Εννέα χρόνια για μία δίκη φορολογικού χαρακτήρα
Τη δική τους μάχη με το χρόνο δίνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στις δικαστικές αίθουσες με τεράστιο κόστος τόσο για τις ίδιες όσο και για την οικονομία.
Αποκαρδιωτική η έκθεση του ΣΕΒ η οποία δείχνει ότι οι δικαστικές υποθέσεις που συνδέονται με τον ΦΠΑ διαρκούν κατά μέσο όρο 9,3 χρόνια, ενώ ο μέσος χρόνος καθυστέρησης για φορολογικές υποθέσεις γενικά φτάνει τα 5,3 έτη.
Η επιβάρυνση των επιχειρήσεων, με βάση στοιχεία από δείγμα εταιρειών, κυμαίνεται από 7% έως 52% επί της συνολικής αμφισβητούμενης διαφοράς με το ελληνικό δημόσιο.
«Σήμερα, στο μεταίχμιο της εξόδου από την επώδυνη ύφεση, η ανάγκη για την ουσιαστική μεταρρύθμιση του κράτους και ευρύτερα της δημόσιας διακυβέρνησης είναι προϋπόθεση βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης” επισημαίνει ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας στην εισαγωγή της έκθεσης. Ο κ. Φέσσας τονίζει: “Η Δικαιοσύνη αποτελεί βασικό πυλώνα του συστήματος δημόσιας διακυβέρνησης. Για τις επιχειρήσεις, η ταχύτητα επίλυσης των διοικητικών διαφορών και διεκπεραίωσης όλων των δικαστικών διαδικασιών που τις αφορούν (φορολογία, συμβάσεις, διαδικασίες αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, πτώχευσης, εξυγίανσης) είναι παράγοντας επιβίωσης. Οι υπέρμετρες καθυστερήσεις τις επιβαρύνουν με δυσανάλογο διοικητικό κόστος και κόστος κεφαλαίου, καθυστερούν ή ματαιώνουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και αποθαρρύνουν την προσέλκυση κεφαλαίων και επενδύσεων από το εξωτερικό».
Στην έκθεση επισημαίνεται πως με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και τη συγκριτική μελέτη δεδομένων εντός της Ε.Ε., χρειάζεται να δρομολογηθούν άμεσα δραστικές παρεμβάσεις. Εκκρεμούν, με βάση τα πλέον πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία (Υπ. Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, 31/4/2014)περισσότερες από 400.000 υποθέσεις, από τις οποίες περισσότερες από τις μισές δεν έχουν καν προσδιορισθεί:
* 24.118 υποθέσεις στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
* 332.855 υποθέσεις σε Διοικητικά Πρωτοδικεία, εκ των οποίων 228.010 δεν είχαν καν προσδιοριστεί.
* 51.620 υποθέσεις σε Διοικητικά Εφετεία, εκ των οποίων 26.277 δεν είχαν καν προσδιοριστεί.
* Την περίοδο 2010-2012 ο αριθμός των εκκρεμών διοικητικών υποθέσεων στην Ελλάδα ήταν 3,5 ανά 100 κατοίκους, ενώ στην πλειονότητα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρισκόταν κάτω του 0,5, και η χώρα ήταν στην τελευταία θέση μεταξύ 18 χωρών της Ε.Ε. με μέσο χρόνο επίλυσης διαφορών τις 1.500 ημέρες (The 2014 EU Justice Scoreboard). Ο χρόνος αυτός μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 10 έτη ή και παραπάνω.
Όπως επισημαίνεται, «σήμερα η δυναμικότητα του συστήματος απονομής δικαιοσύνης προσεγγίζει τον εισερχόμενο όγκο υποθέσεων, αλλά δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον συσσωρευμένο όγκο υποθέσεων».
Τα ευρήματα της μελέτης συνοψίζονται ως εξής:
Για περίπτωση δικαστικής προσφυγής για φορολογική διαφορά και για τις υποθέσεις του δείγματος:
• Η μεγαλύτερη μέση χρονική καθυστέρηση εμφανίζεται στις υποθέσεις ΦΠΑ και ανέρχεται σε 9,3 έτη. Συνολικά για όλες τις κατηγορίες φορολογικών υποθέσεων ο μέσος χρόνος καθυστέρησης υπολογίζεται σε 5,3 χρόνια.
• Η επιβάρυνση των επιχειρήσεων, με βάση τις υποθέσεις του δείγματος, κυμαίνεται από 7% έως 52% επί της συνολικής αμφισβητούμενης διαφοράς.
Στην περίπτωση επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων:
• Η μέση καθυστέρηση στην ανάθεση των συμβάσεων ανέρχεται σε περίπου 8,5 μήνες για τους διαγωνισμούς, του δείγματος, με αντικείμενο συμβουλευτικές υπηρεσίες και 3,5 μήνες για δημόσιους διαγωνισμούς στον κατασκευαστικό κλάδο. Το μέσο κόστος ευκαιρίας που εκτιμήθηκε από την καθυστέρηση στην ανάθεση 73 διαγωνισμών (δείγμα) ανέρχεται σε περίπου 8,5 εκατ. ευρώ.
