωση γύρω από την κυβέρνηση Νετανιάχου
Πώς μπορεί να τελειώσει αυτός ο φαύλος κύκλος και καταστροφικός κύκλος του αίματος στην Γάζα; Αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς αν και πότε θα υπάρξει κατάπαυση του πυρός και μια λύση που δεν θα ταπεινώνει καμία από τις δύο πλευρές, ώστε αμφότερες να μπορούν να εμφανιστούν στο εσωτερικό τους ως «νικήτριες».
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου επαναλαμβάνει συνέχεια ότι στόχος της επιχείρησης είναι η καταστροφή των τούνελ που επιτρέπουν στους Παλαιστίνιους να πλήττουν το Ισραήλ. Θα μπορούσε λοιπόν μόλις ολοκληρωθεί αυτή η αποστολή να αναφωνήσει «νενικήκαμεν», χωρίς να απαιτήσει ταυτόχρονα τον αφοπλισμό της Χαμάς.
Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι καίριο ρόλο στην επόμενη μέρα θα έχει η Παλαιστινιακή Αρχή του Μαχμούντ Αμπάς ή έστω μια κυβέρνηση εθνικής συμφιλίωσης, σαν αυτή του περασμένου Απριλίου, που δεν θέλησε να αναγνωρίσει η ισραηλινή κυβέρνηση.
Στο πλαίσιο αυτό, εικάζεται ότι η Παλαιστινιακή Αρχή θα μπορούσε να αναλάβει τον έλεγχο του περάσματος της Ράφα με την Αίγυπτο και να ανακουφίσει με το άνοιγμα των συνόρων τους κατοίκους της «μεγαλύτερης υπαίθριας φυλακής του κόσμου», της Γάζας. Το δεύτερο και πιο προωθημένο σενάριο είναι να περιέλθει η διοίκηση της Γάζας σε μια κυβέρνηση στην οποία θα συμμετέχει και η Παλαιστινιακή Αρχή.
Εκνευρισμός στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού
Ωραία ηχούν όλα αυτά, αλλά ποιος μπορεί να παίξει τον ρόλο του μεσολαβητή; Είναι σαφές ότι ακόμη και οι ΗΠΑ μοιάζουν να έχουν χάσει την υπομονή τους με το Ισραήλ.
Tην Πέμπτη ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε απαράδεκτο τον βομβαρδισμό σχολείου του ΟΗΕ. O Στίβεν Ουόλτ, συγγραφέας μαζί με τον Τζον Μιρσχάιμερ του αμφιλεγόμενου βιβλίου «Το ισραηλινό λόμπι και η πολιτική των ΗΠΑ» (στα ελληνικά κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Θύραθεν, 2006), ισχυρίζεαι:
«Η σφαγή στη Γάζα ωθεί πολλούς Αμερικανούς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασχολούνται επισταμένα με την εξωτερική πολιτική, να αμφισβητήσουν εκ νέου την πολιτική του Ισραήλ. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 51% των Αμερικανών, ηλικίας 18-29 ετών, θεωρεί λανθασμένη τη συμπεριφορά του Ισραήλ. Είναι επίσης σαφές ότι η κυβέρνηση Ομπάμα είναι βαθιά εκνευρισμένη με πολλές από τις πολιτικές της κυβέρνησης Νετανιάχου. Δύσκολα όμως ένας Αμερικανός πολιτικός θα επικρίνει δημοσίως το Ισραήλ. Το Κογκρέσο συνεχίζει να το στηρίζει 100%, λόγω της πολιτικής επιρροής του AIPAC (Αμερικανοϊσραηλινή Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων) και άλλων σκληροπυρηνικών οργανώσεων του ισραηλινού λόμπι. Αυτό είναι τραγικό για τους Παλαιστίνιους, αλλά βλάπτει τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ, ενώ τελικά αποδεικνύεται βλαβερό και για το ίδιο το Ισραήλ».
«Η προσωπική σχέση του Νετιανάχου με τον Μπαράκ Ομπάμα πάντα ήταν κακή», παραδέχεται ο Νάχμαν Σάι, βουλευτής των Ισραηλινών Εργατικών και αντιπρόεδρος της Κνεσέτ. «Υπάρχουν άλλωστε κάποια στελέχη κοντά στον πρωθυπουργό που ενοχλούνται από τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρι», συμπληρώνει.
«Είναι απλώς ηλίθιοι, δεν έχω άλλο επίθετο για να τους χαρακτηρίσω», τονίζει, επαναλαμβάνοντας πόσο πολύτιμη είναι η συνεργασία του Ισραήλ με τις ΗΠΑ σε οικονομικό, αμυντικό και κοινωνικό επίπεδο. Ερωτηθείς να προβλέψει πότε θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος, ο Ισραηλινός βουλευτής εμφανίζεται διστακτικός: «Δεν μπορώ να πω πότε. Σε δύο με τρεις εβδομάδες;», αναρωτιέται.
Η Ταμάρ Μάιζελς, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, από την πλευρά της είναι απαισιόδοξη για την προοπτική μιας σοβαρής ειρηνευτικής διαδικασίας στο άμεσο μέλλον. «Οι ίδιοι οι Παλαιστίνιοι είναι διχασμένοι μεταξύ της ηγεσίας στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, με τη δεύτερη να είναι ο μοναδικός δυνάμει εταίρος του Ισραήλ. Αναμφισβήτητα όσο η Χαμάς δεν αφοπλίζεται και συνεχίζει τις τρομοκρατικές τακτικές της, δεν θα υπάρξει ειρήνη στην περιοχή. Αν οι Ευρωπαίοι θέλουν να προωθήσουν την ειρήνη, θα πρέπει να αντισταθούν σθεναρότερα στην τρομοκρατία», εκτιμά.
Παράλληλα, η αίσθηση ότι η πλειονότητα της ισραηλινής κοινής γνώμης έχει συσπειρωθεί γύρω από την κυβέρνηση Νετανιάχου αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις: το 87% των Ισραηλινών είναι υπέρ της συνέχισης της στρατιωτικής επιχείρησης.
«Το Ισραήλ είναι μια ελεύθερη χώρα και έτσι φυσικά υπάρχουν μικρές περιθωριακές ομάδες που επικρίνουν την κυβέρνηση και πραγματοποιούν μικροσκοπικές αντιπολεμικές διαδηλώσεις. Είναι επίσης μια πολυπολιτισμική κοινωνία κι έτσι η αραβική μειονότητα του Ισραήλ αντιτίθεται στον πόλεμο. Η Ακρα Αριστερά, τέλος, ασκεί τη συνήθη κριτική, αλλά είναι εντελώς περιθωριοποιημένη», εξηγεί η Μάιζελς.
Απαισιόδοξοι οι Παλαιστίνιοι
Λίγες ώρες αφότου εξαγγέλθηκε η 72ωρη ανθρωπιστική εκεχειρία, ο Παλαιστίνιος πρέσβης στην Αθήνα Μαρουάν Τουμπάσι εμφανίστηκε μάλλον απαισιόδοξος. «Όπως ξέρετε, η εκεχειρία έχει ήδη παραβιαστεί», είπε χαρακτηριστικά, «Έχουμε πέντε Παλαιστινίους νεκρούς και κάθε στιγμή που μιλάμε ο αριθμός αυτός αυξάνεται». Επέμεινε, όμως, ότι η αιματοχυσία πρέπει να σταματήσει.
«Οποιαδήποτε εκεχειρία πρέπει να ανοίξει τον δρόμο για να αρθεί ο αποκλεισμός της Γάζας και να ξεκινήσουν πολιτικές διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της κατοχής παλαιστινιακών εδαφών και της επέκτασης των εβραϊκών εποικισμών στη Δυτική Όχθη. Τελικός στόχος παραμένει η δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα πριν από το 1967, με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ», ανέφερε ο κ. Τουμπάσι.
Η 72ωρη εκεχειρία, που ανακοινώθηκε από τον γ.γ. του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν και τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι, ήταν η πιο φιλόδοξη προσπάθεια μέχρι σήμερα για τον τερματισμό των συγκρούσεων, που μαίνονται εδώ και τρεις εβδομάδες.
Ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, η φιλόδοξη πρωτοβουλία υπονομεύθηκε από την απαγωγή Ισραηλινού στρατιώτη και τους βομβαρδισμούς, που στοίχισαν τη ζωή σε τουλάχιστον πενήντα Παλαιστινίους.
Διαβάστε επίσης: Νέος βομβαρδισμός σχολείου στη Γάζα