Δεν είχε όριο ζωής και κατ’ επέκταση ούτε και ημερομηνία λήξης το βλήμα που προκάλεσε το θανατηφόρο ατύχημα στον Βόλο τον περασμένο Οκτώβριο, όπως αναφέρει σε έγγραφό του που διαβιβάστηκε στη Βουλή ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Ιωάννης Λαμπρόπουλος.
Το έγγραφο διαβιβάστηκε στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, έπειτα από ερώτηση και αίτηση κατάθεσης εγγράφων από την ανεξάρτητη βουλευτή Ραχήλ Μακρή. Η απάντηση του υφυπουργού εκτείνεται σε πέντε σελίδες και μέσα σε αυτές, ο κ. Λαμπρόπουλος αναφέρει μεταξύ άλλων:
-Στο ερώτημα αν αληθεύει ότι τα βλήματα ήταν ληγμένα και το προωθητικό υλικό κατεστραμμένο, ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας απαντά ότι «τα βλήματα όλμων 81 χιλ. Μ374Α2 με πυροσωλήνα Μ524Α6 που χρησιμοποιήθηκαν κατά την εκτέλεση βολών την 7η Οκτωβρίου, δεν έχουν όριο ζωής, όπως προκύπτει από τη σύμβαση 2669/84 βάσει της οποίας παραλήφθηκαν.
Επιπλέον, δεν είχαν κάποια δέσμευση, λόγω δυσλειτουργίας κατά τη χρήση τους στο παρελθόν και δεν παρουσίαζαν κανένα ελάττωμα, όπως προκύπτει και από την κατάσταση των επιθεωρηθέντων πυρομαχικών που συντάχθηκε από τον υπεύθυνο πυροτεχνουργό πριν την εκτέλεση της βολής την 7η Οκτωβρίου 2014».
-Στο ερώτημα ποια είναι η ημερομηνία κατασκευής και η ημερομηνία λήξης του βλήματος, ο υφυπουργός ενημερώνει ότι «όπως προκύπτει από την κωδικοποίηση της υπόψη μερίδας πυρομαχικών (ΗΧΡ 7-38/10-84) και σύμφωνα με τη σύμβαση, η παραγωγή της εισαγωγής στο απόθεμα του ΕΣ έγινε το 1984. Δεν υπάρχει όριο ζωής των εν λόγω πυρομαχικών και κατ’ επέκταση ημερομηνία λήξης.
Παρόλα αυτά η ποιοτική του κατάσταση παρακολουθείται συνεχώς μακροσκοπικά και μέσω φυσικοχημικών εξετάσεων στις πυρίτιδες των ενισχυτικών γεμισμάτων του, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο Τεχνικό Εγχειρίδιο (ΤΕ) 34-206, προς εξάλειψη οποιασδήποτε πιθανότητας χρησιμοποίησης πυρομαχικών που ενδέχεται να προκαλέσουν ατυχήματα στο προσωπικό.
Τυχόν δυσλειτουργίες του πυρομαχικού που προέρχονται εκ κατασκευής τους και από αστάθμητους παράγοντες δεν δύναται να διαπιστωθούν από καμία εκ των προαναφερομένων διαδικασιών ελέγχου».
-Στο ερώτημα ποια είναι η χώρα και το εργοστάσιο κατασκευής του βλήματος, στο έγγραφο αναφέρεται ότι «το βλήμα που προκάλεσε το ατύχημα είχε κατασκευαστεί στην Ελλάδα όπως προκύπτει από την σχετική Σύμβαση από την τότε εταιρεία Ανώνυμη Εταιρεία Ελληνικού Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου, δηλαδή τη σημερινή ΕΑΣ ΑΒΕΕ».
-Στο ερώτημα πότε έγινε η πιστοποίηση της καταλληλότητας των συγκεκριμένων βλημάτων και ποιοι συμμετείχαν στην Επιτροπή Πιστοποίησης καταλληλότητας των βλημάτων, ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας απαντά ότι «η πιστοποίηση της καταλληλότητας όλων των βλημάτων που παραλαμβάνει ο ΕΣ για χρήση γίνεται από την κατασκευάστρια εταιρεία και την φυσική παρουσία της Ομάδας Ελέγχου Ποιότητας κατά τις φάσεις τόσο της παραγωγικής διαδικασίας της οδηγού μερίδας, όσο και για κάθε επόμενη μερίδα παραγωγής πυρομαχικού.
