Η ενίσχυση των επενδύσεων και των εξαγωγών, η μείωση του δημοσίου χρέους, η αύξηση της αποτελεσματικότητας του κράτους, οι ξεκάθαροι και σταθεροί «κανόνες του παιχνιδιού» σε επίπεδο φορολογικής πολιτικής, αλλά και οι πρωτοβουλίες για δημιουργία μηχανισμών δέσμευσης για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αποτελούν δομικά χαρακτηριστικά τα οποία αυξάνουν την πιθανότητα επίτευξης μακροχρονίως βιώσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, σημειώνει η Eurobank στην τακτική έκδοσή της “7 Μέρες Οικονομία”.
Όπως αναφέρει η τράπεζα, την Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις για τα έτη 2014, 2015 και 2016.
Οι προβλέψεις σχετίζονται με τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης (ποσοστιαίος ρυθμός μεταβολής του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), με την ποσοστιαία μεταβολή των επενδύσεων και της απασχόλησης, με την μεταβολή του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ και με την ποσοστιαία μεταβολή του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή (ΕΔΤΚ), δηλαδή του πληθωρισμού.
Για την ελληνική οικονομία οι εν λόγω προβλέψεις έρχονται να επιβεβαιώσουν σε μεγάλο βαθμό τις εκτιμήσεις των ασκούντων την οικονομική πολιτική καθώς και των εγχώριων πιστωτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων για θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, αύξηση των επενδύσεων, αύξηση της απασχόλησης και περαιτέρω μείωση του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης για το 2014.
Πιο συγκεκριμένα, για τα έτη 2014, 2015 και 2016 προβλέπεται: ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης της τάξης του +0,6%, +2,9% και +3,7% αντίστοιχα, ποσοστιαίος ρυθμός μεταβολής των επενδύσεων της τάξης του +4,5%, +11,7% και +15%, ποσοστιαίος ρυθμός μεταβολής της απασχόλησης της τάξης του +0,6%, +2,6% και +4%, ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ της τάξης του -1,6%, -0,1% και +1,3% και πληθωρισμός της τάξης του -1%, +0,3%, +1,1%. Τα προαναφερθέντα στοιχεία είναι ενθαρρυντικά τόσο για την παρούσα όσο και για την μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Η πρόβλεψη για θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης για τρία συνεχόμενα έτη (2014, 2015, 2016) συνεπάγεται ότι η ελληνική οικονομία εισέρχεται στη φάση της ανάκαμψης. Η αύξηση των επενδύσεων εκτός από την άμεση επίδραση που έχει στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης αυξάνει και την μελλοντική παραγωγική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας μέσω αύξησης του φυσικού κεφαλαίου. Το γεγονός αυτό δύναται να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και ως εκ τούτου να οδηγήσει και σε μείωση της ανεργίας.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί πως η μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων στο παρόν και η στρατηγική επίτευξης ισοσκελισμένων προϋπολογισμών ή και πλεονασματικών στο μέλλον, ενισχύει τα κίνητρα για επενδύσεις από την πλευρά των επιχειρήσεων και για πιο παραγωγική εργασία από την πλευρά των νοικοκυριών καθώς και οι δύο οικονομικοί φορείς διαμορφώνουν προσδοκίες (προεξοφλούν) ότι δεν θα κληθούν να καταβάλλουν περισσότερους φόρους στο μέλλον.
Όσο πιο αξιόπιστο χαρακτήρα έχει η άσκηση της οικονομικής πολιτικής τόσο πιο μόνιμες και ισχυρές καθίστανται οι προαναφερθείσες προσδοκίες και ως εκ τούτου τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να υλοποιηθούν επενδυτικά προγράμματα και να αυξηθεί η παραγωγικότητα των εργαζομένων.
Με δεδομένες τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η ελληνική οικονομία το 2016 αναμένεται να προσεγγίσει το 81,66% της εγχώριας παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών που είχε το 2007.
Η διάρκεια της ελληνικής ύφεσης (6 χρόνια) παράλληλα με την απότομη πτώση (π.χ. ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης -7%) της εγχώριας παραγωγικής δραστηριότητας καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα την επιστροφή σε επίπεδα πραγματικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος έτους 2007.
Ακόμα και στην περίπτωση που επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις τις Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ελληνική οικονομία το 2016 αναμένεται να προσεγγίσει το 81,66% της εγχώριας παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών που είχε το 2007.
Συνεπώς, θα πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους του φορείς της ελληνικής οικονομίας πως για να επιστρέψουμε σε επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας παρόμοια με αυτά που ίσχυαν πριν από έξι χρόνια (2007) απαιτείται χρόνος, και παράλληλα συνέχιση και ενίσχυση της αναπτυξιακής πορείας, η οποία όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία θα ξεκινήσει στο τέλος του 2014.
Δεν υπάρχει χρόνος για περαιτέρω καθυστερήσεις και δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι η ανεργία βρίσκεται σε επίπεδα άνω του 25%.
Επιπρόσθετα, εξίσου σημαντικό στοιχείο είναι και η μακροχρόνια βιωσιμότητα του νέου ελληνικού υποδείγματος οικονομικής μεγέθυνσης. Δηλαδή, το εν λόγω υπόδειγμα θα πρέπει να έχει δομικά χαρακτηριστικά τα οποία θα καθιστούν ενδογενώς βιώσιμη την πορεία οικονομικής μεγέθυνσης της χώρας μας και επιπρόσθετα θα καθιστούν την ελληνική οικονομία λιγότερο ευάλωτη σε διεθνείς χρηματοπιστωτικές κρίσεις (π.χ. αυτό δεν συνέβη την περίοδο 1995-2007).
Για παράδειγμα, η ενίσχυση των επενδύσεων και των εξαγωγών, η μείωση του δημοσίου χρέους, η αύξηση της αποτελεσματικότητας του κράτους, οι ξεκάθαροι και σταθεροί «κανόνες του παιχνιδιού» σε επίπεδο φορολογικής πολιτικής, η ανάληψη εγχώριων πρωτοβουλιών για τη δημιουργία μηχανισμών δέσμευσης οι οποίοι θα έχουν ως κύριο στόχο τη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη συνεπακόλουθη αύξηση της αξιοπιστίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, αποτελούν δομικά χαρακτηριστικά τα οποία αυξάνουν την πιθανότητα επίτευξης μακροχρονίως βιώσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, καταλήγει η τράπεζα.