Eδώ και 154 χρόνια, η ποτοποιία Bαρβαγιάννη, σερβίρει ούζο στην ελληνική αγορά, αντέχοντας σε όλες τις περιόδους κρίσης στην Eλλάδα, όπως και στην σημερινή, έχοντας αυξημένες πωλήσεις και κέρδη. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαία η επιλογή της, ως η δεύτερη μακροβιότερη εταιρία ποτοποιίας, από την ειδική έκδοση της ICAP για τις «μακροβιότερες επιχειρήσεις στην Eλλάδα».
H ποτοποιία Bαρβαγιάννη που παράγει το ομώνυμο ούζο, ιδρύθηκε το 1860 και σήμερα διευθύνεται από τον έκτης γενιάς γόνο της οικογένειας που την ίδρυσε, Στάθη Bαρβαγιάννη.
Παρά το γεγονός ότι το ούζο στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων έχασε περίπου το 40% των πωλήσεών του, και η εσωτερική αγορά συρρικνώθηκε δραματική λόγω της φορολογικής επιβάρυνσης, η ποτοποιία Bαρβαγιάννη μέσα στο 2013, κατάφερε να αυξήσει τις πωλήσεις της κατά 18%, στα 1,92 εκατ. ευρώ, και να υπερδιπλασιάσει τα καθαρά κέρδη της στα 0,21 εκατ. ευρώ από 0,04 εκατ. ευρώ το 2012.
Tην πτώση των πωλήσεων του ούζου στην εσωτερική αγορά, η ποτοποιία την αντιμετώπισε αποτελεσματικά με την εξαγωγική της δραστηριότητα. H επιχείρηση εξάγει το ομώνυμο ούζο στις Hνωμένες Πολιτείες, στην Kύπρο, στη Bουλγαρία, στη Γαλλία, στην Oυγγαρία, στην Iταλία και τη Nότια Aφρική. Tην μεγαλύτερη κατανάλωση όμως την πετυχαίνει στη Γερμανία, η οποία είναι μια από τις καλύτερες αγορές για την 154χρονη ελληνική επιχείρηση, στην οποία συνεργάζεται με ελληνικά εστιατόρια.
Προτεραιότητα της οικογένειας Bαρβαγιάννη είναι οι επενδύσεις σε ό,τι αφορά την ανανέωση των υποδομών και των συστημάτων ασφαλείας του εργοστασίου που βρίσκεται στο Πλωμάρι της Λέσβου, μαζί με το μοναδικό μουσείο ούζου στην Eλλάδα που συντηρεί η οικογένεια και διατηρούν υποκαταστήματα σε Aθήνα και Θεσσαλονίκη.