Μία εταιρία που έφτασε προ της χρεοκοπίας, αλλά σώθηκε και ο δημιουργός της που τελικά αυτοκτόνησε
Ο Καλιφορνέζος Roy Raymond γνώριζε πολύ καλά τον τρόμο που νιώθουν οι άνδρες όταν πατούν το πόδι τους σε ένα κατάστημα γυναικείων εσωρούχων. Αυτό το μείγμα του φόβου και της ντροπής οδηγεί κάποιους άνδρες να λένε ότι θα προτιμούσαν να βρίσκονται στο πεδίο της μάχης παρά ανάμεσα στις κρεμάστρες με τα δαντελένια σουτιέν στο χρώμα της σαμπάνιας.
Ο ίδιος ο Raymond, απόφοιτος του Stanford, δημιούργησε μία αυτοκρατορία παγκοσμίου φήμης εξαιτίας αυτού ακριβώς του φόβου. Μία μέρα, όταν προσπάθησε να αγοράσει εσώρουχα για τη σύζυγό του, σκέφτηκε: «Εάν υπήρχε ένα μέρος όπου οι άνδρες θα μπορούσαν να κάνουν τις αγορές τους χωρίς να ντρέπονται και χωρίς να φοβούνται ότι θα τους περάσουν για διεστραμμένους;». Και κάπως έτσι, το 1977 γεννήθηκε η Victoria’s Secret.
Ο επιχειρηματίας άνοιξε το πρώτο του κατάστημα στο Πάλο Άλτο της Καλιφόρνιας, που τότε δεν ήταν η παγκόσμια Μέκκα της τεχνολογίας, αλλά ένα ήσυχο προάστιο της πόλης. Το μαγαζί έμοιαζε με ό,τι θα έβλεπε κανείς σε ένα αγγλικό μπουντουάρ, τουλάχιστον κατά την άποψη ενός Αμερικάνου. Ο Raymond ονόμασε την επιχείρησή του από την Βασίλισσα Βικτώρια, θεωρώντας ότι το όνομά της συνδέεται όσο τίποτα με μία εποχή καταπίεσης.
Μέσα στο πρώτο Victoria’s Secret, κανείς έβλεπε σκουρόχρωμα ξύλα, καναπέδες από κόκκινο βελούδο και μεταξωτές κουρτίνες. Και βέβαια, στα ράφια βρίσκονταν τα προϊόντα που έφεραν την επανάσταση στην παγκόσμια αγορά των εσωρούχων και έκαναν την εταιρία αυτό που είναι σήμερα. Δηλαδή κομμάτια που βρίσκονται κάπου στη μέση ανάμεσα στα αποκλειστικά λειτουργικά εσώρουχα και σε αυτά που μια γυναίκα θα φόραγε μόνο το βράδυ του γάμου της.
Εκείνη την εποχή, μια τέτοια μέση λύση δεν υπήρχε και η Victoria’s Secret σύστησε στις γυναίκες μιας νέας, σεξουαλικά απελευθερωμένης γενιάς, τα χαριτωμένα εσώρουχά της σε όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου. Ο Raymond ευθύνεται για ένα ακόμα top hit του σύγχρονου marketing, το διάσημο κατάλογο της Victoria’s Secret, που του επέτρεπε, σε μία εποχή πολύ πριν από το ίντερνετ, να φτάσει σε κάθε γωνιά της Αμερικής.
Και όμως, ο επιχειρηματίας φλέρταρε με τη χρεοκοπία. Ο Raymond είχε σκεφτεί τα πάντα, εκτός από το βασικότερο πράγμα: Το 90% του συρταριού με τα εσώρουχα μιας γυναίκας είναι αγορασμένο από την ίδια, και όχι από το έτερο ήμισυ της. Αλλά εκείνος απευθυνόταν σχεδόν αποκλειστικά σε άνδρες πελάτες. Έτσι, το 1982, ο επιχειρηματίας αναγκάστηκε να πουλήσει την εταιρία του στο μεγιστάνα των αθλητικών ειδών, Leslie Wexner, αντί 1 εκατ. δολαρίων.
Ο νέος ιδιοκτήτης έσπευσε να διορθώσει το λάθος του προηγούμενου, κάνοντας τα καταστήματα αλλά και τον κατάλογο πιο φιλικά προς τις γυναίκες. Το ένστικτό του ήταν σωστό. Έως το 1995, όταν η Victoria’s Secret ξεκίνησε τα διάσημα σόου της, στα οποία σούπερ μόντελ όπως η Helena Christiansen και η Tyra Banks επιδείκνυαν τα εσώρουχά της, η εταιρία άξιζε 1,9 δισ. δολάρια και μετρούσε 670 καταστήματα στις ΗΠΑ. Σήμερα, ελέγχει πάνω από το 35% της αμερικανικής αγοράς εσωρούχων, με πωλήσεις άνω των 6,6 δισ. δολαρίων το χρόνο.
Δυστυχώς, ο ίδιος ο Raymond δεν έζησε αυτή την επιτυχία. Αφότου πούλησε τη Victoria’s Secret, ίδρυσε μια νέα εταιρία, με παιδικά ρούχα. Δύο χρόνια μετά, η My Child’s Destiny χρεοκόπησε, με τον ίδιο τον Raymond να είναι προσωπικά υπεύθυνος για τα χρέη της. Η οικογένειά του έχασε δύο σπίτια και τα αυτοκίνητά της και το 1993, έπειτα από ένα ακόμα αποτυχημένο επιχειρηματικό εγχείρημα -αυτή τη φορά ήταν ένα παιδικό βιβλιοπωλείο- ο Raymond και η σύζυγός του πήραν διαζύγιο. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, ο Roy Raymond αυτοκτόνησε, πηδώντας από τη γέφυρα Golden Gate του Σαν Φρανσίσκο.