Αναπροσαρμόζεται από την 1/1/2011, σύμφωνα με το νέο ασφαλιστικό νόμο, ο τρόπος υπολογισμού των συντάξεων σε όσους κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου είχαν ασφαλιστεί σε περισσότερα από ένα Ταμεία.
Επίσης επαναπροσδιορίζονται οι συντάξιμες αποδοχές βάσει των οποίων υπολογίζεται το ποσό της σύνταξης και από 15/7/2010 αλλάζει ο τρόπος διακανονισμού του ποσού των συντάξεων αναπηρίας.
Με την εγκύκλιο αρ. 21 -11/3/2011 που εξέδωσε το υπουργείο Εργασίας και υπογράφει ο Αναπληρωτής Υπουργός Γιώργος Κουτρουμάνης διευκρινίζεται ο τρόπος εφαρμογής του νέου συστήματος.
Διατηρείται η αρχή της απονομής της σύνταξης από τον τελευταίο οργανισμό, εφόσον ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλισή του 1500 ημέρες ασφάλισης εκ των οποίων όμως 20 μήνες ή 500 ημέρες κατά την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή της υποβληθείσης αίτησης για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος. Για την κρίση του δικαιώματος λόγω αναπηρίας ή θανάτου απαιτείται η πραγματοποίηση στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού 40 μηνών ή 1000 ημερών εκ των οποίων οι 12 μήνες ή 300 ημέρες ασφάλισης θα πρέπει να αφορούν την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης.
Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος δεν πραγματοποίησε τον απαραίτητο αριθμό ημερών εργασίας στον τελευταίο ασφαλιστικό οργανισμό, ή τις έχει πραγματοποιήσει αλλά, δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτεί η νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού, τότε δικαιούται να ζητήσει σύνταξη αυτός ή τα μέλη της οικογένειάς του από τον οργανισμό στον οποίο πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης στον οποίον δεν περιλαμβάνεται ο τελευταίος, εφόσον υπάρχουν οι εξής προϋποθέσεις:
– Ο ασφαλισμένος να συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας του οργανισμού αυτού.
– Ο ασφαλισμένος που ζητά να συνταξιοδοτηθεί λόγω γήρατος να έχει συμπληρώσει ένα από τα όρια ηλικίας που προβλέπει η νομοθεσία του τελευταίου ασφαλιστικού οργανισμού.
– Ο ασφαλισμένος που ζητά να συνταξιοδοτηθεί λόγω αναπηρίας να έχει κριθεί ανάπηρος με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του τελευταίου ασφαλιστικού οργανισμού.
Η σύνταξη υπολογίζεται με βάση τις προϋποθέσεις που ισχύουν στο Ταμείο που αναλαμβάνει την απονομή της σύνταξης και με συντελεστή που προσαυξάνεται αναλογικά από το 1ο ως το 45ο έτος ασφάλισης. Ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων βελτιώνει το προηγούμενο καθεστώς, το οποίο δεν ευνοούσε όσους ήταν ασφαλισμένοι σε δύο ή περισσότερα Ταμεία και οι οποίοι έπαιρναν τελικά χαμηλότερες συντάξεις σε σχέση με όσους είχαν ασφαλιστεί σε ένα ταμείο.
Στην εγκύκλιο αναφέρονται τα κριτήρια με τα οποία ο οργανισμός που θα είναι αρμόδιος να κρίνει το συνταξιοδοτικό δικαίωμα θα εξετάσει αν ο ασφαλισμένος έχει τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τη νομοθεσία για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Αναλύονται οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση, ο τρόπος προσδιορισμού της ασφαλιστικής κλάσης και των συνολικών αποδοχών, ενώ διευκρινίζεται ότι ειδικές διατάξεις που υπάρχουν στη νομοθεσία μερικών ασφαλιστικών οργανισμών και θέτουν ειδικές προϋποθέσεις για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δε λαμβάνονται υπόψη. Στις προϋποθέσεις αυτές δεν περιλαμβάνονται χρονικές προϋποθέσεις που είναι θεμελιωτικές του συνταξιοδοτικού δικαιώματος της αναπηρίας και του θανάτου. Επίσης αναφέρονται παραδείγματα συγκεκριμένων περιπτώσεων διαδοχικής ασφάλισης ώστε να γίνουν κατανοητές όλες οι αλλαγές στο σύστημα της διαδοχικής ασφάλισης.
Ακολουθεί αναλυτικά η εγκύκλιος:
I. ΑΡΜΟΔIOΤΗΤΑ
Άρθρο 5 παρ. 1 Ν. 3863/2010
Με την παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν.3863/2010 , αντικαταστάθηκε το άρθρο 2 του Ν.Δ/τος 4202/1961 όπως αυτό ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 9 του Ν.1405/1983 και το άρθρο 14 του Ν.1902/1990, το οποίο καθόριζε τον αρμόδιο οργανισμό για την κρίση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος στους ασφαλισμένους που ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν οργανισμούς είτε κύριας είτε επικουρικής ασφάλισης.
Με τις διατάξεις αυτές, που ισχύουν από 1/1/2011, διατηρείται η αρμοδιότητα για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος (όπως ίσχυε με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν.1902/90) ενώ επέρχεται διαφοροποίηση στην αρμοδιότητα για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω αναπηρίας και θανάτου.
Αναλυτικά διακρίνουμε τα εξής :
Κρίση από τον τελευταίο φορέα σε Α΄ φάση
Αρμόδιος ασφαλιστικός οργανισμός για να κρίνει αίτημα ασφαλισμένου ή μελών της οικογένειάς του, που ζητούν την εφαρμογή των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης είναι ο τελευταίος οργανισμός.
Για να χορηγήσει όμως σύνταξη ο τελευταίος ασφαλιστικός οργανισμός η διάταξη θέτει δύο προϋποθέσεις:
1. Να πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλισή του πέντε (5) έτη ή χίλιες πεντακόσιες (1500) ημέρες εργασίας, εκ των οποίων είκοσι 20 μήνες ή 500 ημέρες αντίστοιχα κατά την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης για κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος. Για κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω αναπηρίας ή θανάτου, πρέπει να πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλισή του 40 μήνες ή 1000 ημέρες εργασίας εκ των οποίων 12 μήνες ή 300 ημέρες αντίστοιχα κατά την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης και
2. να πληρούνται οι διατάξεις της νομοθεσίας του .
Εάν στη νομοθεσία ασφαλιστικών οργανισμών υπάρχουν διατάξεις που θέτουν ειδικές προϋποθέσεις για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, οι προϋποθέσεις αυτές δεν λαμβάνονται υπόψη.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ειδικές διατάξεις που αφορούν :
Στην ύπαρξη ενεργού ασφαλιστικού δεσμού, Στην συμπλήρωση του ορίου ηλικίας σε δεδομένο χρόνο σε σχέση με τον χρόνο διακοπής της απασχόλησης Στην παραγραφή κ.λπ.
Γενικά όμως, περιλαμβάνονται κάθε είδους προϋποθέσεις που περιορίζουν την θεμελίωση του δικαιώματος. Όχι όμως χρονικές προϋποθέσεις που είναι θεμελιωτικές του συνταξιοδοτικού δικαιώματος της αναπηρίας και του θανάτου.
