Ο νομπελίστας οικονομολόγος, Τζόζεφ Στίγκλιτς δηλώνει ότι είναι «ανήθικη» η άρνηση των Ευρωπαίων να αναδιαρθρώσουν το ελληνικό χρέος.
«Όταν οι εταιρείες χρεοκοπούν, μια ανταλλαγή χρέους με μετοχικό κεφάλαιο είναι μια δίκαιη και αποτελεσματική λύση.
Η ανάλογη προσέγγιση για την Ελλάδα είναι η μετατροπή των υφιστάμενων ομολόγων σε ομόλογα συνδεδεμένα με το ΑΕΠ.
Αν η Ελλάδα τα πάει καλά, οι πιστωτές θα λάβουν περισσότερα από τα χρήματα τους. Αν δεν τα πάει καλά, θα πάρουν λιγότερα. Και οι δύο πλευρές θα έχουν ένα ισχυρό κίνητρο να ακολουθήσουν πολιτικές φιλικές προς την ανάπτυξη»γράφει σε άρθρο του.
Στην Ελλάδα επιβλήθηκε μια αποτυχημένη συνταγή, παρά το γεγονός ότι η λιτότητα είχε αποτύχει όσες φορές δοκιμάστηκε, από τον πρόεδρο Χούβερ την δεκαετία του 1920 και από το ΔΝΤ στην Λατινική Αμερική την δεκαετία του 1980, γράφει ο κ. Στίγκλιτς.
Ωστόσο, εφάρμοσε την πολιτική λιτότητας που της επιβλήθηκε και κατάφερε να μετατρέψει ένα τεράστιο έλλειμμα σε πρωτογενές πλεόνασμα.
Όμως, η ανεργία εκτοξεύτηκε στο 25%, το ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί 23% από το 2008 και ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 35%. H Ελλάδα θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη αν ήταν η μόνη χώρα στην οποία είχε αποτύχει το φάρμακο της λιτότητας. Αλλά σε ύφεση βρίσκεται και η Ισπανία. Αυτό που χρειάζεται δεν είναι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα και στην Ισπανία, αλλά διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στον σχεδιασμό της ευρωζώνης, τονίζει ο οικονομολόγος.
Η περίπτωση της Ελλάδας υπενθυμίζει για άλλη μια φορά ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα νέο παγκόσμιο πλαίσιο αναδιάρθρωσης χρέους. Το υπερβολικό χρέος δεν οδήγησε μόνο στην κρίση του 2008, αλλά και στην κρίση της Ανατολικής Ασίας τη δεκαετία του 1990 και της Λατινικής Αμερικής τη δεκαετία του 1980, δηλώνει.
«Κάθε ανεπτυγμένη χώρα έχει συνειδητοποιήσει ότι για να λειτουργήσει ο καπιταλισμός πρέπει να δίνεται στα άτομα η δυνατότητα για μια νέα αρχή. Οι φυλακές των οφειλετών τον δέκατο ένατο αιώνα ήταν μια αποτυχία, ήταν απάνθρωπες και δεν βοήθησαν ιδιαίτερα στην διασφάλιση της αποπληρωμής. Αυτό που βοήθησε ήταν η προσφορά καλύτερων κινήτρων για καλύτερο δανεισμό, καθιστώντας τους πιστωτές περισσότερο υπεύθυνους για τις επιπτώσεις των αποφάσεων τους.
Σε διεθνές επίπεδο, δεν έχουμε δημιουργήσει ακόμα μια διαδικασία για να δίνεται στις χώρες η δυνατότητα μιας νέας αρχής».
Αν η Ευρώπη πει «όχι» στο αίτημα των Ελλήνων ψηφοφόρων για αλλαγή πορείας, θα στείλει το μήνυμα ότι η δημοκρατία δεν έχει καμία βαρύτητα όσον αφορά την οικονομική πολιτική, τονίζει.