Το εγκώμιο του ελληνικού τουρισμού πλέκει η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung, σε πρωτοσέλιδο άρθρο της.
«Η Ελλάδα γιορτάζει την επιστροφή της ως τουριστικός προορισμός», σημειώνει η εφημερίδα, και αποδίδει, εν μέρει, τη ραγδαία αύξηση της τουριστικής κίνησης προς την Ελλάδα στην πτώση των τιμών που επέφερε η οικονομική κρίση. «Ο καπουτσίνο δεν κοστίζει πλέον το ξεδιάντροπο ποσό των 4,90 ευρώ (…) αλλά το ρεαλιστικό 2,90 ευρώ ενώ δωμάτιο σε ξενοδοχείο της Αθήνας μπορεί να βρει κανείς από 40 ευρώ».
Ο έλληνας πρωθυπουργός Α. Σαμαράς, όπως αναφέρει η SZ, έκανε λόγο για περισσότερους από 20 εκατομμύρια τουρίστες την τρέχουσα χρονιά, το οποίο «θα συνιστούσε νέο ρεκόρ για την εξαρτημένη από τον τουρισμό χώρα». Μόνον ο τουριστικός όμιλος Tui μετέφερε περισσότερους από 400.000 τουρίστες κατά τη διάρκεια της σεζόν, το οποίο αποτελεί ρεκόρ στην ιστορία του ομίλου. Τεράστια αύξηση καταγράφει την ίδια ώρα και η Thomas Cook.
Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, η εφημερίδα υπενθυμίζει ότι το 2012 ο ελληνικός τουρισμός πέρασε μια βαθιά κρίση καθώς λόγω της αβεβαιότητας για το μέλλον της χώρας και του δυσμενούς κλίματος, πολλοί τουρίστες είχαν γυρίσει την πλάτη τους στην Ελλάδα. Επιπλέον «παραδοσιακά η σχέση τιμής και ποιότητας δεν ήταν η καλύτερη στην Ελλάδα».
Το γεγονός ότι έρχονται και πάλι περισσότεροι τουρίστες οφείλεται και στο γεγονός ότι έγιναν πολλές βελτιώσεις, παρατηρεί η εκπρόσωπος της Thomas Cook Νίνα Κρέκε. Επιπλέον πολλοί ξενοδόχοι αξιοποίησαν τη χρονιά της κρίσης για να ανακαινίσουν τις εγκαταστάσεις τους αλλά και για να προσφέρουν πιο εξειδικευμένες τουριστικές υπηρεσίες, όπως για παράδειγμα, τα λεγόμενα Adults-Only-Hotels( μόνον για ενήλικες).
Εν τω μεταξύ οι ξενοδόχοι προσπαθούν να ανταποκριθούν περισσότερο στις επιθυμίες των πελατών τους, προσφέροντας δημητριακά για πρωινό και φτιάχνοντας γυμναστήρια, «μολονότι δεν καταλαβαίνουν πραγματικά γιατί τα θέλουν οι Γερμανοί», επισημαίνει ο Πέτερ Στρουμπ, διευθύνων σύμβουλος του πρακτορείου Studiosus.
«Δεν υπήρχε ποτέ αμφιβολία για τις δυνατότητες της Ελλάδας», τονίζει προς την εφημερίδα η εκπρόσωπος της Tui Κάθριν Σπιχάλα, σύμφωνα με την DW. Στα νέα δεδομένα έπρεπε να προσαρμοστούν όμως όχι μόνον οι Έλληνες, αλλά και οι γερμανικοί τουριστικοί όμιλοι, όπως αναφέρει το δημοσίευμα. Έτσι προσφέρουν, για παράδειγμα, όλο και συχνότερα τις λεγόμενες open-jaw πτήσεις, τη δυνατότητα δηλαδή να πετάξει κανείς προς ένα συγκεκριμένο αεροδρόμιο, για παράδειγμα, τη Σαντορίνη, αλλά να επιστρέψει από άλλο, για παράδειγμα από το Ηράκλειο. Αυτό διευκολύνει όσους ταξιδιώτες επιθυμούν να επισκεφτούν περισσότερα νησιά.
Κοινή δράση των δυο πλευρών όμως, των ελλήνων επιχειρηματιών από τη μία και των γερμανικών ομίλων από την άλλη, απαιτείται στο θέμα της επιμήκυνσης της «σχετικά σύντομης σε σχέση με το κλίμα» τουριστικής περιόδου. Το πρόβλημα δεν αφορά τόσο τα ξενοδοχεία και τις πτήσεις, όσο τα εστιατόρια και τα καταστήματα στους τουριστικούς προορισμούς καθώς όταν αυτά είναι κλειστά, ο προορισμός δεν είναι φυσικά ιδιαίτερα ελκυστικός για τους τουρίστες. Έτσι στην Κρήτη η τουριστική περίοδος ξεκίνησε φέτος πριν το Πάσχα και θα διαρκέσει μέχρι το Νοέμβριο. Ήδη γερμανοί τουρ οπερέιτορ διεξάγουν σχετικές συνομιλίες σε Ρόδο και Κω για την ερχόμενη σεζόν.
Σημαντικό ρόλο παίζουν φυσικά οι τιμές, όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα. Στην Thomas Cook είναι κατά μέσο όρο μειωμένες κατά 3 % σε σχέση με το 2013 ενώ την ίδια ώρα η ελληνική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι σε σύγκριση με το 2009 οι τιμές στα ξενοδοχεία έχουν υποχωρήσει κατά 30 %. «Απομένει να δει κανείς εάν αυτό θα παραμείνει έτσι καθώς οι Έλληνες εισήλθαν στο μεταξύ σε νέες αγορές, τελευταία ταξιδεύουν στο Αιγαίο Ινδοί και Κινέζοι. Ήδη σε ορισμένα νησιά ο ανταγωνισμός μεταξύ των τουριστικών ομίλων είναι σκληρότατος».