Επιπρόσθετα, κατά την υλοποίηση κάθε σύμβασης προμήθειας υλικών ή πυρομαχικών, προσκομίζονται στις αρμόδιες στρατιωτικές επιτροπές παραλαβής τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που πιστοποιούν την καταλληλότητα αυτών, εξετάζεται η συμμόρφωσή τους με τις Τεχνικές Απαιτήσεις της υπηρεσίας και εκτελούνται όλοι οι έλεγχοι που καθορίζονται στις συμβάσεις κατά περίπτωση, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η καταλληλότητα πριν την οριστική παραλαβή τους».
-Στο ερώτημα αν είχε τηρηθεί η διαδικασία συντήρησης στα συγκεκριμένα βλήματα, ο κ. Λαμπρόπουλος απάντησε ότι «αυτό αποτελεί αντικείμενο της μυστικής προανάκρισης και πραγματογνωμοσύνης που διενεργείται αρμοδίως και ως εκ τούτου δεν μπορεί να δοθεί καμία απάντηση μέχρι ολοκλήρωσης των διαδικασιών».
-Στο ερώτημα αν υπάρχουν πυρομαχικά τριών ή και περισσοτέρων δεκαετιών, η απάντηση που δίδεται είναι ότι «στα υπάρχοντα αποθέματα του ΕΣ υπάρχουν ορισμένα είδη πυρομαχικών οι μερίδες των οποίων είναι κατασκευασμένες τρεις ή και περισσότερες δεκαετίες από σήμερα.
Σε κανένα θεσμικό κείμενο όμως ούτε τεχνικό εγχειρίδιο δεν αναγράφεται ότι ο χρόνος κατασκευής ενός πυρομαχικού, για το οποίο δεν καθορίζεται όριο ζωής, αποτελεί κριτήριο προσδιορισμού της ποιοτικής του κατάστασης. Υπάρχουν περιπτώσεις που πυρομαχικά παλαιότερης κατασκευής είναι σε άριστη ποιοτική κατάσταση ενώ άλλα νεώτερης κατασκευής έχουν παρουσιάσει δυσλειτουργίες οι οποίες αντιμετωπίζονται δεόντως σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στα ισχύοντα θεσμικά κείμενα».
-Στο ερώτημα ποια είναι η τελευταία ημερομηνία ελέγχου της μεταλλικής μάζας του πυροσωλήνα καθώς και ο χρόνος κατασκευής του, αναφέρεται ότι «η μεταλλική μάζα του πυροσωλήνα ελέγχεται μακροσκοπικά σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στο ΤΕ 34-206, καθόσον αποτελεί ειδικό εξάρτημα που δεν υπάρχει τεχνογνωσία, ειδικός εξοπλισμός και διαδικασίες για περαιτέρω ελέγχους και επεμβάσεις από το καθ΄ ύλην αρμόδιο στρατιωτικό προσωπικό (πυροτεχνουργοί).
Ο μακροσκοπικός έλεγχος στον πυροσωλήνα διενεργήθηκε την ημέρα του τραγικού συμβάντος χωρίς να διαπιστωθεί κανένα πρόβλημα. Ο πυροσωλήνας του βλήματος που εξερράγη είχε την ίδια χρονολογία κατασκευής με το βλήμα (1984)».
Ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας κρίνει, επίσης, σκόπιμο να ενημερώσει τη βουλευτή ότι την ημέρα του δυστυχήματος ο ίδιος όλμος είχε βάλει 11 βλήματα της ίδιας μερίδας πυρομαχικών (ίδια τεχνικά χαρακτηριστικά και ημερομηνία κατασκευής) χωρίς να παρουσιαστεί κανένα πρόβλημα.
Αναφέρει επίσης ότι τα πυρομαχικά πριν την έναρξη της βολής επιθεωρήθηκαν μακροσκοπικά και επιβεβαιώνεται αρμοδίως (Διοικητής Μονάδας και πυροτεχνουργός) ότι μακροσκοπικά η κατάστασή τους ήταν άριστη και ακόμη ότι επί συνόλου 10.000 βλημάτων της ίδιας μερίδας κατασκευής έτους 1984 είχαν χρησιμοποιηθεί μέχρι του συμβάντος 2.257 για εκπαιδευτικές βολές χωρίς να έχει παρουσιαστεί κάποιο πρόβλημα.
Όπως δε σημειώνει ο κ. Λαμπρόπουλος αναφέρει τα συγκεκριμένα στοιχεία διότι «αποδεικνύουν ότι το τραγικό συμβάν αποτελεί ένα μεμονωμένο περιστατικό το οποίο δεν θα πρέπει να αποτελεί επιχείρημα για γενικεύσεις, σύγχυση εννοιών και αίσθημα φοβίας για πυρομαχικά κατασκευής παλαιότερων ετών».