• Η μέση καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της εκτέλεσης αναθέσεων του κατασκευαστικού κλάδου από τη στιγμή της πρώτης ένστασης μέχρι την ημερομηνία εκδίκασης της προσφυγής είναι περίπου 3 έτη. Το αντίστοιχο κόστος ευκαιρίας για τις υποθέσεις του δείγματος ανέρχεται σε 660 εκατ. ευρώ
Τέλος, η εξοικονόμηση παραγωγικού κεφαλαίου (όφελος) από τη συντόμευση της διαδικασίας πτώχευσης κατά 2 έτη εκτιμήθηκε σε περίπου 2.000.000 ευρώ, για σύνολο 430 επιχειρήσεων (δείγμα), οι οποίες χαρακτηρίζονται “zombies”, ενώ στην περίπτωση μείωσης και του χρόνου εξυγίανσης, το όφελος ανέρχεται σε περίπου 3.000.000 ευρώ.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι βασικοί παράγοντες που δημιουργούν τις καθυστερήσεις περιλαμβάνουν:
• Τη συστηματική υστέρηση για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα της δυναμικότητας του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, σε ανθρώπινο δυναμικό και τεχνικά μέσα, έναντι του όγκου των εισερχομένων υποθέσεων, με αποτέλεσμα την παρούσα συσσώρευση εκκρεμών υποθέσεων.
• Το δαιδαλώδες, συχνά αντιφατικό, και συνεχώς μεταβαλλόμενο θεσμικό πλαίσιο, σε συνδυασμό με τη μη τήρηση των αρχών καλής νομοθέτησης και την έλλειψη κωδικοποίησης που αυξάνουν τον όγκο των διοικητικών διαφορών.
• Την πρακτική του ελληνικού δημοσίου να εξαντλεί τα ένδικα μέσα ακόμη και όταν αυτό αφορά τελεσίδικες αποφάσεις ή και αποφάσεις όπου διακυβεύονται μικρά ποσά.
• Το χαμηλό κόστος εκδίκασης υποθέσεων στην Ελλάδα που ευνοεί την εύκολη προσφυγή σε δικαστική επίλυση, χωρίς αυτή να είναι πάντα σκόπιμη ή αναγκαία.
Στην έκθεση προτείνεται για την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων μία ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα περιλαμβάνει στρατηγικές κατευθύνσεις πολιτικής, παρεμβάσεις και μέτρα σε όλο το εύρος των παραγόντων, θεσμικών και επιχειρησιακών, που ευθύνονται για αυτές τις καθυστερήσεις, με κύρια πεδία παρέμβασης:
• την εξωδικαστική επίλυση διαφορών (για τη μείωση των εισροών στο δικαστικό σύστημα)
• τη βελτίωση της δικαστικής διοίκησης και αποτελεσματικότητας των δικαστικών υπηρεσιών (για την αύξηση των εκροών από το δικαστικό σύστημα),
• την καλύτερη λειτουργία του κράτους (για τη βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος και την εξισορρόπηση της σχέσης εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας).
Προτείνεται, επίσης, να καθοριστεί Οδικός Χάρτης εφαρμογής, με συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους,χρονοδιάγραμμα υλοποίησης με ορίζοντα ολοκλήρωσης διάστημα όχι μεγαλύτερο από τα 3-4 έτη και με τους απαραίτητους χρηματοδοτικούς πόρους για την αποτελεσματική εφαρμογή του σχεδίου. Απαραίτητος θεωρείται και ένας ειδικός μηχανισμός μεταρρύθμισης με ευρεία συνεργασία της Πολιτείας και της επιχειρηματικής κοινότητας.
Η έκθεση περιλαμβάνει περίπου 90 προτάσεις για ουσιαστική μεταρρύθμιση του συστήματος λειτουργίας της διοικητικής δικαιοσύνης. Παρεμβάσεις κομβικής σημασίας οι συντάκτες της έκθεσης θεωρούν:
• Την αποφασιστική ενδυνάμωση, ποιοτική και ποσοτική, του ανθρώπινου δυναμικού και της ικανότητας για αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία του συστήματος της διοικητικής δικαιοσύνης: εισαγωγή του ρόλου του διοικητικού διευθυντή, επιμόρφωση και εξειδίκευση δικαστών, χρήση εμπειρογνωμόνων, ευρεία εφαρμογή του θεσμού των δικαστικών βοηθών (με νομική παιδεία), δραστική ενίσχυση του διοικητικού προσωπικού, αποτελεσματική χρήση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών.
• Τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής και την πλήρη ενεργοποίηση (με τη διάθεση της απαιτούμενης στελέχωσης όπου χρειάζεται) των μεθόδων εξωδικαστικής επίλυσης των διοικητικών διαφορών (διαιτησία, διαμεσολάβηση, δικαστική μεσολάβηση, επιτροπές επίλυσης διοικητικών αμφισβητήσεων).
• Τη διεκπεραίωση των εκκρεμουσών υποθέσεων, παράλληλα με την τρέχουσα ροή, με ειδικές διαδικασίες «express», όταν αυτό είναι θεσμικά δυνατό.