Συγκρούσεις ξέσπασαν και σήμερα Δευτέρα σε διάφορες περιοχές της Υεμένης καθώς συνεχίζονται οι μαζικές κινητοποιήσεις διαδηλωτών που απαιτούν την άμεση παραίτηση του προέδρου Άλι Αμπντάλα Σάλεχ. Το αποτέλεσμα είναι ο θάνατος 3 στρατιωτών και ο τραυματισμός ακόμα 40.
Οι ταραχές και οι κινητοποιήσεις εναντίον του Σάλεχ, που κυβερνά 32 χρόνια, συνεχίζονται επί εβδομάδες, με αντικυβερνητικούς–και φιλοκυβερνητικούς–διαδηλωτές να καταφεύγουν όλο και περισσότερο στη χρήση βίας με το συνολικό απολογισμό να ξεπερνά τους 30 νεκρούς.
Σύμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Saba σήμερα έχασαν τη ζωή τους δυο στρατιώτες και ένας αξιωματικός σε συγκρούσεις στη βόρεια επαρχία Τζουφ, η οποία γειτνιάζει με τη Σαουδική Αραβία. Οι συγκρούσεις εντάθηκαν όταν διαδηλωτές πολιόρκησαν κι επιτέθηκαν σε δημοτικό κτίριο. Άνδρες των υπηρεσιών ασφαλείας άνοιξαν πυρ εναντίον τους τραυματίζοντας 10, αλλά δεν τους εμπόδισαν να το καταλάβουν.
Στην κεντρική επαρχία Μααρίμπ, όπου υπάρχουν αρκετά κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου που εκμεταλλεύονται ξένες εταιρίες, άγνωστος μαχαίρωσε τον κυβερνήτη Νάτζι Ζαγιέντι, τραυματίζοντάς τον σοβαρά, όταν ο ίδιος και αστυνομικοί επιχείρησαν να διαλύσουν ένα πλήθος που πραγματοποιούσε καθιστική διαμαρτυρία. “Μέλη της αντιπολίτευσης μαχαίρωσαν τον κυβερνήτη και τραυμάτισαν τρεις άλλους όταν η ασφάλεια προσπάθησε να σταματήσει τους διαδηλωτές πριν προκαλέσουν χάος”, είπε τοπικός αξιωματούχος.
Καθώς οι ταραχές στην Υεμένη εντείνονται, τρεις δημοσιογράφοι κι ένας ερευνητής από τη Βρετανία και τις ΗΠΑ απελάθηκαν σήμερα. Εκπρόσωπος αεροδρομίου είπε ότι είχαν εισέλθει με τουριστικές θεωρήσεις στη χώρα και δεν δικαιούνταν να εργαστούν.
Στρατιώτες με τεθωρακισμένα προσπάθησαν να αποκόψουν μια περιοχή στην πρωτεύουσα Σαναά, όπου περίπου 20.000 αντικυβερνητικοί διαδηλωτές έχουν κατασκηνώσει εδώ κι εβδομάδες.
Στη νότια Υεμένη, η περιοχή Αλ Χάουτα “έχει παραλύσει”, καθώς η αντιπολίτευση κάλεσε σε γενική απεργία. Στην πόλη Νταλεά τουλάχιστον 10.000 άνθρωποι συμμετείχαν σε διαδήλωση.
Η εκτεταμένη διαφθορά, η τεράστια ανεργία και η φτώχεια — το 40% του πληθυσμού ζει με 2 δολάρια την ημέρα ή λιγότερα και το ένα τρίτο αντιμετωπίζει χρόνιο υποσιτισμό — συνέβαλαν καθοριστικά στο ξέσπασμα των κινητοποιήσεων.