Τη δέσμευση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη λήψη επιπλέον μέτρων, εάν οι συνθήκες το απαιτήσουν, επανέλαβε ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι κατά τη σημερινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, καθώς υπάρχουν σημαντικές και αυξανόμενες διαφορές στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής μεταξύ των μεγάλων ανεπτυγμένων οικονομιών.
Στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ο κ. Ντράγκι ανέφερε πως, σε συνέχεια των αποφάσεων της 2ας Οκτωβρίου 2014, ξεκίνησε τον περασμένο μήνα η αγορά καλυμμένων ομολογιών στο πλαίσιο του νέου προγράμματος. Επίσης, θα αρχίσει σύντομα η αγορά εγγυημένων τίτλων ιδιωτικού τομέα (ABS). Τα προγράμματα θα διαρκέσουν τουλάχιστον δύο χρόνια.
Μαζί με την σειρά των πράξεων στοχευμένης μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης που θα διενεργηθούν μέχρι τον Ιούνιο του 2016, οι αγορές περιουσιακών στοιχείων θα έχουν σημαντική επίπτωση στον ισολογισμό της ΕΚΤ, ο οποίος αναμένεται να κινηθεί προς τις διαστάσεις που είχε στις αρχές του 2012 (σ.σ. 2,7 τρισ. ευρώ τον Ιαν. του 2012, σήμερα στα 2,1 τρισ. ευρώ).
Τα μέτρα θα ενισχύσουν τη λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, θα υποστηρίξουν τη χρηματοδότηση στην Ευρωζώνη, θα διευκολύνουν την παροχή πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και δημιουργήσουν θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις σε άλλες αγορές, τόνισε ο κ. Ντράγκι. Η διευκολυντική νομισματική πολιτική θα στηρίξει, επίσης, τη σταθεροποίηση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό, σύμφωνα με το στόχο της ΕΚΤ για επίτευξη ρυθμών πληθωρισμού κάτω, αλλά πλησίον του 2%.
Ο κ. Ντράγκι επιβεβαίωσε ότι το διοικητικό συμβούλιο θα παρακολουθεί στενά και συνεχώς την καταλληλότητα της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Σε περίπτωση που καταστεί αναγκαία η περαιτέρω δράση, λόγω της υπερβολικά παρατεταμένης περιόδου χαμηλού πληθωρισμού, το δ.σ. έχει αποφασίσει ομόφωνα τη χρήση πρόσθετων μη συμβατικών μέσων.
Αναφορικά με τις επιδόσεις της οικονομίας της Ευρωζώνης, ο Ντράγκι ανέφερε ότι οι συνεχείς βελτιώσεις των χρηματοοικονομικών συνθηκών, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στον τομέα της δημοσιονομικής εξυγίανσης και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, καθώς και οι χαμηλότερες τιμές ενέργειας έχουν παράσχει σημαντική στήριξη στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα. Από την άλλη πλευρά, η ανάκαμψη είναι πιθανό να συνεχίσει να επηρεάζεται αρνητικά από την υψηλή ανεργία, τη σημαντική πλεονάζουσα ικανότητα παραγωγής, καθώς και τις απαραίτητες προσαρμογές των ισολογισμών στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα.
Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις οικονομικές προοπτικές της Ευρωζώνης εξακολουθούν να είναι καθοδικοί. Συγκεκριμένα, η εξασθένηση της δυναμικής της ανάπτυξης, μαζί με τους αυξημένους γεωπολιτικούς κινδύνους, θα μπορούσαν να πλήξουν την εμπιστοσύνη και, ειδικότερα, τις ιδιωτικές επενδύσεις. Επιπλέον, η ανεπαρκής πρόοδος στον τομέα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις χώρες της Ευρωζώνης αποτελεί βασικό κίνδυνο για τις προοπτικές της οικονομίας.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τους κινδύνους για τις προοπτικές και την εξέλιξη των τιμών μεσοπρόθεσμα. Σε αυτό το πλαίσιο, θα επικεντρωθεί στις γεωπολιτικές εξελίξεις, στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και την εξέλιξη των τιμών της ενέργειας, καθώς και τη μετακύλιση των μέτρων νομισματικής μας πολιτικής.