«Τάση φυγής» των εφοπλιστών προς σημαίες ευκαιρίας καταγράφεται εδώ και δεκαετίες και στη Γερμανία, μολονότι η κυβέρνηση προσφέρει αρκετά κίνητρα για τον «επαναπατρισμό» των γερμανικών πλοίων.
Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, τα προβλήματα της γερμανικής ναυτιλίας δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από εκείνα που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες χώρες που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο κλάδο: στα περισσότερα πλοία γερμανικών συμφερόντων δεν κυματίζουν γερμανικές, αλλά σημαίες ευκαιρίας. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις: πρόσφατα η γερμανική ναυτιλιακή εταιρία German Tanker Shipping έβαλε γερμανική σημαία και στο τελευταίο από τα συνολικά 13 δεξαμενόπλοια που διαθέτει.
Όπως εξηγεί ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας Φρανκ Γιούνγκμαν, η εικόνα έχει αλλάξει άρδην τις τελευταίες δεκαετίες. Παλαιότερα σε ένα πλοίο με γερμανική σημαία το σύνολο των μελών του πληρώματος έπρεπε να είναι Γερμανοί. Έτσι οι περισσότερες εταιρίες γύρισαν την πλάτη τους στη σημαία της πατρίδας τους, επιλέγοντας άλλες, πιο προσοδοφόρες λύσεις: «Όταν ταξιδεύεις με τη σημαία της Λιβερίας δεν υπάρχουν προδιαγραφές όσον αφορά την εθνικότητα των μελών του πληρώματος. Έτσι μπορείς να αποφασίσεις ελεύθερα για το πώς θα καλύψεις τα πόστα. Σε ένα πλοίο με σημαία Λιβερίας έχει λοιπόν χαμηλότερα μισθολογικά κόστη. Γι΄ αυτό το λόγο η γερμανική κυβέρνηση αποφάσισε να εξισορροπήσει το ανταγωνιστικό αυτό μειονέκτημα μέσω επιδοτήσεων για την κάλυψη του μη μισθολογικού κόστους».
Σύμφωνα με την DW, προκειμένου να προλάβει την «τάση φυγής» των γερμανών εφοπλιστών και κυρίως να «επαναπατρίσει» γερμανικά πλοία, η γερμανική κυβέρνηση προσάρμοσε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 τη σχετική νομοθεσία. Έτσι οι ναύτες από τις Φιλιππίνες ή από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής που απασχολούνταν σε γερμανικών συμφερόντων εταιρίες μπορούσαν να συνεχίσουν να πληρώνονται στη βάση των μισθών που ίσχυαν στις πατρίδες τους. Μόνον οι αξιωματικοί έπρεπε να έχουν εκπαιδευτεί στη Γερμανία και να πληρώνονται βάσει των γερμανικών στάνταρ. Στον αντίποδα η γερμανική κυβέρνηση αποφάσισε να επιδοτεί το μη μισθολογικό κόστος με ποσά που σήμερα κυμαίνονται στα 60 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Στην παρούσα φάση οι εφοπλιστές λαμβάνουν μάξιμουμ 16.000 ευρώ για κάθε καπετάνιο, οι απολαβές των οποίων κυμαίνονται κατά μέσο όρο στις 150.000 ευρώ ετησίως.
Η συζήτηση που είχε ανοίξει προ τριετίας ότι η κυβέρνηση σκόπευε να διακόψει αυτές τις επιδοτήσεις, οδήγησε πολλούς εφοπλιστές σε ξένες σημαίες.
«Το 2011», λέει ο Φρανκ Γιούνγκμαν, «βγάλαμε τη γερμανική σημαία από το δεξαμενόπλοιο Seabass. Για εμάς ήταν σημαντικό να εξισορροπείται το ανταγωνιστικό μειονέκτημα που προέκυπτε από το υψηλότερο μισθολογικό κόστος μέσα από τις επιδοτήσεις. Την εποχή εκείνη, εντελώς ξαφνικά, άρχισε να συζητείται το ενδεχόμενο κατάργησης της επιδότησης. Δεδομένης της ασαφούς τότε κατάστασης, κατεβάσαμε τη γερμανική σημαία από το Seabass».
Η κυβέρνηση ωστόσο υπαναχώρησε τότε από τις θέσεις της και εγγυήθηκε την μακροπρόθεσμη καταβολή του ειδικού επιδόματος στις ναυτιλιακές εταιρίες: «Όταν οι ναυτικοί ταξιδεύουν με γερμανική σημαία», λέει ο Φρ. Γιούνγκαμν, «απολαμβάνουν τα προνόμια του γερμανικού κοινωνικού κράτους, έχουν καλή υγειονομική περίθαλψη και κρατική σύνταξη. Αυτό ισχύει για το γερμανικό προσωπικό μας. Για τους ναυτικούς μας από τις Φιλιππίνες η ασφάλιση αλλά και το ζήτημα της συνταξιοδότησης ρυθμίζονται σε ιδιωτική βάση».
Όσον αφορά τη μισθοδοσία των ναυτικών έχει υπογραφεί σχετική συλλογική σύμβαση εργασίας μεταξύ του συνδικάτου Ver.di και του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου Γερμανών Εφοπλιστών. Σε πολλές περιπτώσεις όμως οι μισθοί συνεχίζουν να εξαρτώνται απλώς από την διαπραγματευτική ικανότητα των εμπλεκόμενων πλευρών. Η συλλογική σύμβαση εργασίας ισχύει βέβαια μόνον για τα πλοία εκείνα στα οποία κυματίζουν και γερμανικές σημαίες. Στην παρούσα φάση είναι μόλις 375. Άλλα 4.000 περίπου πλοία γερμανικών συμφερόντων ταξιδεύουν με σημαίες ευκαιρίας, όπως της Λιβερίας, της Μάλτας και της Πορτογαλίας.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πτυχιούχοι Σχολών Ναυτιλίας στη Γερμανία να μην έχουν ουσιαστικές προοπτικές απασχόλησης, καθώς ελάχιστα γερμανικά πλοία ταξιδεύουν με γερμανικές σημαίες, όπως εξηγεί η πρόεδρος του συνδικάτου των ναυτικών Νίνα Λέπερ.
Σύμφωνα με την DW, αξίζει να σημειωθεί ότι προκειμένου να «επαναπατρίσει» τα γερμανικά πλοία η γερμανική κυβέρνηση προσφέρει και φορολογικά κίνητρα στους εφοπλιστές: η φορολόγησή τους δεν εξαρτάται από την κερδοφορία της επιχείρησής τους, αλλά από το μέγεθος του στόλου. Όπως σημειώνει ο Φρανκ Γιούνγκμαν, «τα φορολογικά αυτά κίνητρα ίσως θα έπρεπε να συνδυαστούν με μια υποχρέωση: όσοι απολαμβάνουν των φορολογικών αυτών προνομίων θα πρέπει να υποχρεούνται να εκπαιδεύουν και προσωπικό».