Η μελέτη του ΙΟΒΕ μιλά για κέρδη 130 εκατ. ευρώ και 44.000 νέες θέσεις εργασίας από τη διοργάνωση των Αγώνων του 2004
Η διεξοδική, επιστημονική και τεκμηριωμένη ανάλυση του ΙΟΒΕ, έρχεται να βάλει τέλος σε όσα κατά καιρούς έχουν ακουσθεί, ότι η Ελλάδα διοργάνωσε τους ακριβότερους Ολυμπιακούς Αγώνες, χωρίς να υπάρξει θετικός αντίκτυπος για την οικονομία τής.
Οι αριθμοί αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα των αληθινών γεγονότων για τη χώρα και, σύμφωνα με την μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, αν δεν είχαν γίνει οι Ο.Α. στην Αθήνα το 2004:
– Tο επίπεδο του ΑΕΠ στην χώρα θα ήταν κατά 2,5% χαμηλότερο
– Tο ταμείο θα ήταν …μείον κατά 130 εκατ. ευρώ και
– H αγορά θα είχε στερηθεί 44.000 νέες θέσεις εργασίας.
Αποδεικνύεται πλέον ότι συνέβη ακριβώς το αντίθετο από όσα διέδιδαν διάφοροι κύκλοι και τα ντοκουμέντα δικαιώνουν με τον πιο παραστατικό τρόπο την πολιτική που ακολούθησε η Γιάννα Aγγελοπούλου, η οποία ευθύς εξαρχής είχε υπεραμυνθεί των ωφελών που θα είχε στην ελληνική οικονομία, η κορυφαία αθλητική και πολιτιστική διοργάνωση του πλανήτη.
Η μελέτη του ΙΟΒΕ, εξετάζει το «οικονομικό αποτύπωμα» των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, με αφορμή την συμπλήρωση 10 ετών από την ολοκλήρωση τους και αναλύει έσοδα και δαπάνες.
Ποσοστικοποιεί μάλιστα, με οικονομετρικές μεθόδους τις επιδράσεις της διοργάνωσης στον εισερχόμενο τουρισμό και εκτιμά την συνολική της επίδραση στην ελληνική οικονομία με την χρήση των κατάλληλων μακροοικονομικών υποδειγμάτων.
Επισημαίνεται, ακόμα, ότι τα οφέλη για την Ελλάδα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 θα ήταν μεγαλύτερα, αν είχαν αξιοποιηθεί οι Ολυμπιακές εγκαταστάσεις, μια σπουδαία «κληρονομιά» που άφησαν πίσω τους, αντί να εγκαταλειφθούν στην μοίρα τους από τις εκάστοτε κυβερνήσεις…
44.000 ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Τα τρία πολύ μεγάλα οφέλη για την Ελλάδα συνοψίζονται, εν ολίγοις, στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5%, στην εμφάνιση διαχειριστικού πλεονάσματος ύψους 130 εκατ. ευρώ από την «Αθήνα 2004» και την δημιουργία των 44.000 νέων θέσεων εργασίας!
Όσον αφορά το διαχειριστικό πλεόνασμα των 130 εκατ. ευρώ, δεν υπολογίζονται οι δαπάνες της επιτροπής για έργα που εκτελέστηκαν κατ’ εντολή και για λογαριασμό του Δημοσίου.
Ακόμα όμως, και αν συνυπολογισθούν τα συγκεκριμένα έξοδα, πάλι, το τελικό αποτέλεσμα της Οργανωτικής Επιτροπής του «Αθήνα 2004» διατηρεί το «θετικό πρόσημό» του, με πλεόνασμα €7 εκατ.
Σε καμία περίπτωση οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 δεν επιβάρυναν την χώρα και τους φορολογούμενους πολίτες, σύμφωνα με την μελέτη του ΙΟΒΕ, που καταρρίπτει κάθε ισχυρισμό περί του αντιθέτου, για μια «καραμέλα» που αρκετοί «πιπίλαγαν» για χρόνια…
Από δημοσιονομική σκοπιά, με βάση τα στοιχεία από το πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων και τον τακτικό προϋπολογισμό για τις δαπάνες που έχουν καταχωρηθεί ως «Ολυμπιακές», η χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό υπολογίζεται συνολικά στα 6,5 δισ. ευρώ για όλη την περίοδο στην οποία καταγράφηκαν οι δαπάνες (2000-2010).
Έτσι, η χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό αντιστοιχεί σε μόλις 1% των κρατικών δαπανών της αντίστοιχης περιόδου και σε λιγότερο από 2% του ακαθάριστου χρέους της Γενικής Κυβέρνησης στο τέλος του 2013.
ΤΑ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΕΣΟΔΑ
Σχολιάζεται, επίσης, ότι στις εκτιμήσεις εκτίμηση του ακαθάριστου δημοσιονομικού κόστους, περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός έργων τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως “Ολυμπιακά”, χωρίς να έχουν απαραίτητα άμεση σχέση με την προετοιμασία και τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων (οι αναπλάσεις σε περιοχές της Αθήνας που δεν είχαν άμεση σχέση με τις Ολυμπιακές αθλητικές εγκαταστάσεις, οι αναβαθμίσεις σε επιλεγμένα νοσοκομεία που δεν χρησιμοποιήθηκαν για τη νοσηλεία αθλητών ή επισκεπτών, τα οδικά έργα που δεν ήταν απαραίτητα για το πρόγραμμα Ολυμπιακών μεταφορών κ.α.).
Επιπλέον, υπολογίζεται ότι περίπου 2,9 δισ. ευρώ επέστρεψαν στα ταμεία του κράτους υπό τη μορφή φορολογικών εισπράξεων και εργοδοτικών εισφορών στην διάρκεια της προετοιμασίας και της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.
Στα μεγέθη αυτά προστέθηκαν και τα κρατικά έσοδα που συσχετίζονται με την αυξημένη οικονομική δραστηριότητα στη μεταολυμπιακή περίοδο. Από την οικονομετρική ανάλυση προκύπτει μια θετική και στατιστικά σημαντική συσχέτιση της διοργάνωσης με το πλήθος των διεθνών αφίξεων, το ύψος της τουριστικής δαπάνης και την αξία των εξαγωγών!