«Η νέα ελληνική κυβέρνηση, σε ό,τι αφορά το θέμα της Ουκρανίας, έδειξε σημαντική ευελιξία και πολιτική εξυπνάδα. Εξεδήλωσε τις αντιρρήσεις της, αλλά δεν άσκησε βέτο. Η ευελιξία αυτή της εξωτερικής πολιτικής ελπίζω να επιδειχθεί και στα οικονομικά θέματα, τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Ευρώπη», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Πάολο Τζεντιλόνι.
«Εάν τόσο η Ελλάδα, όσο και οι Βρυξέλλες, δείξουν ευελιξία, θα επιτευχθεί συμφωνία η οποία θα ενισχύσει όλους» δήλωσε ο Πάολο Τζεντιλόνι. Ανέφερε ότι η Ρώμη είναι θετική υπό όρους σε μία περίοδο-γέφυρα, ενώ χαρακτήρισε ενδιαφέρον σημείο διαπραγμάτευσης την πρόταση για μείωση των πρωτογενούς πλεονάσματος περίπου στο 1%.
«Δεν πρόκειται μόνον για μια γραβάτα. Ο Ρέντσι και Τσίπρας είναι δύο σαραντάρηδες που διαθέτουν ενέργεια και θέλουν αλλαγές», είπε ο Πάολο Τζεντιλόνι στην πολιτική εκπομπή In Mezz’ Ora του Rai Tre απαντώντας στις ερωτήσεις της Ιταλίδας δημοσιογράφου και παρουσιάστριας Λουτσία Ανουντσιάτα και του Έλληνα ανταποκριτή Θεόδωρου Ανδρεάδη-Συγγελλάκη.
Και υπογράμμισε ότι «το σημαντικό χαρακτηριστικό του Αλέξη Τσίπρα είναι ότι δεν έχει υιοθετήσει αντιευρωπαϊκή στάση, αλλά ότι προσπαθεί να αλλάξει την Ευρώπη».
«Η νέα ελληνική κυβέρνηση, σε ό,τι αφορά το θέμα της Ουκρανίας, έδειξε σημαντική ευελιξία και πολιτική εξυπνάδα. Εξεδήλωσε τις αντιρρήσεις της, αλλά δεν άσκησε βέτο. Η ευελιξία αυτή της εξωτερικής πολιτικής, ελπίζω να επιδειχθεί και στα οικονομικά θέματα, τόσο από την Ελλάδα, όσο και από την Ευρώπη» ανέφερε ο επικεφαλής της ιταλικής διπλωματίας.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Πάολο Τζεντιλόνι τόνισε: «Υπάρχουν γερμανικές πιέσεις, όπως και ιταλικές, όλοι ασκούν τις πιέσεις τους. Η Ιταλία εμπλέκεται άμεσα στην υπόθεση, από τη στιγμή που είναι ο τρίτος δανειστής της Ελλάδας. Εδώ και ένα χρόνο η χώρα μου έχει ξεκινήσει μία μάχη στην Ευρώπη, με αίτημα την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την ευελιξία.
»Θεωρώ ότι τα αιτήματα αυτά η νέα ελληνική κυβέρνηση τα συμμερίζεται πλήρως. Το θέμα, φυσικά, είναι να συνεννοηθούμε σχετικά με τις λεπτομέρειες. Δεν πρόκειται μόνον για τη γραβάτα που ο Ρέντσι δώρισε στον Τσίπρα, είναι δύο σαραντάρηδες που διαθέτουν ενέργεια, θέλουν τις αλλαγές και κατανοούν, πιθανότατα, ο ένας τον άλλον».
«Είναι δύσκολο να μιλήσουμε για αναδιάρθρωση του χρέους αυτήν καθ’ αυτήν. Σε ό,τι αφορά την περίοδο-γέφυρα και το σχετικό αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης, η Ιταλία λέει εντάξει αλλά πρέπει να δούμε από τι θα περιστοιχίζεται», επeσήμανε.
Ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών προσέθεσε ότι «και η επιμονή του Σόιμπλε για παραμονή της τρόικας είναι, μάλλον, μέρος των δηλώσεων που γίνονται πριν από την έναρξη της διαπραγμάτευσης».
Σε σχέση με την τρόικα, ο επικεφαλής της ιταλικής διπλωματίας υπογράμμισε ότι η χώρα του «κατάλαβε απόλυτα όπως, πιθανότατα, και όλοι οι Ευρωπαίοι ότι η σχετική ακαμψία των τελευταίων ετών είχε παντού αρνητικές συνέπειες και στην Ελλάδα, από κοινωνικής άποψης, συνέπειες δραματικές, τόσο που κάποια στιγμή έκλεισε ακόμη και η ελληνική δημόσια τηλεόραση».
«Ο υπουργός Οικονομικών Βαρουφάκης, τον οποίοι όλοι γνωρίζουν για τον τρόπο ένδυσης, έχει ενδιαφέρουσες ιδέες και ζητά ένα new deal. To σχέδιο Γιούνκερ δεν είναι σίγουρα ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ, αλλά πρέπει να διαβεβαιώσω τους φίλους της ελληνικής κυβέρνησης ότι για να φτάσουμε στο σχέδιο αυτό χρειάσθηκαν μάχες πολλών μηνών, κάτι που δείχνει ότι πρέπει να εργασθούμε μαζί» συμπλήρωσε ο Ιταλός υπουργός.
Ο Πάολο Τζεντιλόνι, χαρακτήρισε την ελληνική πρόταση για μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος περίπου στο 1% του ΑΕΠ, «ένα από τα στοιχεία μιας διαπραγμάτευσης, το οποίο μπορεί να παρουσιάσει ένα αρκετά μεγάλο ενδιαφέρον» ενώ υπογράμμισε συγχρόνως ότι «το σημαντικό χαρακτηριστικό του Αλέξη Τσίπρα είναι ότι δεν έχει υιοθετήσει αντιευρωπαϊκή στάση, αλλά ότι προσπαθεί να αλλάξει την Ευρώπη».
«Η ελληνική θέση, με κάποια αναγκαία περιθώρια ευελιξίας, μπορεί να βοηθήσει να ανοίξουμε περισσότερο την πόρτα προς την ανάπτυξη, κάτι που έχει ήδη ξεκινήσει να γίνεται χάρη στον Ματέο Ρέντσι, με τη συνεργασία των Γάλλων», υπογράμμισε τέλος ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, ενώ θέλησε να επαναλάβει ότι «αν τόσο η Ελλάδα, όσο και οι Βρυξέλλες, δείξουν ευελιξία, θα επιτευχθεί συμφωνία η οποία θα ενισχύσει όλους, συμπεριλαμβανομένης και της Ιταλίας».