Την Τρίτη 7 Οκτωβρίου θα πραγματοποιηθεί η ετήσια οικονομική διάσκεψη της Ελληνικής Ένωσης επιχειρηματιών που αποτελεί θεσμό ανοιχτού διαλόγου και θα εμπλουτίσει το δημόσιο διάλογο γύρω από τα ζητήματα που οι επιχειρηματίες θεωρούν κομβικά για την ανασυγκρότηση της οικονομίας και τη στροφή στην ανάπτυξη.
Τις εργασίες της μείζονος σημασίας διάσκεψης για το επιχειρείν, θα ανοίξει ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης & Υπουργός Εξωτερικών, κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, ενώ Κεντρικές Ομιλίες, μεταξύ άλλων, θα πραγματοποιήσουν ο Πρόεδρος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης & Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Αλέξης Τσίπρας και ο Υπουργός Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας, κ. Νίκος Δένδιας.
Τρείς καίριες ενότητες που αφορούν στο Εθνικό Πρόγραμμα Αναπτυξιακής Ανασυγκρότησης, τα Εμπόδια και Κίνητρα για την Επιχειρηματικότητα και την Τραπεζική Ανασυγκρότηση, θα συζητηθούν στο πλαίσιο της εκδήλωσης και πάνω στα θέματα αυτά θα πραγματοποιήσουν εισηγήσεις ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής, κ. Γιάννης Μανιάτης, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εξωτερικών, κ. Παναγιώτης Μίχαλος, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών, κ. Αναστάσιος Αναστασάτος, εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου, ακαδημαϊκοί και επιχειρηματίες. Επισυνάπτεται το αναλυτικό πρόγραμμα της εκδήλωσης.
Η ΕΕΝΕ έχει καταθέσει τρεις ριζοσπαστικές προτάσεις για τη φορολογία εισοδήματος, τις ασφαλιστικές εισφορές και τον φόρο υπεραξίας, οι οποίες δεν ενέχουν αρνητικές δημοσιονομικές επιπτώσεις.
Στόχος τους είναι η άμεση τόνωση των επενδύσεων, της απασχόλησης και της ρευστότητας ώστε να επανέλθει ο οικονομία σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Στο κείμενο των προτάσεών της η ΕΕΝΕ επισημαίνει την ανάγκη να ισορροπήσει το ευρώ στα σημερινά -ή ακόμη και σε χαμηλότερα- επίπεδα σε σχέση με το δολάριο, ως απαραίτητη προϋπόθεση για τον αναπροσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας προς την εξωστρέφεια και την διεθνώς ανταγωνιστική ανάπτυξη
Υπερφορολόγηση
Στην πρώτη ενότητα παρέμβασης σχετικά με τη φορολογία, οι προτάσεις της ΕΕΝΕ βασίζονται στην απλή παρατήρηση ότι η σημερινή υπερφορολόγηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών αποτρέπει την αύξηση των επενδύσεων, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την τόνωση της ρευστότητας.
Προτείνει, λοιπόν, την καθιέρωση ενός μεταβατικού καθεστώτος οριακού συντελεστή φορολογίας κερδών και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών. Παράλληλα, ζητά τη μείωση του φόρου υπεραξίας επί των μετοχών καθώς εκτιμά ότι αυτό θα διευκολύνει την υγιή -με ίδια κεφάλαια δηλαδή- χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.
Η υψηλή φορολογία όπως και οι εξαιρετικά υψηλές ασφαλιστικές εισφορές αποθαρρύνουν και τις εγχώριες και τις ξένες επενδύσεις, υπογραμμίζεται στο σχετικό υπόμνημα της ΕΕΝΕ.
Μεταβατικός συντελεστής φορολογίας 10%
Αναγνωρίζοντας ότι τα δημοσιονομικά δεδομένα δεν επιτρέπουν στο στάδιο αυτό την μείωση της φορολογίας ή τον περαιτέρω περιορισμό των ασφαλιστικών εισφορών, η ΕΕΝΕ προτείνει την καθιέρωση ειδικού μεταβατικού συντελεστή φορολογίας κερδών στο 10% για το πρόσθετο κέρδος που θα αποκομίσει μία εταιρεία σε σύγκριση με τον μέσο όρο μίας περιόδου βάσης – που θα μπορούσε να είναι η περίοδος 2010-2012.
Για παράδειγμα, αν μία εταιρεία είχε μέσο όρο κερδών 10.000 ευρώ το χρόνο στην περίοδο 2010-2013 και 15.000 ευρώ το 2014, τα πρώτα 10.000 ευρώ να φορολογηθούν με τους υπάρχοντες συντελεστές αλλά τα πρόσθετα κέρδη των 5.000 ευρώ να φορολογηθούν με 10%.
Να περιοριστούν οι ασφαλιστικές εισφορές
Στην ίδια ακριβώς λογική κατατίθεται η δεύτερη πρόταση της ΕΕΝΕ, σύμφωνα με την οποία, οι ασφαλιστικές εισφορές θα προσδιοριστούν στο 30% -αντί για το 49% που ισχύει σήμερα- σε όλες τις περιπτώσεις όπου μία επιχείρηση δίνει αυξήσεις στους εργαζομένους της, ή αυξάνει το μισθολογικό της κόστος με νέες προσλήψεις.
Για παράδειγμα, αν στην περίοδο 2010-2013 μία επιχείρηση είχε μέσο κόστος μισθοδοσίας 50.000 ευρώ και το 2014 έδωσε αυξήσεις στους εργαζομένους της, ή/και προέβη σε νέες προσλήψεις, που έφεραν το μισθολογικό κόστος στα 60.000 ευρώ, το κόστος των εργοδοτικών εισφορών στα πρόσθετα 10.000 ευρώ να ανέρχεται στο 30% – δηλαδή στις 3.000 ευρώ. Οι διατάξεις αυτές προτείνεται να ισχύσουν για μία περίοδο 2-3 ετών ή, εναλλακτικά, τουλάχιστον μέχρι να έχει διασφαλιστεί η μόνιμη επιστροφή της οικονομίας σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και η αντίστοιχη μείωση των υφιστάμενων φορολογικών συντελεστών.
Μείωση του φόρου υπεραξίας
Η τρίτη πρόταση της ΕΕΝΕ συνδυάζεται με τη μείωση του φόρου υπεραξίας – τουλάχιστον όσον αφορά τις μετοχές. Παρατηρείται, δηλαδή, ότι με τις σημερινές ασφυκτικές χρηματοπιστωτικές συνθήκες, η αύξηση των ιδίων κεφαλαίων αποτελεί τη σύγχρονη και υγιή μέθοδο χρηματοδότησης. Επειδή, όμως, ούτε οι σημερινοί ιδιοκτήτες έχουν τα αναγκαία κεφάλαια, η λύση εστιάζεται στην προσέλκυση άλλων επενδυτών -εκτός εταιρείας- κι αυτό επιτυγχάνεται με τη διάθεση εκ μέρους των μετόχων μέρους ή όλων των μετοχών που ήδη κατέχουν στους νέους επενδυτές οι οποίοι προφανώς, μετέπειτα προβαίνουν και σε περεταίρω αυξήσεις κεφαλαίου. Ο υψηλός συντελεστής που έχει καθιερωθεί στην υπεραξία αποθαρρύνει όμως αυτήν την είσοδο νέων επενδυτών με τον υγιή τρόπο της διάθεσης των μετοχών και λειτουργεί έτσι ανασχετικά για την ανάπτυξη.
Στο υπόμνημα της, τέλος, η ΕΕΝΕ υπογραμμίζει ότι η τρέχουσα πτώση του ευρώ βεβαίως και συνεισφέρει στη βελτίωση των ελληνικών εξαγωγών. Παρατηρεί, όμως, ότι: (α) σύμφωνα με τις διεθνείς εκτιμήσεις η έξοδος του Ευρωπαϊκού Νότου από την κρίση απαιτεί να μην ανακοπεί ακόμη αυτή η διαδικασία προσαρμογής της ισοτιμίας του ευρώ (β) λόγω της κρίσης η ελληνική παραγωγική βάση έχει βαθιά υποβαθμιστεί και καμία υποτίμηση του ευρώ δεν θα φέρει την επιδιωκόμενη εξωστρεφή ανάπτυξη αν δεν δημιουργηθεί ξανά από την αρχή μία νέα, ευρύτερη σε σύγκριση με το παρελθόν και διεθνώς ανταγωνιστική βάση παραγωγής στην Ελλάδα. Με την έννοια αυτή, οι προτάσεις της ΕΕΝΕ για τη φορολογία εισοδήματος και για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών είναι βέβαιο πως θα συνεισφέρουν προς την κατεύθυνση αυτή.