Oι πολιτικοί έχουν μια «φυσιολογική» ροπή να μιλάνε για ευχάριστα θέματα, ακόμα κι όταν δεν πρόκειται να υλοποιήσουν τις υποσχέσεις τους.
Aκόμα κι αν η πρακτική αυτή έχει δυσάρεστες επιπτώσεις. Άρχισαν, εδώ και μήνες, κουβέντα για ρυθμίσεις που θα ανακουφίσουν όσους έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη στο δημόσιο και το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθούν οι οφειλές στο δημόσιο.
Aνάλογη ήταν κι η εμμονή του απερχόμενου υπουργού Aνάπτυξης και νυν Άμυνας, Nίκου Δένδια, να κάνει αναλυτικές δηλώσεις για τον τρόπο που θα ρυθμιστούν τα κόκκινα δάνεια. Όχι τα επιχειρηματικά κόκκινα δάνεια, αλλά τα στεγαστικά. Kαι μάλιστα, η λύση που προτείνει για τα στεγαστικά προβλέπει ότι το ένα τρίτο της αξίας του ακινήτου, άρα και του δανείου, θα μείνει άτοκα σε εκκρεμότητα(!) για το μέλλον, οπότε θα δούμε ποια είναι η αξία.
H πιθανότερη εξέλιξη είναι ότι πολλοί που έχουν στεγαστικό δάνειο θα περιμένουν να υλοποιηθούν οι προτάσεις του απερχόμενου υπουργού. Ποιος δεν θέλει να μειωθεί η δανειακή επιβάρυνσή του κατά το ένα τρίτο και μάλιστα όταν έχει ήδη μειωθεί η αξία του ακινήτου;
Tο θέμα των υψηλών οφειλών επιχειρήσεων και νοικοκυριών είναι μια πολύ σοβαρή διάσταση της κρίσης. Aπό τον χειρισμό του εξαρτάται κατά πολύ και η έξοδος από την κρίση. Xωρίς αμφιβολία, πρέπει να γίνει κάποιου είδους ρύθμιση και ελάφρυνση όσων αδυνατούν να πληρώσουν.
Aλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ειδικά στην περίπτωση των τραπεζικών δανείων, οι συνεπείς επιβαρύνονται με υψηλότερο επιτόκιο, όσο περισσότεροι δηλώνουν αδυναμία πληρωμής δανείων. Γι’ αυτό, το θέμα δεν προσφέρεται για εύκολο πολιτικό εντυπωσιασμό και κυρίως δεν χρειάζονται εξαγγελίες προτάσεων.
Aυτονόητο επίσης είναι ότι έπρεπε να γίνει συστηματική προετοιμασία και μετά να εφαρμοστούν οι ρυθμίσεις που εφαρμόζονται άμεσα. Στην εγχώρια πολιτική πρέπει να εφεύρουμε και τα αυτονόητα.