Η ΕΚΤ ρίχνει 1,1 τρισ. ευρώ στη μάχη κατά του αποπληθωρισμού της ευρωζώνης – Ποιοι επιβαρύνονται με πιθανές μελλοντικές «ζημίες»
Όπως ανακοίνωσε χθες ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι, η τράπεζα θα αγοράζει ομόλογα χωρών – μελών της ευρωζώνης μέχρι το 33% της συνολικής ονομαστικής αξίας των τίτλων που διαπραγματεύονται στη δευτερογενή Αγορά.
Ωστόσο, ακόμη κι αν από τον προσεχή Ιούλιο το πρόγραμμα αυτό τεθεί σε εφαρμογή σε ποσοστό 100%, ο ενθουσιασμός που προκαλεί θα πρέπει να είναι συγκρατημένος, καθώς η ΕΚΤ ήδη στο χαρτοφυλάκιό της διαθέτει ελληνικά ομόλογα αξίας μεγαλύτερης του προαναφερομένου 33%.
Σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, στα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου η συνολική αξία των διαπραγματεύσιμων ελληνικών ομολόγων ανερχόταν σε 63,8 δισ. ευρώ. Συμπεριλαμβανομένων τν εντόκων γραμματίων, το ποσό αυτό ανέρχεται σε 78,2 δισ. ευρώ. Επομένως, οι διαπραγματεύσιμοι τίτλοι που θα πρέπει να συσχετιστούν με το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ αντιστοιχούν σε αυτήν την αξία, δηλαδή τα 78,2 δισ. (να σημειωθεί εδώ ότι το υπόλοιπο δημόσιο χρέος της Ελλάδας περιλαμβάνει δάνεια του EFSF χωρών της ευρωζώνης και ένα μικρό τμήμα, περί τα 2,8 δισ. ευρώ, που αφορά σε ομόλογα αλλοδαπού Δικαίου, μη είναι διαπραγματεύσιμα).
Παρά το ότι, με βάση τις εκτιμήσεις, οι εκδόσεις εντόκων γραμματίων των χωρών – μελών της ευρωζώνης θα λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό του συνολικού ύψους εκδόσεων εκάστης, η ΕΚΤ δεν προτίθεται να αγοράσει βραχυπρόθεσμους τίτλους. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν δηλαδή δεν συνυπολογιστούν τα έντοκα, η χώρα μας δεν πρόκειται ούτε τον προσεχή Ιούλιο να προσεγγίσει το όριο του 33%.
Με λίγα λόγια, στο σενάριο του υπολογισμού μόνο των ελληνικών ομολόγων ως βάση εκκίνησης, η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει τίτλους αξίας μέχρι τα 21,1 δισ. ευρώ (το 33% των 63,8 δισ. ευρώ), αλλά αν συνυπολογιστούν τα έντοκα γραμμάτια, το ποσό αγοράς από την ΕΚΤ θα ανέλθει σε 25,8 δισ. ευρώ (το 33% των 78,2 δισ. ευρώ). Από την στιγμή που η ΕΚΤ ήδη διαθέτει τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου αξίας 19,8 δισ. ευρώ και άλλες κεντρικές τράπεζες χωρών – μελών της ευρωζώνης κατέχουν επιπλέον τίτλους αξίας 7,29 δισ. ευρώ, δηλαδή ένα σύνολο 27,05 δισ. ευρώ –ποσό που υπερβαίνει ακόμη και το ποσό του δευτέρου σεναρίου, δηλαδή τα 25,8 δισ. ευρώ.
Για τον λόγο αυτόν ο κ. Ντράγκι έθεσε χρονικό ορόσημο τον Ιούλιο, οπότε θα έχει λήξει ένα σημαντικό ποσοστό ελληνικών τίτλων (2,1 δισ. ευρώ που κατέχει η ίδια η ΕΚΤ και ομόλογα αξίας 1,36 δισ. ευρώ που κατέχουν κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης). Και, ακόμη περισσότερο, τον Αύγουστο, οπότε θα έχουν λήξει ομόλογα συνολικού ύψους 3,19 δισ. ευρώ, που κατέχει το ευρωσύστημα. Επομένως, την διμηνία Ιουλίου – Αυγούστου, το ευρωσύστημα «απαλλάσσεται» συνολικά από ελληνικά ομόλογα ύψους 6,65 δισ. ευρώ και, ως εκ τούτου, η χώρα μας θα μπορεί να επωφεληθεί από το πρόγραμμα ρευστότητας που θα παρέχει η ΕΚΤ.
Απαραίτητη βεβαίως προϋπόθεση είναι η αδιάλειπτη συνέχιση του προγράμματος προσαρμογής, σε συνδυασμό με θετική αξιολόγηση από την τρόικα και εγγυήσεις ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να εξοφλήσει τα επιπλέον ομόλογα ύψους 6,65 δισ. ευρώ στην λήξη τους.
Η μάχη του αποπληθωρισμού στην ευρωζώνη – Ποιος πληρώνει τυχόν ζημίες
Η απόφαση της ΕΚΤ για ποσοτική χαλάρωση, παρά τις γερμανικές αντιρρήσεις, αναμφίβολα αποτελεί σημαντική κίνηση για την πάταξη του αποπληθωρισμού στην ευρωζώνη και ταυτόχρονα την τόνωση της Αγοράς με «φρέσκο» χρήμα που θα κινήσει τα «σκουριασμένα γρανάζια» της πραγματικής Οικονομίας.
