Η νευρικότητα θα είναι το κύριο γνώρισμα των τραπεζών για το αμέσως επόμενο προεκλογικό διάστημα. Μάλιστα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μπαίνουν σε επιφυλακή, με τους τραπεζίτες να διαβλέπουν ότι στο χρονικό διάστημα έως την 25η Ιανουαρίου θα υπάρξει έντονο κλίμα πόλωσης.
Οι διοικήσεις των τραπεζών τοποθετούν στα θετικά ότι η προεκλογική περίοδος θα είναι μικρή, ωστόσο, τους προβληματίζει ιδιαίτερα η νέα κυβέρνηση. Όχι τόσο ως προς το πρόσωπο αλλά ως προς τη σύνθεση εάν δεν υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση αλλά και τις αποφάσεις που θα ληφθούν.
Μάλιστα οι τράπεζες θεωρούν κρίσιμο το δίμηνο της παράτασης του μνημονίου, ως εκ τούτου θέλουν να προχωρήσει το ταχύτερο δυνατόν η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων με την τρόικα. Το να παραμείνει η χώρα εντός προγράμματος μετά την εκπνοή της δίμηνης παράτασης που έχει δοθεί έως τα τέλη Φεβρουαρίου, διασφαλίζει ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα ρευστότητας της ελληνικής Οικονομίας και των τραπεζών.
Από μόνες τους οι τράπεζες διαθέτουν «μαξιλάρια» ρευστότητας μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά ακόμα και του μηχανισμού έκτακτης παροχής ρευστότητας ELA. Ωστόσο, μέσα στον Μάρτιο λήγουν εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου 21 δισ. ευρώ με τις οποίες οι τράπεζες αντλούν ρευστότητα από το ευρωσύστημα, ενώ και το Δημόσιο πρέπει να πληρώσει μία μεγάλη δόση, ύψους 2,2 δισ. ευρώ, προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Οι τραπεζίτες αναφέρουν ότι οι λήξεις των εγγυήσεων του Δημοσίου μπορούν να αναπληρωθούν από τις τράπεζες, καθώς η ρευστότητά τους έχει ενισχυθεί κατά 7 δισ. ευρώ από το μικρότερο «κούρεμα» που επιβάλλει η ΕΚΤ στα ελληνικά ενέχυρα. Ωστόσο, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι το κλίμα ανησυχίας πιέζει πτωτικά τις τιμές των ομολόγων (χθες η απόδοση του τριετούς ομολόγου ξαναβρέθηκε μία ανάσα από το 12%), μειώνοντας έτσι την αξία των ενεχύρων.