Καθησυχαστικός εμφανίστηκε για την Ελλάδα, ο καθηγητής σεισμολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Βασίλης Παπαζάχος, αναφερόμενος στο σεισμό της Ιαπωνίας, τονίζοντας ότι “στατιστικά, η πιθανότητα να επηρεάσει αυτός ο σεισμός την περιοχή μας είναι πάρα πολύ μικρή”.
Ο καθηγητής κατέταξε το μεγάλο σεισμό που έπληξε την Ιαπωνία στους “σεισμούς-γίγαντες”, ενώ για το τσουνάμι επισημαίνει ότι ήταν “πολύ μεγάλο”, αλλά μικρότερο σε ένταση από άλλα, παλαιότερα, με διηπειρωτική δράση και πολύ πιο καταστροφικά αποτελέσματα.
Ο κ. Παπαζάχος εξήγησε ότι ο θαλάσσιος σεισμός των 8,9 Ρίχτερ, στη θαλάσσια περιοχή της Ιαπωνίας, ήταν επιφανειακός, σε εστιακό βάθος τριάντα χιλιομέτρων και ήταν από τους μεγαλύτερους που έχουν συμβεί τον τελευταίο αιώνα. Ανάλογου μεγέθους σεισμοί ήταν εκείνος της Αλάσκας το 1964 (9,2 Ρίχτερ), της Ν. Αμερικής το 1960 (9,6), της Σουμάτρας το 2004 (9) και της Ν. Αμερικής το 2010 (8,8).
Σε ό,τι αφορά το τσουνάμι, ο κ. Παπαζάχος επισημαίνει ότι στην κλίμακα, με την οποία μετρούν οι επιστήμονες την ένταση του συγκεκριμένου φαινομένου, καταλαμβάνει επίπεδο 4.
Της τάξεως της κλίμακας 6 ήταν το τσουνάμι της Σουμάτρας (2004), με πολύ πιο καταστροφικές συνέπειες απ’ αυτό της Ιαπωνίας, καθώς και το τσουνάμι του 1956 στην Αμοργό, που ήταν της κλίμακας 5.
Σε ερώτηση, εάν ένας τέτοιος σεισμός, όπως αυτός της Ιαπωνίας, είναι σε θέση να επηρεάσει τη χώρα μας και γενικά αυτήν την περιοχή του πλανήτη, ο κ. Παπαζάχος είναι καθησυχαστικός: “Όπως ισχυρίζεται ο Μότσι, ένας διακεκριμένος Ιάπωνας επιστήμονας, τέτοιοι σεισμοί είναι σε θέση να προκαλέσουν διεγέρσεις και σε άλλα σημεία του πλανήτη. Αλλά, σε γενικές γραμμές, επηρεάζονται κοντινές περιοχές, ας πούμε στα 500 χιλιόμετρα. Άλλωστε, εάν δεν υπήρχε το φαινόμενο του ‘σκανδαλισμού’, όπως το λέμε στη σεισμολογία, δηλαδή, η μια περιοχή να διεγείρει την άλλη, έχουμε υπολογίσει ότι θα είχαμε σεισμούς κάθε 10.000 χρόνια. Αυτό βέβαια δεν ισχύει. Κατά τη γνώμη μου, η πιθανότητα να επηρεάσει τη χώρα μας αυτός ο σεισμός της Ιαπωνίας είναι παρά πολύ μικρή”.
Ο κ. Παπαζάχος αναφέρει ακόμη ότι ο σεισμός αυτός είναι αποτέλεσμα της πίεσης που ασκεί η τεκτονική πλάκα του Ειρηνικού, η οποία βυθίζεται κάτω από την Ευρασιατική, σε βάθος έως και 700 χιλιόμετρα. Σμίγει, ωστόσο, την Ευρασιατική σε μια περιοχή ογδόντα έως εκατό χιλιομέτρων, στην οποία προκαλείται διάρρηξη, σεισμός και τσουνάμι. Αυτή η περιοχή, μαζί με τη βορειότερη ζώνη των Κουριλών – Καμτσιάτκας, τη ζώνη της Αλάσκας-Αλεούτιων, όπως και τη ζώνη της Ν. Αμερικής, είναι από τις ενεργότερες του πλανήτη.
Ο κ. Παπαζάχος αναφέρεται στο υψηλό επίπεδο των κατασκευών της Ιαπωνίας, λόγω του έντονου σεισμογενούς ιστορικού της περιοχής, τονίζοντας ότι στα ανεπτυγμένα κράτη, το βάρος της αντιμετώπισης του σεισμού ρίχνεται στη θωράκιση των κατασκευών.
Ερωτώμενος σχετικά, επανέλαβε ότι “δεν υπάρχει επιστημονική δυνατότητα βραχυπρόθεσμης πρόγνωσης σεισμών”, υπάρχει όμως η δυνατότητα “μεσοπρόθεσμης διάρκειας πρόγνωσης σεισμών, με την οποία μπορούν να επισημανθούν με μεγάλη επιτυχία περιοχές, όπου θα εκδηλωθούν σεισμοί”.
Η μέθοδος αυτή δίνει στην πολιτεία την ευκαιρία να προχωρήσει σε βελτιώσεις κτιρίων, εγκαταστάσεων και υποδομών, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι συνέπειες από σεισμούς.
“Δεν αρκεί να είμαστε έτοιμοι για τα επακόλουθα μιας κρίσης, αφού εκδηλωθεί, αλλά πρέπει να προετοιμαζόμαστε, ώστε εάν και όταν εκδηλωθεί, να γίνει υποβαθμισμένα και οι επιπτώσεις της να είναι ήπιες”, κατέληξε ο κ. Παπαζάχος.
Διαβάστε επίσης: Εικόνες «Αποκάλυψης» στην Ιαπωνία από τα 8,9 Ρίχτερ