Δριμεία κριτική στη συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ κυβέρνησης και εταίρων στο Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου ασκεί ο Γιάννης Μηλιός.
Σε κείμενό του που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο, ο κ. Μηλιός υποστηρίζει ότι η συμφωνία «αποτελεί ένα πρώτο βήμα σε ολισθηρό έδαφος», μιλά για υποχώρηση της κυβέρνησης, αφήνει αιχμές κατά του υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, και υπογραμμίζει ότι η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ «έχουν μία μόνο οδό εξόδου από το αδιέξοδο του νεοφιλελεύθερου ευρωπαϊκού κλοιού: Την έφοδο προς τα εμπρός με όχημα την αλήθεια».
Το κείμενο, το οποίο δημοσιεύτηκε στην σελίδα του κ. Μηλιού στο Facebook, συνυπογράφουν οι Σπύρος Λαπατσιώρας και Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος.
«Έχει συνομολογηθεί μία συμφωνία, η οποία περιορίζει σημαντικά την άσκηση πολιτικής στα δημόσια οικονομικά αλλά και σε άλλους τομείς. Επομένως, το οικονομικό τοπίο στο οποίο βασίζεται η κυβέρνηση για τη διαπραγμάτευση και την αξιολόγηση της τελικής συμφωνίας είναι ολισθηρό. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση επιλέγει να παρουσιάζει την προφανή υποχώρηση και την αναγκαστική αλλαγή του προγράμματός της ως «νίκη», αποτελεί κακό σημάδι για τη συνέχεια, επειδή δείχνει ότι περισσότερο ενδιαφέρεται για την επικοινωνία παρά για την ουσία» υπογραμμίζει ο κ. Μηλιός.
Σημειώνει ακόμη ότι η αξιολόγηση από τους θεσμούς «αποτελεί σημαντική τροχοπέδη στην υλοποίηση του προγράμματος και των κοινωνικών μετασχηματισμών που επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ».
Σύμφωνα με τον κ. Μηλιό, «η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου καθορίστηκε προφανώς τόσο από εξωτερικούς παράγοντες, το δεδομένο και γνωστό νεοφιλελεύθερο πλαίσιο των ‘θεσμών’, όσο όμως και από εσωτερικούς, οι οποίοι τελικά έπαιξαν και τον καθοριστικό ρόλο».
Αφήνοντας αιχμές κατά του ΥΠΟΙΚ, ο κ. Μηλιός κάνει λόγο για «ελλιπή προετοιμασία» και «αντιφατικές τακτικές», καθώς και για «απουσία σοβαρού σχεδίου που να στηρίζεται σε αριθμούς και ανάλυση».
«Ακόμη και στο Παράρτημα που δημοσίευσε το ΥΠΟΙΚ ως τεχνική σύνοψη φαίνεται το επιφανειακό επίπεδο. Επιπλέον, σε αυτό γίνεται η κρίσιμη παραδοχή ότι η βιωσιμότητα του χρέους συνδέεται με τα πρωτογενή πλεονάσματα (θέση που συνιστά σημαντική στρατηγική υποχώρηση)» υπογραμμίζει.
Ο κ. Μηλιός σχολιάζει και το επεισόδιο Βαρουφάκη-Ντάισελμπλουμ στην κοινή συνέντευξη Τύπου, λέγοντας ότι «το περιστατικό με τον Ντάισελμπλουμ προφανώς τόνωσε το ‘εθνικό αίσθημα’, αλλά συγχρόνως αφαίρεσε διαπραγματευτική ισχύ από τη στιγμή που όλο το Σαββατοκύριακο ασχολήθηκε η κυβέρνηση με το να καθησυχάζει τις αγορές που θα άνοιγαν την Δευτέρα, γεγονός που σηματοδότησε ότι η κυβέρνηση δεν έχει σταθερή τακτική διαπραγμάτευσης (και φυσικά στην ίδια συνάντηση ακόμη και σε μη έμπειρους παρατηρητές φάνηκε ότι δεν υπάρχει και ομάδα ισότιμων κυβερνητικών μελών στη διαπραγμάτευση)».
«Η κυβέρνηση έδωσε πολύ μεγάλο βάρος στην επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος, σε σχέση με άλλες διαστάσεις. Αυτό αποτελεί αρνητικό σημάδι και για το εσωτερικό και για το εξωτερικό» επισημαίνει, κάνοντας λόγο για «κακά στημένη διαπραγμάτευση», η οποία «παρά τις εργατοώρες που αφιέρωσαν οι πρωταγωνιστές της, είχε τα χαρακτηριστικά άλματος με δεμένα μάτια».
«Επίσης» προσθέτει «οι διαφορές και οι κακοί χειρισμοί και οι μετατοπίσεις έδειξαν στους εταίρους ότι η ελληνική πλευρά είναι επιδεκτική χειρισμών».
Εν συνεχεία, ο κ. Μηλιός υποστηρίζει ότι τελικά εκείνο που καθόρισε την αναδίπλωση της ελληνικής πλευράς ήταν «η στρατηγική πολιτική απόφαση για οικοδόμηση συμπαγών σχέσεων κοινωνικής εκπροσώπησης με εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που θεωρούν ως αδιανόητη τη διαταραχή της ‘ομαλότητας της αγοράς’, τη στιγμή που όλοι γνώριζαν τη σημασία και το χαρακτήρα της αναμέτρησης».
«Το συζητημένο σενάριο ενός bankrun οφείλει πάντα να εντάσσεται (και άρα να εξετάζεται, πέρα από τις επιμέρους τεχνικές αντιμετώπισης) στο πλαίσιο ενός κοινωνικού συσχετισμού δύναμης. Παράλληλα είναι αδιανόητο να υιοθετείται το επιχείρημα ότι συνέχεια μιας υποτιθέμενης ‘κατάρρευσης των τραπεζών’ θα ήταν η ‘έξοδος από το ευρώ’, ένα σενάριο μηδενικής πιθανότητας, που αποτέλεσε απλώς ‘επιχείρημα’ των κυβερνήσεων Παπανδρέου – Παπαδήμου – Σαμαρά για να αποδεχθεί η ελληνική κοινωνία τα Μνημόνια, και αποτελεί πάντα όπλο» ακραίων νεοφιλελεύθερων, τύπου Σόιμπλε».
Ο κ. Μηλιός ζητάαπό την κυβέρνηση «να επαναφέρει στην ημερήσια διάταξη τις προγραμματικές μας δεσμεύσεις για αναδιανομή εισοδήματος και ισχύος προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας, για ανοικοδόμηση του κοινωνικού κράτους, για δημοκρατία και συμμετοχή», να προχωρήσει στη «ριζική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος» και σε ένα «εσωτερικό ‘μνημόνιο για τον πλούτο’, με παράλληλη βελτίωση των όρων ζωής των λαϊκών τάξεων», καθώς «ο στόχος ‘να πληρώσει η ολιγαρχία’ δεν ήταν ποτέ περισσότερο επίκαιρος».