«Η παραδοχή ότι όλοι τα έκαναν όλα είναι απορριπτέα» τόνισε ο εισαγγελέας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, Σωτήρης Μπάγιας, στη δίκη των 17 νεαρών που κατηγορούνται για συμμετοχή στην οργάνωση «Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς», ζητώντας την ενοχή για το βασικό αυτό αδίκημα μόνο για έξι κατηγορούμενους.
Μετά από δύο σχεδόν χρόνια και αφού συνεκδικάζονται οι υποθέσεις της αποστολής «τρομοδεμάτων» σε ξένους ηγέτες, πρεσβείες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενέργειες που είχε αναλάβει την ευθύνη η οργάνωση αλλά και οι υποθέσεις των ευρημάτων της Αστυνομίας σε επιχειρήσεις το 2010 σε σπίτια στην Αττική και στην επαρχία, η διαδικασία μπήκε πλέον στην τελική ευθεία με την πρόταση του εισαγγελέα Σωτήρη Μπάγια.
Ο εισαγγελικός λειτουργός τόνισε στο δικαστήριο πως δεν μπορεί να γίνει δεκτή η παραδοχή, των τριών βουλευμάτων που συνεκδικάζονται, ότι «όλοι τα έκαναν όλα» λέγοντας χαρακτηριστικά πως «η παραδοχή ότι όλοι τα έκαναν όλα, είναι απορριπτέα». Τόνισε επίσης ότι όσοι εκ των κατηγορουμένων είναι ήδη καταδικασμένοι για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση δεν μπορούν να δικάζονται ξανά.
Με την πρόταση του ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, που συνεδριάζει στις φυλακές Κορυδαλλού, ζήτησε από τους δικαστές να κηρύξουν ενόχους για το βασικό αδίκημα της ένταξης και συμμετοχής στην οργάνωση τους έξι από τους δεκαεπτά κατηγορούμενους. Πιο συγκεκριμένα για τον Γερ. Τσάκαλο, τον Ιωαν. Μιχαηλίδη, τον Θ. Μαυρόπουλο, την Όλγα Οικονομίδου, τον Κ. Σακκά και την Στελ. Αντωνίου.
Ζήτησε επίσης από το δικαστήριο να κάνει δεκτή την ένσταση εκκρεμοδικίας που έχει υποβάλει η υπεράσπιση για εννέα κατηγορούμενους, τους Χάρη Χατζημιχελάκη, Νταμιάνο Μπολάνο, Χρ. Τσάκαλο, Γ. Νικολόπουλο, Μιχ. Νικολόπουλο, Γ. Πολυδώρου, Π. Αργυρού, Γ. Καραγιαννίδη και Αλ. Μητρούσια, να κηρύξει απαράδεκτη την ποινική δίωξη σε βάρος τους και να απαλλαγούν για την παρούσα δίκη καθώς «όσοι έχουν καταδικαστεί για τρομοκρατικές πράξεις (σ.σ. για την υπόθεση του Χαλανδρίου) δεν πρέπει να κατηγορούνται ξανά για αυτό».
Ο κ. Μπάγιας ζήτησε επίσης να αθωωθεί για την κατηγορία της ένταξης και συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση ο Κ. Παπαδόπουλος, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι κατά την κρίση του «δεν μπορεί να είναι μέλος σε μία οργάνωση και να μην κατηγορείται για καμία άλλη πράξη. Ένα μέλος που δεν συμμετέχει σε καμία πράξη σημαίνει ότι δεν είναι μέλος».
Μάλιστα ουσιαστικά απαντώντας στην παραδοχή της δικογραφίας για τον κατηγορούμενο και την εμπλοκή του στην υπόθεση λόγω των σχέσεων του με συγκατηγορουμένους του ο εισαγγελέας τόνισε: «Το γεγονός ότι διανυκτέρευσαν κατηγορούμενοι σπίτι του δεν σημαίνει τίποτα απολύτως».
Απαλλακτική πρόταση για την κατηγορία της διεύθυνσης της οργάνωσης και ηθικής αυτουργίας σε κακουργηματικές πράξεις υπέβαλε ο κ. Μπάγιας και για τον Χ. Χατζημιχελάκη, ήδη καταδικασμένο στην υπόθεση των Πυρήνων. Κατά τον εισαγγελικό λειτουργό ο κατηγορούμενος δεν έχει τα χαρακτηριστικά του «αρχηγού».
Σύμφωνα με τον κ. Μπάγια «για να έχει κάποιος μια διευθυντική θέση πρέπει να έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, που νομίζω ότι τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχουν. Και αν κάποιος κάνει ένα ψυχογράφημα του κατηγορούμενου, θα δει ότι το επίμαχο διάστημα ήταν κρατούμενος και δεν μπορούσε να πείσει όλους τους υπολοίπους να τελέσουν τις επίμαχες πράξεις. Άλλωστε, οι πολιτικές θέσεις των κατηγορουμένων δεν συνάδουν με τη λογική της ιεραρχίας».
Αντίστοιχο ήταν το σκεπτικό του και για την απαλλαγή από την κατηγορία της διεύθυνσης για τους Ντ. Μπολάνο, Γ. Νικολόπουλο και Χρ. Τσάκαλο.
Κατά την κρίση του Εισαγγελικού λειτουργού πρέπει να κριθούν ένοχοι για την υπόθεση της αποστολής «τρομοδεμάτων»
εννιά κατηγορούμενοι για κατασκευή και κατοχή εκρηκτικών μηχανισμών από κοινού κατά συρροή με επιβαρυντικές πράξεις και για τις εκρήξεις και απόπειρες εκρήξεων, οι Γερ. Τσάκαλος, Π. Αργυρός , Χρ. Τσάκαλος. Ζήτησε επίσης και την απαλλαγή λόγω αμφιβολιών άλλων πέντε εκ των κατηγορουμένων σε αυτήν την υπόθεση.
Τέλος ζήτησε την καταδίκη του Θεοφ. Μαυρόπουλου για το κακούργημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση που αφορά την αιματηρή συμπλοκή με αστυνομικούς τον Μάιο του 2011 στην Πεύκη κατά την οποία είχαν τραυματιστεί δύο αστυνομικοί και ο ίδιος ο κατηγορούμενος.