Κρίση από τον προηγούμενο φορέα
Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος δεν πραγματοποίησε τον αριθμό ημερών εργασίας που αναφέρονται παραπάνω ( δηλαδή 1500 ημέρες, από τις οποίες 500 την τελευταία 5ετία για το γήρας , 1000 ημέρες από τις οποίες 300 την τελευταία 5ετία για αναπηρία και θάνατο) ή τις έχει πραγματοποιήσει αλλά, δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτεί η νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού, τότε δικαιούται σύνταξη αυτός ή τα μέλη της οικογένειάς του από τον οργανισμό στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τον περισσότερο χρόνο, εκτός από τον τελευταίο.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να διαβιβαστεί η αίτηση από τον τελευταίο ασφαλιστικό οργανισμό, στον οργανισμό με τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης είναι :
Ο ασφαλισμένος που ζητά να συνταξιοδοτηθεί λόγω γήρατος να έχει συμπληρώσει ένα από τα όρια ηλικίας που προβλέπει η νομοθεσία του τελευταίου ασφαλιστικού οργανισμού .
Ο ασφαλισμένος που ζητά να συνταξιοδοτηθεί λόγω αναπηρίας να έχει κριθεί ανάπηρος με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του τελευταίου ασφαλιστικού οργανισμού .
Για τη συνταξιοδότηση λόγω θανάτου των μελών της οικογένειας του ασφαλισμένου δεν απαιτείται καμία προϋπόθεση. Για να δικαιωθεί ο ασφαλισμένος ή τα μέλη της οικογένειάς του από τον οργανισμό στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τον περισσότερο χρόνο (στον οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται ο τελευταίος οργανισμός), πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπουν οι διατάξεις της νομοθεσίας του.
Κρίση από τους προηγούμενους φορείς κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών εργασίας
Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της νομοθεσίας του οργανισμού στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποιήθηκαν οι περισσότερες ημέρες εργασίας, τότε η αίτηση διαβιβάζεται για κρίση στους άλλους οργανισμούς που ασφαλίστηκαν κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών εργασίας εκτός από τον τελευταίο.
Επισημαίνουμε ότι για να διαβιβαστεί η αίτηση του ασφαλισμένου από τον οργανισμό με τις περισσότερες ημέρες εργασίας στον επόμενο κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών εργασίας οργανισμό, δεν είναι απαραίτητο ο ασφαλισμένος να έχει συμπληρώσει ένα από τα όρια ηλικίας που προβλέπονται από την νομοθεσία του ή να έχει κριθεί ανάπηρος με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του διότι η προϋπόθεση αυτή απαιτείται να υπάρχει μόνο στον τελευταίο οργανισμό.
Κρίση από τον τελευταίο φορέα σε Β΄ φάση
Αν τελικά δεν συγκεντρώνει ο ασφαλισμένος τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης όλων των ασφαλιστικών οργανισμών που ασφαλίστηκε διαδοχικά, τότε καθίσταται αρμόδιος και πάλι ο τελευταίος οργανισμός εφόσον ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλιση του:
1000 ημέρες εργασίας ή σαράντα (40) μήνες ασφάλισης, από τις οποίες 300 ημέρες εργασίας ή δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης αντίστοιχα, την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης για
κρίση δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος 300 ημέρες εργασίας οποτεδήποτε για κρίση δικαιώματος σύνταξης λόγω αναπηρίας ή θανάτου.
Τελικά, ο αρμόδιος για την απονομή της σύνταξης οργανισμός θα υπολογίζει ολόκληρο το χρόνο της διαδοχικής ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 περ. 4 του άρθρου 5 του Ν.3863/10, σαν χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή του τόσο για την θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος όσο και για τον καθορισμό του ποσού της σύνταξης και δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε οργανισμού.
II. ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΠΟΥ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΥΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
Άρθρο 1 παρ.2α΄ και παρ.5 του Ν.3232/04 όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 5 παρ. 3 του Ν.3863/2010.
Ως γνωστόν, για τον προσδιορισμό της ασφαλιστικής κλάσης (Α.Κ.) λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές των καλύτερων πέντε ετών της τελευταίας δεκαετίας πριν το έτος υποβολής της αίτησης για σύνταξη, εφόσον όμως ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει κατά το διάστημα αυτό 1.000 τουλάχιστον ημέρες εργασίας. Διαφορετικά γίνεται αναδρομή στην αμέσως προηγούμενη χρονική περίοδο μέχρι να συμπληρωθεί ο αριθμός των 1.000 ημερών εργασίας.
Α. Όταν το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν.1405/83, ο απονέμων οργανισμός θεωρεί ότι ο χρόνος ασφάλισης σ’ αυτόν και στους άλλους οργανισμούς διανύθηκε στην ασφάλισή του και για τον λόγο αυτό στις περιπτώσεις αυτές, που το Ίδρυμα είναι ο απονέμων οργανισμός, κατά τον προσδιορισμό της ασφαλιστικής κλάσης θα υπολογίζονται οι αποδοχές που εμπίπτουν στην 10ετία πριν το έτος υποβολής της αίτησης ή των τελευταίων 1.000 ημερών εργασίας (Η.Ε.), ανεξάρτητα αν αυτές προέρχονται από ασφάλιση σε Ταμεία Μισθωτών ή Ταμεία Αυτοτελώς Απασχολούμενων (εγκ.152/1967).
Όταν πρόκειται για Ταμεία Αυτοτελώς Απασχολούμενων οι εισφορές της κρίσιμης περιόδου θα μετατρέπονται σε αποδοχές, με βάση τις εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που ισχύουν κατά την αυτή χρονική περίοδο για τον κλάδο κύριας σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (εγκ.25/86).
Όταν ο χρόνος ασφάλισης στα Ταμεία Αυτοτελώς Απασχολούμενων είναι μέχρι και την 31/3/1976 το ποσοστό ασφαλίστρου καθορίζεται σε 12,75%.
Από 1/4 /1976- 30/9/1990 το ποσοστό ασφαλίστρου είναι 14,25%
Από 1/10/1990-30/6/1991 το ποσοστό ασφαλίστρου είναι 15,75%
Από 1/7/1991-31/12/1992 το ποσοστό ασφαλίστρου είναι 17,25%
Από 1/1/1993 και μετά το ποσοστό ασφαλίστρου είναι 20%
Β. Όταν το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 11του Ν.1405/83 όπως ισχύουν και του άρθρου 1 του Ν.3232/04, για την εξεύρεση της ασφαλιστικής κλάσης λαμβάνονται υπόψη αποδοχές μόνο από παροχή εξαρτημένης εργασίας υποχρεωτικά ασφαλιστέας στο Ίδρυμα (εγκ.69/79, όπως γινόταν).
Ειδικότερα διακρίνουμε τα εξής:
Β1 . Όταν το Ίδρυμα είναι τελευταίος και απονέμων οργανισμός, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης θα γίνεται με βάση την ασφαλιστική κλάση, στην οποία θα κατατάσσεται ο ασφαλισμένος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν.1976/91 όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 50 παρ.1 του Ν.2084/92, και για αιτήσεις που υποβάλλονται από 1/1/2005 και μετά με τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ.9 του Ν.3029/02 (εγκ.15/92, 96/02).
Για τους ασφαλισμένους που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά μετά την 1/1/93, ο υπολογισμός των αποδοχών θα γίνεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 28 του Ν.2084/92 (εγκ.75/02, 9/10).