Ποιοι επιβαρύνονται με πιθανές μελλοντικές «ζημίες» – Δικλίδες ασφαλείας
Υπολογίζεται ότι συνολικά η ΕΚΤ θα αγοράσει κρατικά ομόλογα αξίας 1,1 τρισ. ευρώ, δηλαδή περί τα 60 δισ. ευρώ μηνιαίως, στο διάστημα μεταξύ Μαρτίου 2015 και Σεπτεμβρίου 2016. Αλλά ποιος πληρώνει το… μάρμαρο, σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής κατά την λήξη τους;
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ, το ρίσκο που προκύπτει από τις αγορές των ομολόγων θα επιμερίζεται μεταξύ της ιδίας, η οποία θα αναλαμβάνει μέχρι το 20% πιθανής ζημίας του συνολικού προγράμματος, και των κεντρικών τραπεζών των χωρών που θα βρίσκονται σε αδυναμία να πληρώσουν, οι οποίες θα βαρύνονται με το υπόλοιπο 80%.
Επίσης, πέραν του ορίου «απορρόφησης» του 33% των ομολόγων κάθε χώρας, όπως προαναφέρθηκε, τίθεται ένα όριο μέχρι του 25% τής κάθε έκδοσης τίτλου, που θα βαρύνει τις Αγορές. Άλλωστε, σύμφωνα με τις δηλώσεις του κ. Ντράγκι, θα υπάρξει αυστηρή αξιολόγηση τόσων των χωρών που θα ωφεληθούν από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης όσο και των ίδιων των ομολόγων. Πάντως ο κ. Ντράγκι δεν ξεκαθάρισε ποια θα είναι τα κριτήρια αυτά.
Τον κίνδυνο μη αποπληρωμής των ομολόγων κάθε χώρας θα έχει η αντίστοιχη εθνική κεντρική τράπεζα της χώρας που θα τα αγοράζει, ενώ η ΕΚΤ και συνεπώς όλες οι χώρες – μέλη θα αναλαμβάνουν τον κίνδυνο μόνο για το 8% των συνολικών αγορών ομολόγων.
Επίσης, ο κίνδυνος θα επιμερίζεται σε όλες τις χώρες για τις αγορές ομολόγων ευρωπαϊκών θεσμών (όπως της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων), οι οποίες αντιστοιχούν στο 12% του συνολικού προγράμματος, οπότε η διάχυση του κινδύνου θα αφορά το 20% των συνολικών αγορών (περίπου 220 δισ. ευρώ).
Πραγματικό «εργαλείο» νομισματικής πολιτικής η απόφαση της ΕΚΤ
Η χθεσινή απόφαση ήταν ομόφωνη, γεγονός που σημαίνει ότι αναγνωρίστηκε ως ένα πραγματικό εργαλείο νομισματικής πολιτικής με νομική βάση, ενώ η ενεργοποίηση του προγράμματος αποφασίστηκε με μεγάλη πλειοψηφία, όπως τόνισε ο Μάριο Ντράγκι. Ομοφωνία υπήρξε και στο θέμα επιμερισμού του κινδύνου. Ο κ. Ντράγκι παρέκαμψε τις αντιδράσεις της Γερμανίας όσον αφορά την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης, αλλά αναγκάστηκε να δεχθεί τις αντιρρήσεις της στον επιμερισμό του κινδύνου.
«Πιστεύουμε ότι τα μέτρα που ελήφθησαν θα είναι αποτελεσματικά, θα ενισχύσουν τον πληθωρισμό και θα συμβάλουν σε μία εξισορρόπηση της αγοράς, στο πλαίσιο της οποίας τα ομόλογα θα αντικατασταθούν με ρευστό και συνεπώς οι τράπεζες θα έχουν περισσότερα κίνητρα για να δανείζουν τον ιδιωτικό τομέα, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ντράγκι.
«Το πρόγραμμα δεν πρέπει να θεωρηθεί ως πρόσθετη χρηματοδότηση»
Διευκρίνισε ωστόσο ότι «θα ήταν μεγάλο λάθος εάν οι χώρες εκλάμβαναν το πρόγραμμα ως κίνητρο για δημοσιονομική επέκταση», τονίζοντας ότι δεν έχει καμία σχέση με νομισματική χρηματοδότηση. Και στο σημείο αυτό ο κ. Ντράγκι επανέλαβε ότι η ΕΚΤ με τη νομισματική πολιτική της μπορεί μόνο να δημιουργήσει τις βάσεις για ανάπτυξη και γι’ αυτό το έργο της θα πρέπει να συνοδεύεται από την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων από πλευράς κυβερνήσεων.
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, ο κ. Ντράγκι υποστήριξε πως είναι αναπόφευκτο να παραμείνει σε χαμηλά ή σε αρνητικά επίπεδα κατά τους επόμενους μήνες, αλλά αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά φέτος και το 2016. Πρόσθεσε, δε, ότι μέχρι στιγμής δεν έχει διαπιστώσει «φούσκες» στις αγορές.
Χαιρετίζει το ΔΝΤ – Σκεπτικισμός στο Βερολίνο
Η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ χαιρέτισε τα μέτρα της ΕΚΤ, λέγοντας ότι θα βοηθήσουν στη μείωση του κόστους δανεισμού σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, στην αύξηση των πληθωριστικών προσδοκιών και στη μείωση του κινδύνου μιας παρατεταμένης περιόδου χαμηλού πληθωρισμού [βλ. σχετικά: Η Λαγκάρντ χαιρετίζει τα μέτρα Ντράγκι].
Ωστόσο, το σχέδιο της ΕΚΤ δεν έγινε με ιδιαίτερη ικανοποίηση δεκτό στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, με πολλούς Γερμανούς να ανησυχούν ότι θα μπορούσε να αποδυναμώσει τα κίνητρα στις προβληματικές χώρες του ευρώ για να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις.