Η κρίση, οι ζημίες και η υπολειτουργία του Ιπποδρόμου «σκότωσαν…» τα άλογα της εταιρίας
83 χρόνια στην… κούρσα του επιχειρείν, η Ιπποτούρ δεν επιβεβαίωσε τον τίτλο του «γκανιάν» στους δύσκολους καιρούς της οικονομικής κρίσης. Η εταιρία που ιδρύθηκε το 1932 και τα… γκέμια της κρατά μια ισχυρή κυρία με «βαρύ» όνομα, η Αλεξάνδρα Τερζή- Χανδρή, βρέθηκε από το 2010 και μετά να «τρέχει» σε έναν αγώνα επιβίωσης και αναστροφής της ισχνής οικονομικής της θέσης.
Πριν από μερικές ημέρες, η δραστήρια επιχειρηματίας υποχρεώθηκε να λάβει μια δύσκολη και ταυτόχρονα σκληρή απόφαση. Εκείνη του λουκέτου. Ήδη οι διαδικασίες παύσης των εργασιών έχουν ξεκινήσει και οι 35 εργαζόμενοι που απασχολούνται σήμερα στις εγκαταστάσεις της Λαζαρίνας έχουν ενημερωθεί για το επερχόμενο «λουκέτο» μέχρι τον Ιούνιο.
Το μεγαλύτερο ιπποφορβείο στην Ελλάδα, το οποίο εκτείνεται σε μια έκταση 700 στρεμμάτων και στο οποίο «φιλοξενούνταν» 70 περίπου άλογα αγγλικής καθαρόαιμης φυλής, αναμένεται να κατεβάσει ρολά.
Για την Αλεξάνδρα Τερζή- Χανδρή και για τον γιο της Αλέξανδρο που συμμετέχει ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ιπποτούρ ήταν η έσχατη λύση η εξέλιξη αυτή. Και σίγουρα καθόλου ευχάριστη.
Ειδικά για μια οικογένεια που έχει ταυτίσει το όνομά της με το κτήμα στη Λαζαρίνα των Τρικάλων, όπου εκτός από τους δρόμωνες ίππους δραστηριοποιείται και στην παραγωγή μανιταριών τα τελευταία χρόνια, αλλά και με την τοπική οικονομία και κοινωνία. Και που η ίδια η πρόεδρος της άλλοτε κραταιάς Ιπποτούρ συνήθιζε να δηλώνει πως χωρίς τη συμβολή των εργαζομένων της, η Ιπποτούρ δε θα είχε αναπτυχθεί τόσο πολύ στο παρελθόν.
Όμως, η ίδια λογάριαζε χωρίς την οικονομική ύφεση. Και αυτό γιατί τα «σύννεφα» πάνω από την εταιρία είχαν εμφανιστεί από νωρίς και συγκεκριμένα το 2010, ενώ κορυφώθηκαν την τελευταία διετία. Η οικογένεια Χανδρή που διαχειριζόταν το ιπποδρομιακό στοίχημα έως την περίοδο της δικτατορίας και στη συνέχεια περιορίστηκε μόνο στην εκτροφή αλόγων και στην πώλησή τους σε ιδιοκτήτες αλόγων του ιπποδρόμου, βρέθηκε «στριμωγμένη», όταν ξέσπασε η κρίση.
Τα άλογα σταμάτησαν να φέρνουν χρήματα, καθώς ο ελληνικός ιππόδρομος υπολειτουργούσε, ενώ παράλληλα οι τιμές των πουλαριών της Λαζαρίνας έπαψαν να είναι ανταγωνιστικές.
Στα επιχειρηματικά σαλόνια έλεγαν χαρακτηριστικά πως από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας ακόμη και οι Άγγλοι στην Ελλάδα πουλούσαν φθηνότερα τα «καθαρόαιμά» τους, επιφέροντας πλήγμα στην Ιπποτούρ.
Γι’ αυτό και άλλωστε σταδιακά το εκτροφείο σταμάτησε να λειτουργεί πριν από πέντε χρόνια και ο όμιλος έριξε το βάρος του στις υπόλοιπες δραστηριότητές του: Στις τουριστικές, οικοδομικές, ναυτιλιακές και γεωργοκτηνοτροφικές επιχειρήσεις και αντιπροσωπείες και κυρίως στην παραγωγή μανιταριών.
Αλλά ακόμη και αυτό το τελευταίο εγχείρημα, παρά το ότι ξεκίνησε δυναμικά να αναπτύσσεται μέσω της θυγατρικής «Αγρόκτημα Λαζαρίνας», δεν πέτυχε τους αρχικούς του στόχους και η κατάσταση επιδεινώθηκε σε μεγάλο βαθμό. Παρά το ότι αποτέλεσε από τη δημιουργία της τη μεγαλύτερη μονάδα παραγωγής λευκών μανιταριών στα Βαλκάνια.
Οι προσπάθειες της οικογένειας Χανδρή να αντιστρέψει την κατάσταση και να τονώσει τα έσοδα και τη ρευστότητα στα ταμεία της Ιπποτούρ έπεσαν ως φαίνεται, στο κενό.
Τα ανοίγματα σε νέες επενδυτικές «θάλασσες» που θα αντισταθμίσουν τις απώλειες που άφησαν πίσω τους οι ίπποι, η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους 20 εκατ. ευρώ η οποία πραγματοποιήθηκε το 2011 και η έκδοση ομολογιακού δανείου της τάξεως των 4 εκατ. ευρώ έδωσαν μεν σημαντικές «ανάσες», αλλά δεν απέδωσαν τα προσδοκώμενα.
Είχε προηγηθεί έναν χρόνο νωρίτερα και η αποχώρηση από το μετοχικό κεφάλαιο της Ιπποτούρ της εταιρίας Φοίνιξ ΑΕΓΑ (θυγατρικής της Εμπορικής Τράπεζας τότε), η οποία αποφάσισε να αποεπενδύσει και πούλησε το ποσοστό της, το 21,13% στην Αλεξάνδρα Τερζή-Χανδρή αντί 642.728 ευρώ. Τότε η «αμαζόνα» της Ιπποτούρ έβλεπε πως η εταιρία έχοντας απαγκιστρωθεί από την παραδοσιακή δραστηριότητά της, εκείνη της εκτροφής αλόγων, θα αναπτυσσόταν περαιτέρω στα τρόφιμα. Όμως, και πάλι την πρόλαβε η ύφεση.
Οι ζημιογόνες χρήσεις διαδέχονταν η μία την άλλη και ο κύκλος εργασιών υποχωρούσε συνεχώς. Είναι χαρακτηριστικό πως το 2013- σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία- η Ιπποτούρ παρουσίασε πωλήσεις ύψους 2 εκατ. ευρώ από 8 εκατ. ευρώ το 2012, οι ζημίες ανήλθαν στα 3,7 εκατ. ευρώ, ενώ η καθαρή της θέση ήταν αρνητική στα 9 εκατ. ευρώ (από 5 εκατ. ευρώ) και το σύνολο των υποχρεώσεών της άγγιζαν τα 26,4 εκατ. ευρώ (από 25 εκατ. ευρώ το 2012).
Ήταν την ίδια χρονιά εκείνη που η εταιρία πραγματοποίησε έξοδο από το ταμπλό του χρηματιστηρίου Αθηνών και η μετοχή της διεγράφη από το ταμπλό. Ήταν επίσης, η ίδια χρονιά εκείνη που η διοίκηση στα πλαίσια «συμμαζέματος» των λειτουργικών της δαπανών πήρε την απόφαση να αναστείλει τη λειτουργία της δραστηριότητας εμπορίας τροφίμων.
Μια δραστηριότητα που απαιτούσε τη δέσμευση μεγάλων κεφαλαίων, τα οποία ήταν δύσκολο να διατεθούν, δεδομένης της οικονομικής κρίσης και της αλλαγής της πολιτικής χορηγήσεων κεφαλαίων μέσω των τραπεζών. Έτσι, μετά από αυτή την εξέλιξη η Ιπποτούρ έμεινε από τον Απρίλιο του 2013 μόνο με τη δραστηριότητα της παραγωγής φρέσκων μανιταριών.
Μέσα στο 2014 πάντως, στην τοπική κοινωνία των Τρικάλων ακουγόταν έντονα πως η οικογένεια Χανδρή ψάχνει αγοραστή για τη Λαζαρίνα. Έγιναν κάποιες διερευνητικές επαφές, σύμφωνα με τους ίδιους, όμως, η οικονομική αβεβαιότητα αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τέτοιου είδους επενδύσεις. Έτσι, το «λουκέτο» μάλλον αποτελεί μονόδρομο.
ΧΑΜΗΛΩΝ ΤΟΝΩΝ, ΑΛΛΑ ΑΕΙΚΙΝΗΤΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ
Από τη ναυτιλία στις business με τα μανιτάρια
Όσο χαμηλών τόνων είναι στην προσωπική της ζωή η Αλεξάνδρα Τερζή- Χανδρή, καθώς δεν της αρέσει να φωτογραφίζεται ή να παρευρίσκεται σε κοσμικές εκδηλώσεις, τόσο αεικίνητη και δραστήρια είναι επιχειρηματικά. Για πολλά χρόνια και ειδικά πριν από την Ιπποτούρ, εργαζόταν σε διάφορες ναυτιλιακές εταιρίες, μυούμενη έτσι στις business των θαλασσών, ενώ και σήμερα ο όμιλος Χανδρή έχει χτίσει ένα ισχυρό όνομα στις business των θαλασσών.
Η εμπειρία της στον κόσμο της ναυτιλίας ήταν όμως, καθοριστική και στο να γεννηθεί στο μυαλό της πριν από χρόνια μία νέα επιχειρηματική ιδέα: Eκείνη της επενδυτικής επέκτασης στον τομέα της παραγωγής μανιταριών. Όλα ξεκίνησαν όταν το πρόβλημα της καύσης των κοπριών των αλόγων στο ιπποφορβείο της Λαζαρίνας είχε γίνει έντονο για τους κατοίκους της περιοχής. Αν και οι τελευταίοι δε διαμαρτύρονταν, την κα Χανδρή τη βασάνιζε και θεωρούσε πως έπρεπε να δοθεί άμεσα λύση.
Τελικά σημείο- κλειδί της λύσης αυτής ήταν μια φράση που άκουγε συνεχώς από παλιούς ναυτικούς. «Εμένα το αφεντικό μου με κρατάει συνεχώς στο σκοτάδι και μου συμπεριφέρεται σαν το μανιτάρι». Σε αυτή βρισκόταν και η λύση στο θέμα που αντιμετώπιζε η Ιπποτούρ. Οι κοπριές των αλόγων θα χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή μανιταριών.
Έτσι, μετά από πολλές επαφές και συζητήσεις με διεθνείς οίκους ώστε να επιλεγεί η πλέον επιστημονική και σύγχρονη λύση, κατέληξε στο ολλανδικό μοντέλο και με αυτόν τον τρόπο γεννήθηκε μία από τις μεγαλύτερες μονάδες παραγωγής μανιταριών σε Ελλάδα και Βαλκάνια.
ΤΟ ΦΙΛΟΔΟΞΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
Η μεγάλη επένδυση στην ενέργεια με την NRG
Εδώ και τρία χρόνια περίπου και συγκεκριμένα από το 2012 ο όμιλος Χανδρή έχει στραφεί επιχειρηματικά και στο κομμάτι της ηλεκτρικής ενέργειας. Με την εταιρία NRG Trading House SA, της οποίας το τιμόνι έχει ο γιος της Αλεξάνδρας Χανδρή και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ιπποτούρ, Αλέξανδρος Χανδρής δραστηριοποιείται τόσο στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, στη λιανική αγορά, όσο και στην εμπορία, στη χονδρική πώληση.
Παρά τις μεγάλες και συνεχείς προκλήσεις στην αγορά της ενέργειας, η NRG προχωρά με σταθερά βήματα, σχεδιάζοντας υπηρεσίες υψηλών προδιαγραφών για τους πελάτες της στις πλέον ανταγωνιστικές στιγμές.
Όπως μάλιστα, τονίζει στην «Deal» ο διευθυντής της NRG, κ. Αναστάσιος Λωσταράκος «η NRG παρά το γεγονός ότι δε μετρά πολλά χρόνια από τη δημιουργία της, έχει καταφέρει να είναι από τις πιο ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις του κλάδου, πετυχαίνοντας υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά και αποσπώντας όλο και μεγαλύτερα μερίδια μέσα σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπου πολλοί εναλλακτικοί πάροχοι έχουν χτίσει θέσεις στην αγορά της ενέργειας».
Στόχος και όραμα του Αλέξανδρου Χανδρή είναι να προσαρμόζεται η εταιρία στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες τόσο των εταιρικών της όσο και των οικιακών πελατών της και να προσφέρει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες με ξεκάθαρα τιμολόγια, ώστε να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή ο τελικός καταναλωτής τι πληρώνει.
Ο ίδιος, δε φοβάται τον ανταγωνισμό. Αντιθέτως, όπως συνηθίζει να λέει τόσο εκείνος, όσο και οι συνεργάτες του, «μας ευχαριστεί και επειδή με αυτόν τον τρόπο βάζουμε και οι ίδιοι ψηλά τον πήχη και βελτιωνόμαστε διαρκώς, αλλά και επειδή προτεραιότητα όλων μας θα πρέπει να είναι το όφελος του τελικού καταναλωτή».
Τα επενδυτικά σχέδια μάλιστα, της οικογένειας Χανδρή στην ενέργεια δε σταματούν εδώ. Σύμφωνα με τον κ. Λωσταράκο «διερευνούμε και συζητάμε διάφορες επενδύσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό στο κομμάτι της παραγωγής με μονάδες κλπ», γεγονός που δείχνει πως οι Χανδρήδες δε βλέπουν το εγχείρημά τους αυτό ως μια ευκαιριακή επένδυση, αλλά ως μακροπρόθεσμη και φιλόδοξη.
Στον τομέα της λιανικής η NRG έχει «χτίσει» ένα ισχυρό χαρτοφυλάκιο πελατών με ανταγωνιστικά προσφερόμενα τιμολόγια και υπηρεσίες. Στον τομέα της εμπορίας από την άλλη, έχει εγγραφεί στο Μητρώο Συμμετεχόντων του ΛΑΓΗΕ και του GME (Ιταλικό Χρηματιστήριο Ενέργειας), καθώς και στο μητρώο χρηστών διασυνδέσεων του ΑΔΜΗΕ και της TERNA. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να συμμετέχει στις αντίστοιχες δημοπρασίες για τον καταμερισμό και την εκχώρηση φυσικών δικαιωμάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στη διασύνδεση Ελλάδας- Ιταλίας.
Ταυτόχρονα δραστηριοποιείται και στις υπόλοιπες διασυνδέσεις της Ελλάδας, λαμβάνοντας μέρος στις αντίστοιχες δημοπρασίες του ΑΔΜΗΕ ή και των γειτονικών διαχειριστών και εξασφαλίζοντας ενέργεια από αντισυμβαλλόμενους παραγωγούς ή εμπόρους από την πλευρά της Βουλγαρίας, της FYROM, της Αλβανίας και της Τουρκίας.
Η αγορά της ενέργειας αποτελεί το νέο μεγάλο επενδυτικό στοίχημα για την οικογένεια Χανδρή και η NRG περιμένει να δει και τις πρωτοβουλίες της νέας κυβέρνησης σχετικά με το περαιτέρω άνοιγμα του συγκεκριμένου κλάδου, καταστρώνοντας ωστόσο η ίδια τα επόμενα επιχειρηματικά πλάνα και τις κινήσεις της.
«Μέχρι σήμερα έχουν γίνει κάποια βήματα για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας από τις κυβερνήσεις, αλλά περιμένουμε να δούμε ποιες θα είναι και οι πρωτοβουλίες της καινούριας κυβέρνησης προς αυτή την κατεύθυνση» υποστηρίζει ο κ. Λωσταράκος στην «Deal».
Όπως και να έχει πάντως, τόσο ο ίδιος, όσο και η οικογένεια Χανδρή θεωρούν πως υπάρχει πρόσφορο έδαφος περαιτέρω ανάπτυξης στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας και αυτό φαίνεται και από το ότι όλο και περισσότεροι ιδιώτες παίκτες μπαίνουν στο «παιχνίδι». Παρά τον ανταγωνισμό και το ότι η ΔΕΗ έχει επί χρόνια κυριαρχία, ο Αλέξανδρος Χανδρής διεκδικεί με αξιώσεις όλο και ισχυρότερη θέση στο «κομμάτι» της ηλεκτρικής ενέργειας, προσδοκώντας να προσθέσει μία ακόμη κερδοφόρο δραστηριότητα των συνολικό χαρτοφυλάκιο επενδύσεων και δραστηριοτήτων του ομίλου.