Β2. Όταν το Ίδρυμα είναι απονέμων σαν προηγούμενος του τελευταίου οργανισμός, για αιτήσεις που υποβάλλονται από 1/1/2011 και μετά, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης θα γίνεται με βάση την ασφαλιστική κλάση στην οποία θα κατατάσσεται ο ασφαλισμένος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.5 του Ν.3232/04 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ.3 του Ν.3863/10. Με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ.3 του Ν.3863/10 επαναπροσδιορίζονται, με ορισμένους συντελεστές, οι συντάξιμες αποδοχές βάσει των οποίων υπολογίζεται το ποσό της σύνταξης, ώστε εκτός από την επικαιροποίηση αυτών με τον μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, να συμπεριλαμβάνεται η εξέλιξη των εισοδημάτων και η αναβάθμιση της ασφαλιστικής κλάσης των ασφαλισμένων.
Έτσι ορίστηκε ότι οι αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της ασφαλιστικής κλάσης σύμφωνα με τη νομοθεσία μας, θα αναπροσαρμόζονται με το λόγο του μέσου ετήσιου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (Δ.Τ.Κ.) του Δεκεμβρίου του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης, προς το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Δεκεμβρίου του έτους στο οποίο ανάγονται οι αναπροσαρμοζόμενες αποδοχές και στη συνέχεια, θα επαναπροσδιορίζονται με ορισμένους συντελεστές, τους οποίους θα αναφέρουμε ως Συντελεστές Ωρίμανσης (Σ.Ω.), που θα αντιστοιχούν στα έτη (ακέραιος αριθμός) που πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση άλλου οργανισμού από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης .
Οι Συντελεστές Ωρίμανσης καταχωρούνται στον παρακάτω πίνακα:
Για τον προσδιορισμό της ασφαλιστικής κλάσης θα εργαζόμαστε ως εξής:
Οι αποδοχές της δεκαετίας πριν από τη διακοπή της απασχόλησης στο Ίδρυμα ή των τελευταίων 1.000 Η.Ε. (περιορισμένες στο 25πλάσιο της εκάστοτε ανώτατης ασφαλιστικής κλάσης), θα λαμβάνονται υπόψη αναπροσαρμοσμένες για κάθε έτος, με το λόγο του μέσου ετήσιου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Δεκεμβρίου του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης, προς το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Δεκεμβρίου του έτους στο οποίο ανάγονται οι αναπροσαρμοζόμενες αποδοχές.
Το σύνολο των αναπροσαρμοσμένων αποδοχών, θα διαιρείται με το σύνολο των ημερών εργασίας που πραγματοποίησε ο ασφαλισμένος μέσα στην κρίσιμη χρονική περίοδο, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από 1.000 ημέρες εργασίας και το μέσο ημερομίσθιο που θα προκύπτει, θα πολλαπλασιάζεται με τον Συντελεστή Ωρίμανσης που θα αντιστοιχεί στα έτη (ακέραιος αριθμός) που πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση άλλου οργανισμού, από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης.
Στη συνέχεια με βάση το επαναπροσδιορισμένο μέσο ημερομίσθιο θα προβαίνουμε σε κατάταξη σε ασφαλιστική κλάση, με βάση τους πίνακες Δεκεμβρίου που ισχύουν κατά το έτος πριν την υποβολή της αίτησης .
Για τον προσδιορισμό των συνολικών αποδοχών των ασφαλισμένων που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά μετά την 1/1/93, θα λαμβάνονται οι αποδοχές αυξημένες για κάθε ημερολογιακό έτος, πλην των αποδοχών του τελευταίου πριν από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης ημερολογιακού έτους, με τον λόγο του μέσου ετήσιου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Δεκεμβρίου του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης, προς το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Δεκεμβρίου του έτους στο οποίο ανάγονται οι αναπροσαρμοσμένες αποδοχές και στη συνέχεια θα επαναπροσδιορίζονται με ορισμένους συντελεστές, τους οποίους θα αναφέρουμε ως Συντελεστές Ωρίμανσης (Σ.Ω.), που θα αντιστοιχούν στα έτη (ακέραιος αριθμός) που πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση άλλου οργανισμού από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης Επισημαίνεται ότι, κατά την εύρεση της τμηματικής μας σύνταξης που αντιστοιχεί στο αυτοτελές δικαίωμα η ασφαλιστική κλάση θα υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας μας (παρ. Β1 ).
Παράδειγμα:
Ασφαλισμένη πραγματοποίησε: α) στην ασφάλιση του ΙΚΑ 3.650
Η.Ε. χρονικής περιόδου 1979-1995 και β) στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ 1.300 Η.Ε. (4έτη και 4 μήνες ) χρονικής περιόδου 1996-2000.
Την 19/1/2011 που συμπληρώνει το 61ο έτος της ηλικίας της υποβάλλει στο ΟΑΕΕ αίτηση για σύνταξη γήρατος με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης και συνυπολογισμό του χρόνου ασφάλισής της στο ΙΚΑ. Ο ΟΑΕΕ απορρίπτει το αίτημά της γιατί δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτεί η νομοθεσία του και το διαβιβάζει στο Ίδρυμα για κρίση. Κατά την εξέταση του αιτήματός της σαν προηγούμενος οργανισμός το Ίδρυμα είναι αρμόδιο για να της χορηγήσει σύνταξη.
Η ασφαλιστική κλάση προσδιορίζεται ως εξής:
Οι αποδοχές των τελευταίων 1.000 Η.Ε. της περιόδου 1991-1995 θα ληφθούν προσαρμοσμένες για κάθε έτος με τους αντίστοιχους συντελεστές.
Συν: 1000 40.961,80
Το σύνολο των αναπροσαρμοσμένων αποδοχών θα διαιρεθεί με τις 1.000 Η.Ε. και το μέσο ημερομίσθιο που θα προκύψει θα πολλαπλασιαστεί με τον Συντελεστή Ωρίμανσης 1,082 που αντιστοιχεί στα 4 έτη που πραγματοποίησε στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα (1995) μέχρι το προηγούμενο έτος της υποβολής της αίτησης (2010).
40.961,80 Ευρώ : 1000 = 40,96 Ευρώ (μέσο ημερομίσθιο)
40,96 Ευρώ X 1,082 = 44,32 Ευρώ
Στη συνέχεια το επαναπροσδιορισμένο μέσο ημερομίσθιο 44,32 Ευρώ το κατατάσσουμε στην 13η Ασφαλιστική Κλάση, με βάση τους πίνακες του Δεκεμβρίου του έτους 2010
Β3. Όταν το Ίδρυμα είναι συμμετέχων οργανισμός, θα γνωρίζουμε στον απονέμοντα οργανισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.2α του Ν.3232/04, τις συντάξιμες αποδοχές του χρόνου διακοπής της ασφάλισης, όπως προβλέπονται από τη νομοθεσία μας, αναπροσαρμοσμένες με τον μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή όλων των ετών που έχουν μεσολαβήσει από τη διακοπή της ασφάλισης μέχρι το προηγούμενο έτος του χρόνου υποβολής της αίτησης για σύνταξη.
Στη συνέχεια, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ.3 του Ν.3863/10, ο απονέμων οργανισμός, τις παραπάνω αναπροσαρμοσμένες συντάξιμες αποδοχές με τον μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, θα τις πολλαπλασιάζει με τον Συντελεστή Ωρίμανσης που θα αντιστοιχεί στα έτη ασφάλισης (ακέραιος αριθμός) που πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση άλλου οργανισμού, από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης .Για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών εργαζόμαστε ως εξής:
Οι αποδοχές της δεκαετίας ή των τελευταίων 1.000 Η.Ε. (περιορισμένες στο 25πλάσιο της εκάστοτε ανώτατης ασφαλιστικής κλάσης) πριν από τη διακοπή της απασχόλησης στο Ίδρυμα, θα ληφθούν υπόψη αναπροσαρμοσμένες για κάθε έτος, με το λόγο του τεκμαρτού ημερομισθίου (Τ.Η.) της 15ης ασφαλιστικής κλάσης του Δεκεμβρίου του έτους διακοπής της ασφάλισης στο Ίδρυμα, προς το τεκμαρτό ημερομίσθιο της ίδιας ασφαλιστικής κλάσης του Δεκεμβρίου του έτους στο οποίο ανάγονται οι αναπροσαρμοζόμενες αποδοχές.
Αποδοχές που ανάγονται σε χρονικό διάστημα προ του έτους 1975, θα αναπροσαρμόζονται κατά το λόγο του Τ.Η. της 15ης ασφαλιστικής κλάσης του Δεκεμβρίου του έτους 1975, προς το Τ.Η. της ίδιας κλάσης του έτους 1975, δεδομένου ότι πριν το έτος 1975 δεν είχαμε αναπροσαρμογή των τεκμαρτών ημερομισθίων των ασφαλιστικών κλάσεων.
Το σύνολο των αναπροσαρμοσμένων αποδοχών θα διαιρείται με το σύνολο των ημερών εργασίας που πραγματοποίησε ο ασφαλισμένος μέσα στην κρίσιμη χρονική περίοδο, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από 1000 ημέρες εργασίας και με το μέσο ημερομίσθιο που θα προκύπτει, θα προβαίνουμε σε τελική κατάταξη σε ασφαλιστική κλάση, με βάση τους πίνακες Δεκεμβρίου που ισχύουν κατά τη διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα.
Το 25πλάσιο της κλάσης, στην οποία έγινε η κατάταξη, θα αποτελεί τις συντάξιμες αποδοχές του ασφαλισμένου.
Τις παραπάνω συντάξιμες αποδοχές θα γνωρίζουμε στον απονέμοντα οργανισμό, επικαιροποιημένες, με τον λόγο του μέσου ετήσιου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους του χρόνου υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προς το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του έτους διακοπής της ασφάλισης και στη συνέχεια,ο απονέμων οργανισμός, θα τις πολλαπλασιάζει με τον Συντελεστή Ωρίμανσης, που θα αντιστοιχεί στα έτη ασφάλισης, που πραγματοποιήθηκαν από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα, μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης.
Στις περιπτώσεις που όλες οι αποδοχές ανάγονται σε χρονικό διάστημα πριν την 31/12/1975, θα αθροίζονται όλες μαζί, το άθροισμά τους θα διαιρείται με το σύνολο των ημερών εργασίας που πραγματοποίησε ο ασφαλισμένος μέσα στην κρίσιμη χρονική περίοδο και με το μέσο ημερομίσθιο που θα προκύπτει, θα γίνεται κατάταξη σε ασφαλιστική κλάση με βάση τον πίνακα Δεκεμβρίου 1975. Το 25πλάσιο της κλάσης στην οποία έγινε η κατάταξη, θα αποτελεί τις συντάξιμες αποδοχές του ασφαλισμένου.
Τις παραπάνω συντάξιμες αποδοχές θα τις επικαιροποιούμε με τον λόγο του μέσου ετήσιου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους του χρόνου υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προς το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του έτους διακοπής της ασφάλισης, προκειμένου να τις γνωρίζουμε στον απονέμοντα οργανισμό ο οποίος στη συνέχεια θα τις πολλαπλασιάζει με τον Συντελεστή Ωρίμανσης, που θα αντιστοιχεί στα έτη ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα, μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης.
Τα παραπάνω θα εφαρμόζονται και για τους ασφαλισμένους που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά μετά την 1/1/1993.
Η ισχύς της ανωτέρω παραγράφου αρχίζει από 1/1/2011 για αιτήσεις που υποβάλλονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Σας κοινοποιούμε στην σελίδα 32 σχετικό πίνακα που εμφανίζει την εξέλιξη του μέσου ετήσιου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή από το έτος 1959 μέχρι και το έτος 2010.
Παράδειγμα:
Ασφαλισμένος πραγματοποίησε: α) στην ασφάλιση του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ 3.600 Η.Ε. από το έτος 1969 μέχρι το έτος 1984 και β) στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ 7.500 Η.Ε. από το έτος 1985 μέχρι το έτος 2010.
Υποβάλλει αίτηση για σύνταξη γήρατος στον ΟΑΕΕ τον Ιανουάριο του έτους 2011.
Οι συντάξιμες αποδοχές του υπολογίζονται ως εξής:
Οι αποδοχές των τελευταίων 1.000 Η.Ε. της περιόδου 1981-1984 θα ληφθούν αναπροσαρμοσμένες για κάθε έτος με τους παρακάτω συντελεστές:
Το σύνολο των αναπροσαρμοσμένων αποδοχών θα διαιρεθεί με τις 1.0 Η.Ε. και με το μέσο ημερομίσθιο που θα προκύψει, θα προβούμε σε κατάταξη σε ασφαλιστική κλάση με βάση τους πίνακες που ισχύουν το Δεκέμβριο του έτους 1984 7.682,29 Ευρώ : 1.000 = 7,68 Ευρώ.
Το μέσο ημερομίσθιο 7,68 Ευρώ κατατάσσεται στην 13η Α.Κ. της οποίας το 25πλάσιο είναι 188,55 Ευρώ.
Άρα οι συντάξιμες αποδοχές του είναι 188,55 Ευρώ.
Οι συντάξιμες αποδοχές θα επικαιροποιηθούν με τον λόγο του Δ.Τ.Κ. του έτους 2010 προς τον Δ.Τ.Κ. του έτους 1984
188,55 X 117,207 /13,154 = 1.680,05 Ευρώ
Το ποσό των 1.680,05 Ευρώ είναι οι αναπροσαρμοσμένες συντάξιμες αποδοχές βάσει του Δ.Τ.Κ. τις οποίες θα γνωρίσουμε στον ΟΑΕΕ . Ο ΟΑΕΕ, το ποσό των συντάξιμων αποδοχών 1.680,05 Ευρώ, θα το πολλαπλασιάσει με τον Συντελεστή Ωρίμανσης 1,614 που αντιστοιχεί σε 25 έτη ασφάλισης που πραγματοποίησε στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ, από την διακοπή της ασφάλισης στο Ίδρυμα (1984) μέχρι το προηγούμενο έτος της υποβολής της αίτησης (2010) και το τελικό ποσό των συντάξιμων αποδοχών θα διαμορφωθεί σε 2.711,60 Ευρώ .
Όμως, επειδή το ποσό των 2.711,60 Ευρώ ξεπερνά το ποσό των 2.432,25 Ευρώ (ανώτατο όριο αποδοχών του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) θα περιοριστεί στο ποσό των 2.432,25 Ευρώ και επομένως το ποσό των συντάξιμων αποδοχών του Ιδρύματος προσδιορίζεται σε 2.432,25 Ευρώ.
III. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΜΗΜΑΤΙΚΉΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΟΤΑΝ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΑΜΕΙΟ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Άρθρο 5 παρ.3 του Ν.3863/2010
Ως γνωστόν, με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν.3232/04, ο απονέμων οργανισμός υπολογίζει τόσο το τμήμα σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισής του, όσο και το τμήμα της σύνταξης που αναλογεί στους συμμετέχοντες οργανισμούς (εγκ. 66/04).
Με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 2α, 5, 12β και 13 (β΄ εδάφιο) του Ν.3232/04 καθορίστηκαν ποιες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης όταν οι χρόνοι που συνυπολογίζονται διανύθηκαν σε οργανισμούς κύριας ασφάλισης μισθωτών.
Ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης σε αυτές τις περιπτώσεις πραγματοποιείται, βάσει των αποδοχών των ασφαλισμένων που λαμβάνονται υπόψη για την απονομή της σύνταξης, σύμφωνα με την νομοθεσία του κάθε οργανισμού αναπροσαρμοσμένες με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, με εξαίρεση το Δημόσιο, για το οποίο ως προς την αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 9 και 34 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (Π.Δ.166/2000) κατά περίπτωση.
Με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ.3 του Ν.3863/10, επαναπροσδιορίζονται οι συντάξιμες αποδοχές βάσει των οποίων θα υπολογιστεί το ποσό της σύνταξης, ώστε, εκτός από την επικαιροποίηση αυτών με βάση τον μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, να υπολογίζεται πλέον και η εξέλιξη των εισοδημάτων και η αναβάθμιση της ασφαλιστικής κλάσης των ασφαλισμένων.
Προκειμένου να γίνει αυτό, ορίστηκε ότι οι συντάξιμες αποδοχές των φορέων ασφάλισης μισθωτών που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.2α, 5, 12β και 13 (β΄ εδάφιο) του Ν.3232/04, θα πολλαπλασιάζονται για κάθε έτος που πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση άλλου οργανισμού από την διακοπή της ασφάλισης σε αυτούς μέχρι το προηγούμενο έτος του χρόνου υποβολής της αίτησης, με ορισμένους συντελεστές οι οποίοι θα μεταβάλλονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης από την Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων με βάση την εξέλιξη των συντελεστών ωρίμανσης μισθών και ημερομισθίων.
Ο πολλαπλασιασμός με τους συντελεστές θα ισχύει και για το Δημόσιο, πέραν της αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 και 34 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (Π.Δ. 166/2000), ώστε να υπολογιστεί η ωρίμανση των μισθών.
Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, όταν το Ίδρυμα είναι απονέμων οργανισμός και συμμετέχων οργανισμός Ταμείο Μισθωτών, τότε κατά τον υπολογισμό της τμηματικής σύνταξης του συμμετέχοντα με βάση το ποσοστό του, το ποσό των συντάξιμων αποδοχών που θα μας γνωρίζει ο συμμετέχων οργανισμός θα πολλαπλασιάζεται με τον Συντελεστή Ωρίμανσης (Σ.Ω.) που θα αντιστοιχεί στα έτη ασφάλισης (ακέραιος αριθμός) που πραγματοποιήθηκαν από την διακοπή της ασφάλισης σ’ αυτόν μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης.
Στην συνέχεια τις επαναπροσδιοριζόμενες Συντάξιμες Αποδοχές του συμμετέχοντα θα τις πολλαπλασιάζουμε με το ποσοστό του (2% για το ΝΑΤ, 2,86% για το Δημόσιο και λοιπούς φορείς ασφάλισης μισθωτών) για κάθε έτος ασφάλισης, προκειμένου να προσδιορίζουμε την τμηματική του σύνταξη.
Ευνόητο είναι ότι θα γίνεται υπολογισμός της τμηματικής σύνταξης του συμμετέχοντα με βάση τον επιμερισμό του Κατωτάτου Ορίου του και του αυτοτελούς δικαιώματός του (που θα μας γνωρίζει ο συμμετέχων οργανισμός) και επιλογή του συμφερότερου – μεγαλύτερου ποσού τμηματικής σύνταξης για τον ασφαλισμένο. Τα ανωτέρω ισχύουν για αιτήσεις που υποβάλλονται από 1/1/2011 και μετά.
Παράδειγμα
Ασφαλισμένη πραγματοποίησε: α) στην ασφάλιση του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ 4.200 Η.Ε. τη χρονική περίοδο 1/1997-12/2010 και β) στην ασφάλιση του Δημοσίου 2.400 Η.Ε. τη χρονική περίοδο 8/1985-7/1993 συνολικά 6.600 Η.Ε.
Υποβάλλει αίτηση για σύνταξη γήρατος στο Ίδρυμα, που είναι ο τελευταίος ασφαλιστικός της φορέας, την 18/2/2011, που συμπληρώνει το 60ο έτος της ηλικίας της, με συνυπολογισμό του χρόνου ασφάλισής της στο Δημόσιο με τις διατάξεις της Διαδοχικής Ασφάλισης. Κατατάσσεται στην 24η Α.Κ., και το Γ.Λ.Κ. μας γνωστοποιεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν.3232/2004, τις παραπάνω ημέρες εργασίας και το ποσό των συντάξιμων αποδοχών που ανέρχεται σε 850,00 Ευρώ.
Η τμηματική σύνταξη του Ιδρύματος προκύπτει από το Επιμερισμό των Οργανικών Διατάξεων (συμφερότερη από τον επιμερισμό του Κ.Ο. αυτοτελές δικαίωμα δεν έχει ) και ανέρχεται σε :
Ε.Ο.Δ.: 847,77 X 4.200/ 6.600= 539,49 Ευρώ
Για τον υπολογισμό της τμηματικής σύνταξης του Γ.Λ.Κ εργαζόμαστε ως εξής :
Το ποσό των συντάξιμων αποδοχών του Γ.Λ.Κ. 850,00 Ευρώ πολλαπλασιάζεται με τον Συντελεστή Ωρίμανσης 1,319 που αντιστοιχεί σε 14 έτη ασφάλισης που πραγματοποίησε στην ασφάλιση του Ιδρύματος από την διακοπή της ασφάλισης στο Δημόσιο (1993), μέχρι το προηγούμενο έτος (2010) της υποβολής της αίτησης και διαμορφώνεται σε 1.121,15 Ευρώ.
850,00 X1,319 = 1.121,15 Ευρώ
Με βάση τις επαναπροσδιοριζόμενες αποδοχές 1.121,15 Ευρώ υπολογίζουμε την τμηματική σύνταξη του Γ.Λ.Κ. με βάση το ποσοστό του (2,286% ) και είναι συμφερότερη από τον επιμερισμό του Κ.Ο. (αυτοτελές δικαίωμα δεν έχει) :
1.1121,15 X 2.400/300 X 2,286% = 205,04 Ευρώ
Το άθροισμα των τμηματικών συντάξεων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και Γ.Λ.Κ. (539,49 + 205,04) ανέρχεται σε 744,53 Ευρώ, επανεντάσσεται στην 22η Α.Κ. και χορηγείται το ποσό των 772,80 Ευρώ.
Χωρίς τον Συντελεστή Ωρίμανσης (Σ.Ω.) η συμμετοχή του Γ.Λ.Κ. θα ήταν :
850,00 X 2.400 X 2,286% = 155,45 Ευρώ και το άθροισμα των τμηματικών συντάξεων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και Γ.Λ.Κ. (539,49 +155,45) θα ανερχόταν σε 694,94 Ευρώ, θα επανεντασσόταν στην 20η Α.Κ. και θα χορηγούνταν το ποσό των 709,07 Ευρώ.
Στο παραπάνω παράδειγμα είναι προφανής η ωφέλεια της ασφαλισμένης από την θέσπιση των Συντελεστών Ωρίμανσης με τον νέο νόμο, με τον οποίο έγινε προσπάθεια να εξομαλυνθούν οι ανισότητες που προέκυπταν κατά την απονομή της σύνταξης με τις διατάξεις της Διαδοχικής Ασφάλισης.
IV. ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ ΟΑΕΕ
Άρθρο 5 παρ. 4 Ν.3863/10
Με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1γ του Ν.3232/04 που αφορούν τον υπολογισμό της τμηματικής σύνταξης του συμμετέχοντα οργανισμού, καθορίστηκαν τα ποσοστά επί των συντάξιμων αποδοχών για κάθε έτος ασφάλισης και μέχρι 35 έτη, σε 2% για το ΤΣΑ, 2,85% για το ΤΑΕ και 3% για το ΤΕΒΕ.
Μετά τη σύσταση του ΟΑΕΕ (άρθρο 1 του Ν.2676/99) και την κατάργηση των οργανισμών ΤΕΒΕ – ΤΑΕ – ΤΣΑ από την έναρξη λειτουργίας του νέου οργανισμού (1/1/2007), δόθηκε η δυνατότητα στους ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ να επιλέξουν, ως προς τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης και τα χορηγούμενα επιδόματα, την εφαρμογή των καταστατικών διατάξεων των καταργηθέντων Ταμείων ή των καταστατικών διατάξεων του ΟΑΕΕ (άρθρο 7 παρ.1 του Ν.2676/99 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του Ν.3552/07).
Κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω, τα ποσά πού ορίστηκαν με το άρθρο 1 παρ.1γ του Ν.3232/04 εξακολουθούν να ισχύουν, μόνο στην περίπτωση, που ο συμμετέχων οργανισμός είναι ο ΟΑΕΕ και επιλεγούν από τους ασφαλισμένους οι καταστατικές διατάξεις των καταργηθέντων Ταμείων.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 4 του Ν.3863/10, στην περίπτωση που συμμετέχων οργανισμός είναι ο ΟΑΕΕ αλλά επιλεγούν για τη συνταξιοδότηση οι καταστατικές του διατάξεις και όχι οι αναφερόμενες στην προηγούμενη παράγραφο, το ποσοστό επί των συντάξιμων αποδοχών, για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης για κάθε έτος ασφάλισης και μέχρι τη συμπλήρωση 35 ετών ασφάλισης, καθορίζεται σε 2%.
Επομένως όσες συνταξιοδοτικές αποφάσεις είχαν εκδοθεί με επιφύλαξη για την συμμετοχή του ΟΑΕΕ σύμφωνα με τις οδηγίες της 49/09 Εγκυκλίου μας, θα εξεταστούν με βάση τα προαναφερόμενα.
V. ΕΝΑΡΞΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΜΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ
Άρθρο 69 του Ν.2084/92, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 1 παρ. 4 του Ν.3232/04 και τροποποιήθηκε το εδάφιο β΄ με το άρθρο 5 παρ.2 του Ν.3863/10.
Οι διατάξεις του άρθρου 69 του Ν.2084/92 προβλέπουν πότε επιβαρύνονται οι συμμετέχοντες οργανισμοί με την δαπάνη της συνταξιοδότησης.
Σύμφωνα μ’ αυτές, ο συμμετέχων οργανισμός επιβαρύνεται με τη δαπάνη συνταξιοδότησης, όταν ο ασφαλισμένος συμπληρώσει το όριο ηλικίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του, οπότε και καταβάλλεται σ’ αυτόν το ποσό της σύνταξης που του αναλογεί και γίνεται η απόδοση της σχετικής επιβάρυνσης.
Αν ο Οργανισμός που απονέμει τη σύνταξη, χορηγεί σύνταξη σε ηλικία μικρότερη από την ηλικία με την οποία συνταξιοδοτούνται οι ασφαλισμένοι που υπάγονται στον Κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ο συμμετέχων Οργανισμός επιβαρύνεται με τη δαπάνη συνταξιοδότησης, όταν ο ασφαλισμένος συμπληρώσει το όριο ηλικίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ για τη συνταξιοδότηση των υπαγόμενων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, οπότε και καταβάλλεται στον ασφαλισμένο το ποσό της σύνταξης που του αναλογεί και γίνεται η απόδοση της σχετικής επιβάρυνσης (εγκ.43/93, 44/98, 33/01).
Με το άρθρο 1 παρ.4 εδάφιο β΄ του Ν.3232/04 δόθηκε η δυνατότητα, κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου, με αίτηση που υποβάλλει στον απονέμοντα οργανισμό, η τμηματική σύνταξη του συμμετέχοντα οργανισμού να καταβληθεί ταυτόχρονα με αυτή του απονέμοντα, μειωμένη όμως κατά 3% για κάθε χρόνο που υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση των ορίων ηλικίας, των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 69 του Ν.2084/92.
Με το άρθρο 5 παρ.2 του Ν.3863/10, αντικαταστάθηκε το παραπάνω εδάφιο και ορίζεται ότι, η ταυτόχρονη καταβολή του τμηματικού ποσού σύνταξης του συμμετέχοντα με αυτό του απονέμοντα οργανισμού, πάντοτε κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου, θα συνεπάγεται μείωση της σύνταξης κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση των ορίων ηλικίας των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 69 του Ν.2084/92.
Όταν το Ίδρυμα απονέμει σύνταξη σε όριο ηλικίας μικρότερο από το όριο με το οποίο συνταξιοδοτούνται οι ασφαλισμένοι που υπάγονται στον Κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, δηλαδή το 60ό έτος για τους άνδρες και το 55ο για τις γυναίκες και όπως αυτό διαμορφώνεται από 1/1/2011 (σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 16 του Ν.3863/10) και ο συνταξιούχος με αίτησή του δηλώσει ότι επιθυμεί η τμηματική σύνταξη του συμμετέχοντα οργανισμού καταβληθεί ταυτόχρονα με αυτή του Ιδρύματος τότε αυτή θα μειωθεί κατά 0,5% για κάθε μήνα που υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση των παραπάνω ορίων ηλικίας όπως αυτά διαμορφώνονται κατά την θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
Παραδείγματα:
1) Άνδρας 58 ετών ΙΚΑ-ΕΤΑΜ : 7.500 Η.Ε. Αίτηση : 2ος/2011 ΟΑΕΕ : 3.450 Η.Ε. Σύνολο : 10.950 Η.Ε.
Κατοχύρωση – θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος το 2011 με 10.800 ημέρες εργασίας και πλήρη σύνταξη στο 58ο έτος της ηλικίας του. Τελευταίος και απονέμων οργανισμός το Ίδρυμα.
Ο ΟΑΕΕ μας γνωρίζει ότι η τμηματική σύνταξή του θα καταβληθεί στο 60ό έτος της ηλικίας του.
Ο ασφαλισμένος με Υ.Δ. δηλώνει ότι επιθυμεί ταυτόχρονη την καταβολή της τμηματικής σύνταξης του ΟΑΕΕ με αυτή του Ιδρύματος.
Επομένως η τμηματική σύνταξη του ΟΑΕΕ θα μειωθεί κατά 12%.
2) Μητέρα ανηλίκου 50 ετών ΙΚΑ-ΕΤΑΜ : 4.500 Η.Ε.
Αίτηση : 1ος/2011 ΟΑΕΕ : 2.000 Η.Ε.
Σύνολο : 6.500 Η.Ε.
Κατοχύρωση – θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος το 2010 σαν μητέρα ανηλίκου τέκνου με 5.500 ημέρες εργασίας και μειωμένη σύνταξη στο 50ό έτος της ηλικίας της.
Τελευταίος και απονέμων οργανισμός το Ίδρυμα.
Ο ΟΑΕΕ μας γνωρίζει ότι η τμηματική σύνταξή της θα καταβληθεί στο 55ο έτος της ηλικίας της.
Η ασφαλισμένη με Υ.Δ. δηλώνει ότι επιθυμεί ταυτόχρονη την καταβολή της τμηματικής σύνταξης του ΟΑΕΕ με αυτή του Ιδρύματος.
Επομένως η τμηματική σύνταξη του ΟΑΕΕ θα μειωθεί κατά 30 %.
3) Μητέρα ανηλίκου 52 ετών ΙΚΑ-ΕΤΑΜ : 3.000 Η.Ε.
Αίτηση : 1ος/2011 ΟΑΕΕ : 2.500 Η.Ε.
Σύνολο : 5.500 Η.Ε.
Κατοχύρωση – θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος το 2011 σαν μητέρα ανηλίκου τέκνου με 5.500 ημέρες εργασίας και μειωμένη σύνταξη στο 52ο έτος της ηλικίας της.
Τελευταίος και απονέμων οργανισμός το Ίδρυμα.
Ο ΟΑΕΕ μας γνωρίζει ότι η τμηματική σύνταξή της θα καταβληθεί στο όριο ηλικίας που ισχύει για τις ασφαλισμένες που κατοχυρώνουν – θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα το 2011 με τις διατάξεις των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων δηλαδή στο 56ο έτος της ηλικίας της.
Η ασφαλισμένη με Υ.Δ. δηλώνει ότι επιθυμεί ταυτόχρονη την καταβολή της τμηματικής σύνταξης του ΟΑΕΕ με αυτή του Ιδρύματος. Επομένως η τμηματική σύνταξη το ΟΑΕΕ θα μειωθεί κατά 24 %. Τα όρια ηλικίας συμμετοχής του Ιδρύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69 του Ν.2084/92 είναι για τους άνδρες το 60ο έτος της ηλικίας τους, ενώ για τις γυναίκες και για τις περιπτώσεις εφαρμογής των διατάξεων των 10500 ημερών εργασίας, το όριο ηλικίας όπως αυτό διαμορφώνεται με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν.3863/10.
Τα παραπάνω ισχύουν για αιτήσεις που υποβάλλονται από 1/1/2011 και μετά.
VI. ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ – ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ
Άρθρο 75 παρ. 7 του Ν.3863/10
Ως γνωστόν, με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.3232/04 ορίστηκε ο τρόπος προσδιορισμού των απαιτήσεων και υποχρεώσεων, των οργανισμών που απονέμουν την σύνταξη με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, από και προς τους άλλους ασφαλιστικούς οργανισμούς που συμμετέχουν στη δαπάνη συνταξιοδότησης, καθώς και ο χρόνος απόδοσης των οφειλόμενων ποσών.
Με τις παραπάνω διατάξεις αντιμετωπίζονται με το ίδιο τρόπο όλες οι περιπτώσεις, άσχετα από τον ασφαλιστικό κίνδυνο που προκάλεσε την συνταξιοδότηση (γήρας, οριστική αναπηρία, θάνατος). Διαφοροποίηση υπήρχε μόνο στην αντιμετώπιση των περιπτώσεων χορήγησης συντάξεων αναπηρίας που δεν ήταν οριστικές, όπου διενεργούνταν ένας διαφορετικός τρόπος διακανονισμού.
Με τις διατάξεις του άρθρου 75 παρ. 7 του Ν.3863/10 καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 2 παρ.1 εδάφιο β΄ του Ν.3232/04 με τις οποίες ορίστηκε, ότι, επί των μη οριστικών συντάξεων αναπηρίας, το ποσό της επιβάρυνσης του συμμετέχοντα οργανισμού θα καθορίζεται από το γινόμενο του ποσού της σύνταξης αναπηρίας που αντιστοιχεί στον συμμετέχοντα φορέα και των μηνών καταβολής της σύνταξης, στους οποίους προστίθενται και οι μήνες που αντιστοιχούν στα δώρα Χριστουγέννων – Πάσχα και Επιδόματος Αδείας.
Στις περιπτώσεις αυτές, δεν μεταφερόταν ο χρόνος στον απονέμοντα φορέα και δεν εφαρμόζονταν οι διατάξεις της παρ.4 του ίδιου άρθρου, όπου ο συνταξιούχος μετά το διακανονισμό θεωρείται οριστικά συνταξιούχος του απονέμοντα οργανισμού. Πλέον, από 15/7/2010 και στις περιπτώσεις χορήγησης σύνταξης αναπηρίας θα εφαρμόζεται ο τρόπος διακανονισμού απαιτήσεων και υποχρεώσεων μεταξύ των οργανισμών όπως ισχύει για τις συντάξεις γήρατος και θανάτου (δηλαδή οι διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.3232/04).
Το ποσό επιβάρυνσης του συμμετέχοντα οργανισμού θα προκύπτει από το γινόμενο του ποσού της καταβαλλόμενης σύνταξης με το ποσό της τμηματικής σύνταξης του συμμετέχοντα, δια του αθροίσματος των τμηματικών συντάξεων (ΙΚΑ και συμμετέχοντα πριν την επανένταξη), επί τον αριθμό 14 (αριθμός καταβαλλόμενων συντάξεων ετησίως) και τον αναλογιστικό συντελεστή αναπηρίας που αντιστοιχεί στην ηλικία του συνταξιούχου κατά την ημερομηνία της αίτησης για σύνταξη.
Στις περιπτώσεις υπολογισμού του ποσού της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν. 1405/83, το ποσό της επιβάρυνσης του συμμετέχοντα οργανισμού θα προκύπτει από το γινόμενο του ποσού της καταβαλλόμενης σύνταξης με τον αριθμό των ημερών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση του συμμετέχοντα οργανισμού, δια του συνολικού αριθμού ημερών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν διαδοχικά, επί τον αριθμό 14 (αριθμός καταβαλλόμενων συντάξεων ετησίως) και τον αναλογιστικό συντελεστή αναπηρίας που αντιστοιχεί στην ηλικία του συνταξιούχου κατά την ημερομηνία της αίτησης για σύνταξη.
Τα παραπάνω, θα εφαρμόζονται για όλες της περιπτώσεις των συντάξεων αναπηρίας, από 15/7/2010, είτε πρόκειται για πρωτοείσακτες περιπτώσεις (απονομή ) είτε για παρατάσεις, ή μονιμοποιήσεις.
Στις περιπτώσεις παράτασης ή μονιμοποίησης της σύνταξης αναπηρίας, ο αναλογιστικός συντελεστής αναπηρίας, θα αντιστοιχεί στην ηλικία του συνταξιούχου κατά την ημερομηνία της παράτασης ή της μονιμοποίησης.
Παράδειγμα:
Η.Γ. :19/6/1964 9 η ΑΚ
ΙΚΑ χρον. περ. 9/86 – 7/05 1.728 ΗΕ
ΟΑΕΕ (ΤΕΒΕ) χρον. περ. 4/93 – 6/97 1.289 ΗΕ
Σύνολο: 3.017ΗΕ
1. Σύνταξη βαριάς αναπηρίας 30/10/2006 – 31/10/2008 με ποσό ίσο με το ποσό της πλήρους σύνταξης.
Τμηματική σύνταξη ΙΚΑ: 264,51 Ευρώ
Τμηματική σύνταξη ΟΑΕΕ: 174,32 Ευρώ
Συνολικό ποσό σύνταξης: 438,83 Ευρώ
Επανένταξη στην 19η ΑΚ με 442,20 Ευρώ, πλην όμως καταβάλλεται το ποσό του Κ.Ο. 445,37 ευρώ. Επιβάρυνση ΟΑΕΕ: 445,37 ??174,32/438,83 ??28 (μήνες) = 4.953,76 Ευρώ
2. Παράταση σύνταξης βαριάς αναπηρίας 1/11/2008 -31/10/2010.
Επιβάρυνση ΟΑΕΕ: 445,37 ??174,32/438,83 ??28 (μήνες) = 4.953,76 Ευρώ
3. Επειδή κατά την παράταση της σύνταξης συνήθους αναπηρίας (1/11/2010-31/10/2012) ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.3232/04 η επιβάρυνση του ΟΑΕΕ θα γίνει σύμφωνα με τα προαναφερόμενα.
Παράταση σύνταξης συνήθους αναπηρίας 1/11/2010 – 31/10/2012.
Καταβαλλόμενο ποσό σύνταξης συνήθους αναπηρίας (όπως έχει διαμορφωθεί με τις εκάστοτε αναπροσαρμογές των συντάξεων και πιθανή αυξητική ή μειωτική μεταβολή της οικογενειακής του κατάστασης) : 365,13 Ευρώ.
Επιβάρυνση ΟΑΕΕ: 365,13 ??174,32/438,83 ??14 x 20,833 (Αναλογιστικός Συντελεστής λόγω αναπηρίας άνδρα που αντιστοιχεί στην ηλικία της ημερομηνίας 1/11/2010 δηλ. 46ετών ) = 42.303,69 Ευρώ.
Ο ανωτέρω, από 1/11/2010 θεωρείται οριστικά συνταξιούχος του Ιδρύματος , παύει κάθε υποχρέωση του ΟΑΕΕ προς αυτόν και δεν είναι πλέον δυνατή η αποδέσμευση του χρόνου του ΟΑΕΕ από τον συνολικό χρόνο της Διαδοχικής Ασφάλισης.
VΙΙ. ΤΡΟΠΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΠΟΣΟΥ
ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΕΤΕΑΜ από 1-1-2011
Άρθρο 5 παρ.3 του Ν. 3863/2010
Με τις διατάξεις της παρ. 13 του άρθρου 1 του Ν. 3232/04 καθορίστηκε ότι για τους οργανισμούς επικουρικής ασφάλισης εξακολουθούν να εφαρμόζονται, ως προς τον τρόπο υπολογισμού του ποσού της σύνταξης, οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν.Δ.4202/61 και του άρθρου 11 του Ν. 1405/83, όπως ισχύουν. Ωστόσο προβλέφθηκε η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών του χρόνου διακοπής της ασφάλισης με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή ( εγκ. 110/04 ).
Με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ.3 του Ν. 3863/10 επαναπροσδιορίζονται, με ορισμένους συντελεστές, οι συντάξιμες αποδοχές των φορέων ασφάλισης μισθωτών που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.13 του άρθρου 1 του Ν. 3232/04, ώστε εκτός από την επικαιροποίηση αυτών με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, να υπολογίζεται πλέον και η εξέλιξη των εισοδημάτων και η αναβάθμιση της ασφαλιστικής κλάσης των ασφαλισμένων.
Επομένως, όταν το ΕΤΕΑΜ είναι απονέμων σαν προηγούμενος του τελευταίου οργανισμός ή συμμετέχων οργανισμός και το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 11 του Ν. 1405/83, τότε οι συντάξιμες αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης και οι οποίες αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 13 του άρθρου 1 του Ν. 3232/04 με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή θα επαναπροσδιορίζονται πλέον και με τους Συντελεστές Ωρίμανσης – όπως καταχωρούνται στον πίνακα που αντιστοιχούν στα έτη ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν στο ΕΤΕΑΜ από τη διακοπή της ασφάλισης σ’ αυτό μέχρι το προηγούμενο έτος υποβολής της αίτησης.
VIII. ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 75 παρ. 2 και 7 του Ν.3863/10
Α. Από 1/1/2011 με τις διατάξεις του άρθρου 75 παρ. 2 του Ν.3863/10 καταργείται η παρ.2 του άρθρου 10 του Ν.825/1978, στην οποία υπήρχαν πολλοί περιορισμοί ως προς τους χρόνους ασφάλισης που συνυπολογίζονται στην 35ετία.
Επομένως για τη συνταξιοδότηση με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 1 και 2 του Ν.3863/10, από 1/1/2011 και μετά, θα λαμβάνονται ως χρόνοι ασφάλισης, εκτός από τους αναφερόμενους στο Γ99/1/12/25.1.2011 Γενικό Έγγραφο της Δ/νσης Εσόδων -Ασφάλισης και :
α) χρόνος ασφάλισης από αυτοτελή απασχόληση
β) χρόνος ασφάλισης άνω των 300 ημερών κατ’ έτος
Β. Με τις διατάξεις του άρθρου 75 παρ. 7 καταργείται η παρ. 10 του άρθρου 1 του Ν.3232/04 που αφορά την έκδοση του Δελτίου Διαδοχικής Ασφάλισης, λόγω έλλειψης υποδομής, διοικητικού μηχανισμού και ενοποιημένου μηχανογραφικού αρχείου των ασφαλισμένων όλων των οργανισμών.
Επίσης καταργείται η παρ. 11 του άρθρου 1 του Ν. 3232/04 σχετικά με την μηχανογραφική εφαρμογή απονομής συντάξεων με τη Διαδοχική Ασφάλιση, διότι εντάχθηκε μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της χαρτογράφησης επιχειρησιακών λειτουργιών και σχεδιασμού των πληροφοριακών συστημάτων του χώρου της Κοινωνικής Ασφάλισης.
Γ. Τέλος, καταργείται και το εδάφιο β΄ παρ.1 του άρθρου 2 του Ν.3232/2004 που αφορά τον διακανονισμό των ποσών των συντάξεων αναπηρίας, οι οποίες δεν ήταν οριστικές και εφαρμόζονται όσα αναφέρουμε στο κεφάλαιο VI.
IX. ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ
Άρθρο 5 παρ. 8 του Ν.3863/2010
Με τις διατάξεις της περ. α΄ της παρ. 8 του άρθρου 5 ορίζεται ότι, οι διατάξεις της Διαδοχικής Ασφάλισης εφαρμόζονται σε πρόσωπα που κατέχουν τη βουλευτική ιδιότητα, τη θέση του Υπουργού ή του Υφυπουργού και των αιρετών προέδρων κοινοτήτων, δημάρχων και νομαρχών.
Με τις διατάξεις της περ. β΄ της παρ. 8 του άρθρου 5, παρέχεται η δυνατότητα στα παραπάνω πρόσωπα να συνεχίσουν την ασφάλισή τους στους κλάδους κύριας, επικουρικής σύνταξης και πρόνοιας στους οποίους ήταν ασφαλισμένα πριν από την εκλογή τους.
Εναλλακτικά, μπορούν να αναγνωρίσουν τους χρόνους που αντιστοιχούν στη θητεία τους στους ανωτέρω κλάδους οποτεδήποτε.
Το δικαίωμα των ενδιαφερομένων να υποβάλλουν σχετικό αίτημα δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό.
Οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται στο σύνολό τους (εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη) από τους ενδιαφερόμενους.
Τέλος σας γνωρίζουμε ότι θα επανέλθουμε με νεώτερες οδηγίες μας, αφού λάβουμε διευκρινήσεις επί ερωτημάτων μας από την Γ.Γ.Κ.Α. σε θέματα σχετικά με την κατοχύρωση-θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος με τις διατάξεις της Διαδοχικής Ασφάλισης.